Ο Μακρόν δεν είναι Λεπέν και ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι ο νέος φασισμός. Εύκολο να το γράφεις, δύσκολο να πείθεις. Κανένας άλλος αυτοματισμός δεν λειτούργησε τόσο δραστικά την τελευταία οκταετία όσο ο εξισωτισμός. Οι Γερμανοί ήθελαν μία ρεβάνς από την Ελλάδα και βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία με την κρίση για μια «δεύτερη εισβολή». Ο οικονομικός φιλελευθερισμός δεν ήταν τίποτε άλλο από το προσωπείο των οικονομικών ελίτ που επιδιώκουν να απορροφήσουν τον ήλιο, τον αέρα και τη θάλασσα της Ελλάδας. Ακόμη και στην documenta 14 άνοιξε ένα παράθυρο που επιτρέπει τις συγκρίσεις ανάμεσα στην πρόσφατη ελληνική ιστορία (δικτατορία) και τη σημερινή συγκυρία (η «επιβολή του νεοφιλελευθερισμού»).
Αν η ηγέτις του Εθνικού Μετώπου διασώζεται μέσω του πιασάρικου εξισωτισμού, η Χρυσή Αυγή έχει ήδη «ξεπλυθεί» μέσα από το κατενάτσιο εντός και εκτός ελληνικού Κοινοβουλίου –από την εποχή της Ζωής Κωνσταντοπούλου μέχρι σήμερα. Ακόμη και πάνω από το Κακό υπάρχει ο απόλυτος εχθρός: οι πολιτικοί που πιστεύουν ακόμη στην ελεύθερη αγορά, στην ισχυρή Ευρώπη, στο Μνημόνιο όχι ως αυτοσκοπό, αλλά ως μέσο μεταρρυθμίσεων.
Παραείναι ελληνική αυτή η λογική, για να την αφήσουμε απέξω. Στον πυκνό πολιτικό χρόνο των τελευταίων οκτώ ετών οι πιο εύκολες κατηγορίες του ανέξοδου λαϊκισμού για τους αντιπάλους του ήταν τα «γερμανοτσολιάδες», «προδότες» και «εθελόδουλοι». Οποιος συμφωνούσε με τον Σόιμπλε για την ανάγκη αλλαγής του οικονομικού παραδείγματος ήταν «εχθρός του λαού». Οι οπαδοί της φιλελεύθερης ιδεολογίας τσουβαλιάζονταν σαν ξένο σώμα που πρέπει να αποκοπεί από τη δημόσια σφαίρα και μόνο οι αυτοκληθέντες αριστεροί μιλούσαν στο όνομα της απόλυτης αλήθειας. Ηταν οι ιδιοκτήτες όλων των συγκρίσεων και των διακρίσεων που έφερνε μαζί της η εμφυλιοπολεμική λογική. Γι’ αυτό και το ανώτατο στάδιο του εξισωτισμού δεν είναι τελικά η κατάργηση των ορίων. Είναι η πόλωση για να εμφανιστεί ένα νέο σύνορο: εκείνο που θεσπίζει απέναντι σε όλους η πρώτη φορά Αριστερά.