Η ελληνική κυβέρνηση από αύριο ξεκινά να ανεβαίνει τον γολγοθά των μέτρων ύψους 3,6 δισ. ευρώ για την εξειδίκευση της πολιτικής συμφωνίας σε τεχνική, με την ελπίδα, όταν φτάσει το Eurogroup της 22ας Μαΐου, ο βράχος του χρέους να μην κατρακυλήσει από την άλλη πλευρά. Ο Σίσσυφος στοιχειώνει ήδη τις προσδοκίες στο κυβερνητικό στρατόπεδο, καθώς το στόρι της Ουάσιγκτον κάθε άλλο παρά επιβεβαιώθηκε και το σενάριο της παράτασης της εκκρεμότητας για το χρέος «για λίγες ακόμα εβδομάδες» έχει βγει στο προσκήνιο.
Οι δανειστές ετοίμασαν και παραδίδουν στον Ευκλείδη Τσακαλώτο τα κείμενα των αναθεωρημένων Μνημονίων με την Κομισιόν (SMOU) και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (MEFP), το οποίο δεν έχει δώσει ακόμα το πράσινο φως για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Στην καλύτερη περίπτωση αναμένεται να λάβει τις αποφάσεις του τον Ιούνιο, εφόσον νωρίτερα οι Ευρωπαίοι έχουν πάρει τις απαραίτητες αποφάσεις για το χρέος.
ΤΟΜΣΕΝ ΚΑΙ ΜΟΣΚΟΒΙΣΙ εξέφρασαν την προσδοκία άμεσης επίτευξης συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο (Staff Level Agreement) για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, με τον κοινοτικό επίτροπο να δηλώνει αισιόδοξος.
Πηγή κοντά στις διαπραγματεύσεις άλλωστε επισημαίνει ότι «οι λεπτομέρειες τρώνε χρόνο», εκτιμώντας ότι οι 27 ημέρες οι οποίες απομένουν έως το Eurogroup του Μαΐου ενδεχομένως να μην είναι επαρκείς για να οριστικοποιηθούν Μνημόνια και νομοσχέδια και να έχουν ψηφιστεί στο σύνολό τους οι απαιτούμενες παρεμβάσεις.
ΤΟ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ, βέβαια, προβλέπει ψήφιση του εφαρμοστικού νόμου για τη συμφωνία έως τις 15 Μαΐου, ώστε στις 22 του μήνα κανείς εκ των δανειστών και των υπουργών της ευρωζώνης να μην μπορεί να επιρρίψει ευθύνες τυχόν καθυστερήσεων στην ελληνική πλευρά.
Από τις δηλώσεις Τόμσεν προέκυψε ότι το ΔΝΤ θα μπορούσε να συμβιβαστεί με έναν οδικό χάρτη μελλοντικών παρεμβάσεων στο χρέος (μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018), ο οποίος θα ήταν απολύτως σαφής ως προς τα μέσα τα οποία θα χρησιμοποιηθούν, αλλά όχι τόσο αναλυτικός σε ζητήματα ποσοτικοποίησης.
Είναι όμως αμφίβολο αν μια τέτοια απόφαση θα ικανοποιούσε και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προκειμένου να αποφασίσει την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, που αποτελεί πλέον τον επίσημο κυβερνητικό στόχο.