«Ολοι οι Ελληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια»
Σύνταγμα της Ελλάδας, άρθρο 16, παρ. 4
Το συνταγματικό δικαίωμα στη δωρεάν παιδεία όμως οι Ελληνες το πληρώνουμε εν τέλει πανάκριβα, αφού, όπως προκύπτει από έρευνα που δημοσιοποίησε χθες το Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ, ούτε λίγο ούτε πολύ οι οικογένειες το 2014 πλήρωσαν 4 ευρώ για κάθε 6 ευρώ που έβαλε το κράτος! Συνολικά κατέβαλαν σχεδόν… 3,8 δισ. ευρώ για τις πάσης φύσεως εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών τους. Από αυτά τα χρήματα, που αποτελούν ποσοστό περίπου 40% των συνολικών δαπανών (δημόσιων και ιδιωτικών) για την παιδεία, τα 1,4 δισ. ευρώ αφορούσαν δαπάνη για εξωσχολική υποστήριξη και συγκεκριμένα 500,8 εκατ. ευρώ για δίδακτρα φροντιστηρίων, 271 εκατ. ευρώ για ιδιαίτερα μαθήματα και 660,1 εκατ. ευρώ για ξένες γλώσσες. Δηλαδή για δραστηριότητες που, υποτίθεται, ότι παρέχονται στο δημόσιο σχολείο. Τα υπόλοιπα χρήματα διατέθηκαν για δίδακτρα σε ιδιωτικά σχολεία (973 εκατ. ευρώ) και για να σπουδάσουμε τους φοιτητές μας σε εσωτερικό και εξωτερικό (834 εκατ. ευρώ). Επίσης οι οικογένειες πλήρωσαν 253 εκατ. ευρώ σε σχολικά βιβλία-βοηθήματα, 186 σε μαθήματα πληροφορικής, τέχνης κ.λπ. και 66 εκατ. σε μπέιμπι σίτινγκ –ώστε να μπορούν να δουλεύουν για να πληρώνουν…

Οπως σημειώνουν οι ερευνητές, υπό τον επιστημονικό σύμβουλο του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ Νίκο Παΐζη, η δημόσια δαπάνη για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση ανήλθε το 2014 σε 1.528,9 ευρώ ανά μαθητή, που αντιστοιχεί στο 64,3% της συνολικής δαπάνης (δημόσια και ιδιωτική) για Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση (2.343,8 ευρώ ανά μαθητή), ενώ το 35,7% (814,9 εκατ. ευρώ) αφορά τις ιδιωτικές δαπάνες για Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Αντίστοιχα, η δημόσια δαπάνη για Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση το ίδιο έτος είναι οριακά υψηλότερη, 1.588 ευρώ ανά μαθητή, που αντιστοιχεί στο 49,3% της συνολικής δαπάνης για Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (3.218,2 ευρώ ανά μαθητή), ενώ το 50,7% (1.630,2 εκατ. ευρώ) αφορά τις ιδιωτικές δαπάνες για Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η δημόσια δαπάνη ανά μαθητή για Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση το 2014 είναι οριακά υψηλότερη της αντίστοιχης για Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, ενώ η ιδιωτική δαπάνη ανά μαθητή για Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση την ίδια χρονιά είναι διπλάσια της αντίστοιχης για Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Αυτό σημαίνει ότι στη χώρα μας η εκπαίδευση χρηματοδοτείται από τις δύο πηγές χρηματοδότησης (κράτος – οικογένειες) με μια αναλογία 60-40.

Συγκεκριμένα, το 2014 οι πραγματοποιηθείσες συνολικές (δημόσιες και ιδιωτικές) δαπάνες για εκπαίδευση ανήλθαν στο ποσό των 9.387,4 εκατ. ευρώ (ποσό που αντιστοιχεί στο 5,3% του ΑΕΠ), εκ των οποίων το 59,8% (5.614,8 εκατ. ευρώ) αφορά τις δημόσιες δαπάνες για εκπαίδευση, ενώ το 40,2% (3.772,6 εκατ. ευρώ) αφορά τις ιδιωτικές δαπάνες για εκπαίδευση αντίστοιχα. Χωρίς αυτές, το ποσοστό επί του ΑΕΠ που το κράτος ξοδεύει για τα παιδιά του πέφτει στο εντελώς ανεπαρκές 3,16%. Και αυτά συμβαίνουν παρά τη μείωση της δημόσιας δαπάνης για εκπαίδευση κατά 54,7% ή κατά 4,5 δισ. ευρώ έναντι του 2008 και την ανάλογη μείωση της ιδιωτικής δαπάνης κατά 31,8% ή κατά 1,7 δισ. ευρώ έναντι του 2009, λόγω της κρίσης.

Απουσία στρατηγικής
Οπως τόνισε στην ομιλία του ο διευθύνων σύμβουλος του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ Μιχάλης Κουρουτός αλλά και όπως συμφώνησαν –παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις –όσοι πήραν τον λόγο στην εκδήλωση, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν πάσχει μόνο από τις συνέπειες της κρίσης, αλλά οι παθογένειές του οφείλονται κατά κύριο λόγο στη διαχρονική έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού.

Αναφερόμενος στις δαπάνες για την εκπαίδευση, ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου σημείωσε ότι το ποσοστό του 3,16% του ΑΕΠ «έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να το λέμε, να το πιέζουμε από παντού να γίνει μέρος τής πιο επίσημης θέσης μας, διότι δεν μπορεί οι θεσμοί να επιμένουν στο 4,4% και να μας λένε ότι δεν ξέρουμε να διαβάζουμε τα στοιχεία ή ότι δεν είναι έγκυρα. Ξέρετε ότι από το 3,16% έως το 4,4% είναι κάποια δισεκατομμύρια η διαφορά».

Και επανέλαβε ότι πρόθεση της κυβέρνησης είναι να προχωρήσει σε μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών, χωρίς όμως να προσδιορίσει τον χρόνο και τον αριθμό. Παρόντες στην παρουσίαση ήταν επίσης η υπεύθυνη του Τομέα Παιδείας ΝΔ Νίκη Κεραμέως και ο πρώην υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης, ο οποίος τόνισε ότι τα Μνημόνια αφήνουν πίσω τους σχολεία υποστελεχωμένα σε προσωπικό με ανεπαρκώς συντηρούμενες υποδομές, συνεπώς στόχος προτεραιότητας πρέπει να είναι η αύξηση των δαπανών για την εκπαίδευση.

Στα πρόθυρα της κατάρρευσης το εκπαιδευτικό σύστημα

Αλλα ευρήματα της έρευνας του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ περιγράφουν ένα εκπαιδευτικό σύστημα στα πρόθυρα της κατάρρευσης, καθώς διαπιστώνεται μείωση και γήρανση του διδακτικού προσωπικού, μείωση μαθητών λόγω υπογεννητικότητας αλλά αύξηση αλλοδαπών μαθητών, οριακή επάρκεια υποδομών χωρίς δαπάνες ανανέωσης, εγκατάλειψη του σχολείου από όχι μικρό αριθμό παιδιών, εξάντληση οικονομικών πόρων, αλλά και γεωγραφικές εκπαιδευτικές ανισότητες στα παραγόμενα εκπαιδευτικά αποτελέσματα στις διάφορες περιοχές της χώρας. Ενδεικτικά, το ΚΑΝΕΠ κατέγραψε σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση το 2014 τα εξής:

* Συνεχή μείωση του μαθητικού πληθυσμού των δημοτικών σχολείων κατά 4,5% ή κατά 29.615 μαθητές/-τριες έναντι του 2004 (το φαινόμενο θα επιδεινωθεί λόγω υπογεννητικότητας).

* Φοιτούσαν 142.613 αλλοδαποί μαθητές και συγκεκριμένα: 17.253 στο Νηπιαγωγείο, 67.410 στο Δημοτικό, 32.477 στο Γυμνάσιο, 13.557 στο Γενικό Λύκειο και 11.916 στο Επαγγελματικό Λύκειο & ΕΠΑΣ.

* Φοιτούσαν σε ειδικές τάξεις του Νηπιαγωγείου 1.936 μαθητές/-τριες και 22.930 μαθητές/-τριες φοιτούσαν σε ειδικές τάξεις του Δημοτικού.

* Η επάρκεια των υποδομών (αίθουσες διδασκαλίας, εργαστήρια, αίθουσες πολλαπλών χρήσεων, βιβλιοθήκη, γυμναστήρια) στον δημόσιο τομέα της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ήταν οριακά επαρκής αλλά δεν καταγράφονται παρά ελάχιστες σχετικές δαπάνες για ανακαίνιση των υποδομών και ανανέωση του εξοπλισμού.

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι εκτός από τα εργαστήρια φυσικών επιστημών και πληροφορικής, με τα οποία έχει πλέον εξοπλιστεί η πλειονότητα των σχολικών μονάδων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, εμφανίζονται σημαντικές ελλείψεις σε εργαστήρια ξένων γλωσσών και τεχνολογίας, καθώς και σε άλλες βασικές υποδομές μιας σχολικής μονάδας, όπως η βιβλιοθήκη, το γυμναστήριο και οι αίθουσες πολλαπλών χρήσεων.

* Το διδακτικό προσωπικό της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης μειώθηκε κατά 32.717 έναντι του 2008.

* Γήρανση του διδακτικού προσωπικού με μέση ηλικία εκπαιδευτικών 41,4 ετών στο Νηπιαγωγείο, 42,2 στο Δημοτικό, 45,7 στο Επαγγελματικό Λύκειο, 46,3 στο Γυμνάσιο και 47,5 στο Γενικό Λύκειο.

* Διέκοψαν αδικαιολόγητα τη φοίτησή τους πριν τη λήξη της χρονιάς συνολικά 37.610 μαθητές/-τριες.

* Υπηρετούν στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση συνολικά 10.948 αναπληρωτές εκπαιδευτικοί όταν οι αντίστοιχες ανάγκες για το σχολικό έτος 2017-2018 εκτιμώνται τουλάχιστον διπλάσιες του 2014.

4,5% ήταν το 2014 η μείωση του μαθητικού πληθυσμού των Δημοτικών Σχολείων σε σύγκριση με το 2004

37 χιλιάδες μαθητές/τριες διέκοψαν αδικαιολόγητα τη φοίτησή τους πριν από τη λήξη της χρονιάς, το 2014