Εχω παρακολουθήσει από κοντά όλες τις γαλλικές προεδρικές εκλογές τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες.
Το 1974 ήμουν φοιτητής. Κολλούσα αφίσες και μοίραζα προκηρύξεις του Φρανσουά Μιτεράν έξω από τα σουπερμάρκετ.
Το 1981 βρέθηκα στην πλατεία της Βαστίλλης και στο Πάνθεον. Εκρηξη χαράς και ιστορική μεγαλοπρέπεια.
Από το 1988 και δημοσιογράφος πια, κάλυπτα τις προεδρικές εκλογές για «Το Βήμα» –και το Mega αργότερα…
Οκτώ εκλογές μέσα σε σαράντα τρία χρόνια. Γνώρισα πολλούς από τους υποψηφίους. Εζησα εκπλήξεις, ανατροπές, αποθεώσεις κι απρόβλεπτα. Είδα πολιτικούς να καταρρέουν στην τελική ευθεία κι άλλους να απογειώνονται.
Ακόμη κι έτσι όμως, ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ αυτό που συμβαίνει σήμερα –και δεν εννοώ μόνο το αίμα…
Τέσσερις υποψήφιοι έχουν σχεδόν τις ίδιες πιθανότητες να περάσουν στον δεύτερο γύρο. Και μάλιστα κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πως θα επηρεάσει τις πιθανότητες αυτές η τελευταία τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι.
Οι δύο μεγαλύτερες παρατάξεις της χώρας –Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά –κινδυνεύουν να μην εκπροσωπηθούν καν. Μιλάμε για τις παρατάξεις από τις οποίες προέρχονται όλοι οι έως τώρα εκλεγμένοι πρόεδροι της Γαλλίας!
Τα πάνω, κάτω. Τέσσερις ιστορικές πολιτικές οικογένειες διαμόρφωσαν τη μεταπολεμική Γαλλία: γκολικοί, κεντρώοι, σοσιαλιστές και κομμουνιστές. Και τώρα είναι σαν να έχουν παραχωρήσει τη θέση τους σε ανερμάτιστες πολιτικές ιδεολογίες και σε παρδαλές υποψηφιότητες.
Μόνο η ιδέα ότι κάποιος από τη Λεπέν, τον Μακρόν, τον Φιγιόν ή τον Μελανσόν θα είναι ο επόμενος πρόεδρος της δεύτερης μεγαλύτερης ευρωπαϊκής χώρας προκαλεί περισσότερο σύγκρυο από ενθουσιασμό.
Αλλά ακόμη κι αν δεχτώ (για την οικονομία της συζήτησης…) ότι είναι όλοι για τα μπάζα, η Λεπέν κι ο Μελανσόν εγκυμονούν επιπλέον και κινδύνους.
Θαυμάστρια του Πούτιν η μία. Θαυμαστής του Τσάβες και του Κάστρο ο άλλος –έχει υποσχεθεί να εντάξει τη Γαλλία στην… Μπολιβαριανή Συμμαχία των Λαών της Αμερικής!
Τρελά πράματα!
Είχα την τύχη να πάρω συνέντευξη και από τη Λεπέν και από τον Μελανσόν σχετικά πρόσφατα, το 2015.
Μου έκανε εντύπωση πως και οι δυο είπαν με άλλα λόγια το ίδιο πράγμα: η ήττα του Τσίπρα ήταν προδιαγεγραμμένη από τη στιγμή που δεν αμφισβήτησε το ευρώ.
Η διαπίστωσή τους είναι προφανώς ορθή. Αποκαλύπτει όμως και τη δική τους στρατηγική σε μια ανύποπτη εκλογικά στιγμή: οι ίδιοι θα αμφισβητήσουν το ευρώ προκειμένου να μην ηττηθούν.
Με άλλα λόγια, η ενδεχόμενη εκλογή τους θα οδηγήσει σε μια πρωτοφανή κρίση της Ευρωπαϊκής Ενωσης αφού γνωρίζουν ότι διαφορετικά δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν μέσα της.
Είναι αλήθεια ότι δεν βρισκόμαστε ακόμη εκεί. Το εφιαλτικό σενάριο ενός δεύτερου γύρου Μελανσόν εναντίον Λεπέν έχει τις πιθανότητές του αλλά δεν είναι το πιο πιθανό.
Κι ούτε είναι το μόνο πρόβλημα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βιώνουμε μια βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας.
Με μια ιδιαιτερότητα. Σαρώνει πρωτίστως τα πρόσωπα και δευτερευόντως τους πολιτικούς σχηματισμούς. Αρκεί να σημειώσω πως η τελευταία φορά που επανεξελέγη ένας εν ενεργεία πρόεδρος ήταν το 2002. Εκτοτε σε κάθε εκλογή που ακολούθησε (τρεις με την τωρινή) εκλέγεται ένα νέο πρόσωπο.
Η προεδρική εκλογή όμως δεν είναι παρά το πρώτο ημίχρονο. Θα ακολουθήσουν οι δυο γύροι των βουλευτικών εκλογών στις 11 και 18 Ιουνίου.
Και τότε οι δυο μεγάλες πολιτικές οικογένειες της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς, ακόμη κι αν δεν περάσουν στον δεύτερο γύρο της προεδρικής εκλογής, θα αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία της νέας Βουλής.
Ως εκ τούτου, από τους τέσσερις υποψηφίους μόνο ο Φιγιόν μπορεί να ελπίζει σε μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οι άλλοι τρεις κινδυνεύουν αν κερδίσουν να αποδειχθούν στρατηγοί χωρίς στρατούς.
Κι όπως είναι διαμορφωμένο το γαλλικό θεσμικό σύστημα, ένας πρόεδρος χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι μια εξασφαλισμένη προοπτική αστάθειας κι αβεβαιότητας.
Από εκεί και πέρα θα αρχίσουν βεβαίως τα παζάρια, οι διευθετήσεις κι ενδεχομένως οι συμβιβασμοί. Αλλά μια ασταθής και δυσκίνητη Γαλλία είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται σήμερα η Ευρωπαϊκή Ενωση.
Πολύ φοβούμαι όμως ότι δύσκολα θα το αποφύγουμε.
Ακόμη κι αν εκλεγεί ο Μακρόν (που είναι ίσως η πιο σταθεροποιητική περίπτωση από τους τέσσερις), δύσκολα θα βρει τον Ιούνιο μια ισχυρή και συμπαγή κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να κυβερνήσει. Θα αντέξει όσο αντέχει η προσωπική δημοφιλία του και μετά θα αρχίσει το ξήλωμα.
Ενα τελευταίο ερώτημα. Πώς έφτασαν εκεί οι Γάλλοι; Πώς κατάφεραν να γίνουν η πρώτη χώρα της Ευρώπης που απειλείται ταυτοχρόνως και από τον δεξιό και από τον αριστερό λαϊκισμό;
Υπάρχει ασφαλώς κοινωνική δυσφορία, αλλά είναι μια χώρα που δεν έχει δοκιμαστεί από σκληρή λιτότητα ούτε έχει πιεστεί οικονομικά από την υπόλοιπη Ευρώπη.
Οταν ρωτήθηκε ο Γιούνκερ γιατί η Κομισιόν επιτρέπει στη Γαλλία ελλείμματα που ξεπερνούν το 4%-5% του ΑΕΠ, έδωσε την αφοπλιστική απάντηση: «Επειδή είναι η Γαλλία!».
Η προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής της είναι και ήπια και αργή.
Συνεπώς, κάπου αλλού πρέπει να βρίσκεται η εξήγηση. Στην κατάλυση του κοινωνικού ιστού των πόλεων; Στη μαζική εισροή μεταναστών; Στη μεταβολή του αστικού περιβάλλοντος;
Σε μια παράδοση πολιτικού λαϊκισμού που συνάντησε την κοινωνική δυσφορία;
Στην επικράτηση ενός πολιτικού προσωπικού όπου το ταλέντο, η σοβαρότητα κι η συγκρότηση σπανίως συγκεντρώνονται στο ίδιο πρόσωπο;
Μήπως όλα αυτά μαζί κι από λίγο το καθένα;
Είναι δύσκολο να πω και δεν μου αρέσει να κάνω τον κοινωνιολόγο του ποδαριού.
Η Γαλλία όμως βρίσκεται σε κρίση. Σε πολυεπίπεδη κρίση. Και ως εκ τούτου, το μόνο που μπορεί κάποιος να ευχηθεί είναι να μην εξαγάγει την κρίση της στην Ευρώπη.
Γιατί τότε χαθήκαμε!