Η ακολούθηση ενός διαιτολογίου που περιορίζει ορισμένα αμινοξέα μπορεί να επιβραδύνει την ανάπτυξη ορισμένων καρκινικών όγκων, αναφέρουν βρετανοί επιστήμονες.
Σε πειράματα με ποντίκια που είχαν καρκίνο, ανακάλυψαν πως αφαιρώντας από τη διατροφή τους δύο μη-βασικά αμινοξέα, την σερίνη και την γλυκίνη, τα ζώα έζησαν περισσότερο διότι αυξήθηκε και η αποτελεσματικότητα των αντικαρκινικών θεραπειών που έκαναν.
Ωστόσο οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι κανένας ασθενής δεν πρέπει να κάνει ανάλογες προσαρμογές στη διατροφή του, εάν δεν του το συστήσει ο γιατρός του.
Όπως εξηγούν οι ερευνητές στην επιστημονική επιθεώρηση Nature,τα ζώα έπασχαν από λέμφωμα ή καρκίνο του εντέρου.
Τα δύο αμινοξέα που αφαιρέθηκαν από τη διατροφή τους δεν είναι διαιτητικώς απαραίτητα διότι ο οργανισμός μπορεί να τα συνθέσει και από άλλες διαθέσιμες ενώσεις, εξήγησαν οι επιστήμονες.
Τα οφέλη παρατηρήθηκαν έπειτα από σύντομο περιορισμό των δύο αμινοξέων στη διατροφή των ζώων.
Τα δύο αμινοξέα επελέγησαν για αφαίρεση επειδή είναι καλά τεκμηριωμένο ότι συμμετέχουν σε διάφορες διεργασίες οι οποίες υποστηρίζουν την ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων, γράφουν οι ερευνητές στο άρθρο τους.
«Η διατροφή μας είναι πολύπλοκη και οι πρωτεΐνες, που αποτελούν την κύρια πηγή όλων των αμινοξέων, είναι απαραίτητες για την υγεία και την ευεξία», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Κάρεν Βούσντεν, καθηγήτρια Βιολογίας του Καρκίνου και επιστημονική διευθύντρια του ερευνητικού οργανισμού Cancer Research UK.
«Γι’ αυτό τον λόγο προετοιμάζουμε κλινικές (με ανθρώπους) μελέτες ώστε να δούμε κατ’ αρχήν σε υγιείς ανθρώπους με ποια διαιτολόγια θα μπορούσαν να αφαιρεθούν με ασφάλεια τα δύο αμινοξέα από τη διατροφή και πόσο ανεκτά και εύκολα στην ακολούθηση θα είναι».
Οι ερευνητές πρέπει επίσης να εξετάσουν σε ποιες μορφές καρκίνου θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική αυτού του είδους η διατροφική παρέμβαση. Και αυτό, διότι η μελέτη τους έδειξε ακόμα πως τα ποντίκια που έφεραν ενεργή μορφή ενός συγκεκριμένου γονιδίου (λέγεται Kras), δεν ανταποκρίνονταν σε αυτήν.
Στους ανθρώπους, το συγκεκριμένο γονίδιο υπάρχει στους περισσότερους παγκρεατικούς όγκους, είπε η δρ Βούσντεν.