Τι πήγε στραβά; Τι κάναμε λάθος και 50 χρόνια από την έναρξη του εφιαλτικού πραξικοπήματος των συνταγματαρχών –21η Απριλίου 1967 –όλο και πυκνότερα ακούμε ή διαβάζουμε την τάση υπεράσπισης της επταετίας τους; Τι συνέβη και μέσα σε λίγα χρόνια η φασιστική πλατφόρμα βρήκε κοινοβουλευτική έκφραση;
Οι εξηγήσεις δεν είναι απλές. Και δεν είναι ευθύγραμμες. Ισως, η ίδια η σημερινή εφιαλτική επιχείρηση «θετικής» αναθεώρησης των απριλιανών πεπραγμένων έχει τις ρίζες της στη βουβή στήριξη μέρους του λαού στο καθεστώς την εποχή εκείνη. Κι όμως. Μεσολάβησε η μεταπολίτευση. Μια περίοδος που με όλα τα στραβά της ανέδειξε τις αρετές μιας αστικής κανονικότητας. Με τη συμβολή του πρώτου ΠΑΣΟΚ, με τη μαχητικότητα του λαϊκού κινήματος, με την εμπέδωση των θεσμών. Δεν ήταν όλα καλά. Οι πολιτικές δυνάμεις όμως είχαν πια την ευκαιρία να πολεμήσουν υλικά και ιδεολογικά για τα προγράμματά τους. Οι τόποι εξορίας είχαν κλείσει. Η αργόσυρτη διαδικασία της μεταπολίτευσης είχε τεράστιες δυσκολίες. Η αποχουντοποίηση των κρατικών μηχανισμών δεν ήταν δεδομένα επιτυχής. Υπήρξε όμως η ηγεμόνευση ενός προοδευτικού και δημοκρατικού λαϊκού αιτήματος. Και πάνω απ’ όλα μια νέα κοινωνική συμμαχία που αναδεικνυόταν με όρο να μείνουν πίσω η παλιά εθνικοφροσύνη και οι παραφυάδες της και να βγει στο προσκήνιο.
Για χρόνια απ’ το 74 και μετά εμπεδώθηκε ο κοινοβουλευτισμός. Οι νοσταλγοί της χούντας παρέμειναν περιθωριακοί ή κρύφτηκαν σε κόμματα. Δεν κατόρθωσαν ποτέ να μιλήσουν συντεταγμένα υπέρ των συνταγματαρχών. Ακόμη και σε προνομιακά πεδία για συνωμοσία εκτροπών όπως ο στρατός ή η Αστυνομία, η μάχη κερδήθηκε από τις δημοκρατικές δυνάμεις. Το ταξικό στοίχημα παρέμενε, η πάλη ήταν παρούσα, το πεδίο όμως ήταν πια συμφωνημένο και τους χώραγε όλους.
Κι ύστερα ήλθε η μνημονιακή Ελλάδα. Η απονομιμοποίηση του παλιού πολιτικού συστήματος. Η κρίση εκπροσώπησης. Η γενικευμένη τάση ανάθεσης που γέννησε «μεσσίες» που σβήνουν χρέη ή σκοτώνουν τους κακούς. Η κοινωνία εδώ και επτά χρόνια έχανε κάτι πολύ βασικό και κάτι που θα ήταν χρήσιμα συνεκτικό: την προσδοκία υλικής παλινόρθωσης ή ανέλιξης. Ακόμη χειρότερα, έβλεπε και βλέπει τη γη να χάνεται κάτω απ’ τα πόδια της. Ολόκληρες γενιές δεν μπορούν πια καν να αναπαραγάγουν ή να διαφυλάξουν αυτά που κληρονόμησαν. Σε αυτό το περιβάλλον ρευστοποιημένου κοινωνικού και πολιτικού τοπίου, φτάσαμε σήμερα οι εφιαλτικές ιδέες να ακούγονται όλο και συχνότερα. Εφημερίδες να μοιράζουν βιογραφίες χουντικών. Μια νέα εθνικοφροσύνη που έχει στο κέντρο της το αντιπολιτικό ρεύμα και τον μεσσιανισμό καλπάζει.