Θα έλεγε κανείς ότι ζουν σε ένα παράλληλο σύμπαν. Την ώρα που οι Γάλλοι αποφασίζουν για το μέλλον της Ευρώπης και σχεδόν οι μισοί Ελληνες (44%!) δηλώνουν πως πρέπει να εξεταστεί σοβαρά η αποχώρηση της χώρας από την ευρωζώνη, εκείνοι τσακώνονται για το αν η Δημοκρατική Συμπαράταξη θα κάνει ανοιχτό συνέδριο, συνδιάσκεψη ή μια συγκέντρωση που θα αποθεώσει τη Μεγάλη Πορεία της Αρχηγού προς την Εξουσία. Κι ύστερα τα σπάνε και βγάζουν δύο ανακοινώσεις για τις ψηφοφορίες, λες και σχολιάζουν τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών…
Εσωσε όμως την παρτίδα ο ευρωβουλευτής με μια λέξη: Επινέ. Κι έδωσε έτσι επίκαιρο, γαλλικό, χρώμα στις συνταρακτικές εξελίξεις στην ελληνική Κεντροαριστερά. Κανείς δεν μπορεί πλέον να κατηγορήσει τους πασόκους ότι ομφαλοσκοπούν. Συμμετέχουν κι αυτοί με τον τρόπο τους στη γενικότερη κατάρρευση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Και αποδεικνύουν ότι δικαίως κατέχουν το κοπιράιτ της λέξης «πασοκοποίηση».
Ο Νίκος Ανδρουλάκης εξελέγη βέβαια σε άλλου τύπου εκλογές με μια μάλλον διαφορετική αποστολή: να φέρει πιο κοντά την Ελλάδα και την Ευρώπη. Παραμένει όμως μάχιμο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ. Και είναι ένας νέος άνθρωπος, «παιδάκι» όπως τον χαρακτήρισε (απαξιωτικά) επιτελικό στέλεχος της Χαριλάου Τρικούπη. Ανησυχεί λοιπόν βλέποντας την αρχηγό να κλείνει το κόμμα αντί να το ανοίγει και να κρατά ίσες αποστάσεις από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι ο μόνος, υπάρχει κι ο Ξεκαλάκης. Ούτε ο πιο επιφανής, υπάρχει κι ο Βενιζέλος, που αισθάνεται όλο και πιο άβολα και δεν διστάζει να το δείχνει.
Γιατί η Φώφη Γεννηματά δεν θέλει ένα ιδρυτικό συνέδριο σαν κι αυτό που ζητά ο ευρωβουλευτής της; Η απάντηση ίσως να βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο περιγράφει ο Ζακ Ζιλιάρ το Σοσιαλιστικό Συνέδριο του Επινέ, τον Ιούνιο του 1971: ο Φρανσουά Μιτεράν «εισέρχεται στο συνέδριο χωρίς την κάρτα του κόμματος, για να εξέλθει δυο μέρες αργότερα με τον τίτλο του Πρώτου Γραμματέα. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα έπεσε στις αγκάλες του, όπως η Γαλλία είχε πέσει δεκατρία χρόνια νωρίτερα στις αγκάλες του Ντε Γκολ».(«Οι Αριστερές της Γαλλίας», εκδ. Πολις).
Η αλήθεια όμως είναι ότι ο Μιτεράν της Ελλάδας δεν υπάρχει. Υπάρχουν μόνο ηγετίσκοι, που ευνοούνται προς στιγμήν από τη συγκυρία, αλλά διστάζουν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη δυναμική για να ανοιχτούν στις προκλήσεις. Λιγότερο ή περισσότερο τολμηροί, προτιμούν να περιχαρακωθούν παρά να κτίσουν. Δείχνουν να μην έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Μα τότε πώς περιμένουν να τους εμπιστευτούν οι ψηφοφόροι;
Το μεγάλο κόμμα της Κεντροαριστεράς θα χρειαστεί να περιμένει –και ορθώς ο Μητσοτάκης συγκεντρώνεται στον στόχο της αυτοδυναμίας. Δεν είναι περίεργο. Οταν οι αριστεροί εμφύλιοι μαίνονται στη Γαλλία ή στη Βρετανία, γιατί εδώ να είναι διαφορετικά; Ο,τι κι αν λένε οι δημοσκοπήσεις, τελικά είμαστε πιο Ευρωπαίοι απ’ ό,τι νομίζουμε.