Ο υπουργός δεν επικαλέστηκε το σωστό μποτιλιάρισμα στην ανακοίνωσή του. Στην Ιόνια Οδό δεν συνέβη ό,τι συμβαίνει «στους αυτοκινητόδρομους και τις σήραγγες ολόκληρης της Ευρώπης και του κόσμου, στη Γενεύη, την Τουλούζη, το Λονδίνο, το Παρίσι, το Λος Αντζελες». Συνέβη ό,τι συμβαίνει στο «Γουικέντ», την ταινία του Γκοντάρ που, μεταξύ άλλων, αξίζει να θυμάται κανείς για ένα από τα μεγαλύτερα μονοπλάνα στην ιστορία του κινηματογράφου. Η κάμερα κάνει ένα τράβελινγκ χιλιομέτρων για να αποτυπώσει όσο πιο πιστά γίνεται ακριβώς αυτό: ένα ατελείωτο μποτιλιάρισμα.
Αν ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ εκδικείται με την ταινία του τα μικροαστικά ήθη και την καταναλωτική φρενίτιδα της εποχής εκείνης, ο Χρήστος Σπίρτζης εκδικήθηκε όλους τους εξοδούχους του Πάσχα για την ευπιστία τους. Για το λάθος τους να υποθέσουν ότι τα εγκαίνια ενός δημόσιου έργου από μια κυβέρνηση δεν σηματοδοτούν τον επικοινωνιακό της θρίαμβο, αλλά απλώς την ολοκλήρωσή του. Για την αφέλειά τους να πιστέψουν ότι οι λωρίδες δεν θα γίνονταν από δύο μία σε κανένα σημείο του δρόμου και ότι ολοκληρωμένο έργο δεν σημαίνει «παράδοση των έτοιμων κομματιών εντός του χρονοδιαγράμματος».
Στις έντεκα σελίδες της ανακοίνωσής του, ο υπουργός επιτίθεται στα μέσα ενημέρωσης επειδή δεν ακολούθησαν τη δική του λογική των εναλλακτικών γεγονότων. Είναι το πλέον χιλιοπαιγμένο έργο αυτής της κυβέρνησης –περισσότερο και από εκείνα με τις κορδέλες των εγκαινίων, της διαπραγμάτευσης που όλο ολοκληρώνεται, των νέων μέτρων που υποτίθεται ότι δεν θα ληφθούν. Ενα ατελείωτο τράβελινγκ από υποδείξεις, συστάσεις, παραινέσεις, προειδοποιήσεις, απειλές και –στην περίπτωση του Σπίρτζη που ειδικεύεται σε αυτά –μιας σεκάνς ολοφυρμού.