Την παραδοσιακή συνταγή της μείωσης των φόρων υιοθετεί η Κίνα σε μια προσπάθεια να διαχειριστεί την επιβράδυνση της οικονομίας της και να προσελκύσει ξένες επενδύσεις.
Το εντυπωσιακό όμως είναι το ποσό της μείωσης, καθώς αντιστοιχεί σε μέτρα ύψους 55 δισ. δολαρίων (380 δισ. γουάν) και περιλαμβάνει χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές για φυσικό αέριο και αγροτικά προϊόντα, από το 13% στο 11%. Επίσης το πακέτο περιλαμβάνει αύξηση των φοροελαφρύνσεων για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις με ετήσια εισοδήματα ύψους 500.000 γουάν ή χαμηλότερα, σύμφωνα με ανακοίνωση του Κρατικού Συμβουλίου.
Στην πραγματικότητα το Πεκίνο λανσάρει κίνητρα για να τονώσει τεχνολογία και R&D (έρευνα και ανάπτυξη), ενώ από την 1η Ιουλίου οι πολίτες που καλύπτουν οι ίδιοι την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη θα μπορούν να αφαιρούν 2.400 γουάν από τα φορολογητέα τους εισοδήματα.
Ωστόσο, ο μεγάλος πονοκέφαλος για την κινεζική οικονομία είναι οι τράπεζες, που αύξησαν τον συνολικό τους δανεισμό κατά 10,2% το 2016, στα 12 τρισ. δολάρια. Με άλλα λόγια, ο ρυθμός αύξησης των δανείων εξακολουθεί να είναι πολύ ταχύτερος από αυτόν του ΑΕΠ. Το ακόμη πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι η λεγόμενη σκιώδης τραπεζική, δηλαδή τα προϊόντα διαχείρισης πλούτου, αυξήθηκε κατά 15%, δηλαδή πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι τα ίδια τα δάνεια. Στην πράξη, οι δύο τομείς φαίνεται να συνδέονται ολοένα και περισσότερο, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα προβλήματα της σκιώδους τραπεζικής μπορούν κάλλιστα να γίνουν παραδοσιακά τραπεζικά προβλήματα.
Αναφορικά με τους δείκτες των μη εξυπηρετούμενων δανείων, υποχώρησαν ελαφρώς σε δύο από τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες, ενώ έδειξαν επιβράδυνση της ανάπτυξης των δανείων στις άλλες δύο. Πίσω από τις επιδόσεις αυτές βρίσκεται το γεγονός ότι οι κινεζικές τράπεζες σχημάτισαν οχήματα ειδικού σκοπού προκειμένου να αντλήσουν κεφάλαια, αλλά και να εκδώσουν τιτλοποιημένα ομόλογα για αγορά των επισφαλών δανείων από τις μητρικές τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι η Αγροτική Τράπεζα της Κίνας «ξεφορτώθηκε» με τον τρόπο αυτόν δάνεια αξίας 73 δισ. γουάν. Αλλά έτσι οι κινεζικές τράπεζες περισσότερο κρύβουν το πρόβλημα κάτω από το χαλί, παρά το επιλύουν οριστικά.