«Το πρόβλημα της Ελλάδας βρίσκεται στην αναποτελεσματική διοίκησή της» επαναλαμβάνουν σταθερά εταίροι και θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η διοίκηση είναι όντως το μείζον πρόβλημα. Μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα είναι η ασυνάρτητη σκέψη στην πολιτική και στη διοίκηση. Ερευνητές του φημισμένου ινστιτούτου Max Planck της Γερμανίας έχουν προτείνει ως λύση την πρόσληψη σε ανώτατες διοικητικές θέσεις περίπου 1.000 στελεχών με υψηλά προσόντα από τους πολυπληθείς απόδημους Ελληνες. Αλλά αυτή η «μεταμόσχευση εγκεφάλων», όπως έχει ονομαστεί, θα αλλάξει κάτι κι αν ακόμη υποθέσουμε ότι το μόσχευμα δεν απορρίπτεται από τον οργανισμό, κάτι όχι εντελώς απίθανο (στο παρελθόν όταν επιχειρήθηκε κάτι ανάλογο με έλληνες στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το πείραμα δεν απέδωσε).
Η εμπειρία από τη σύμπραξή μου με το διοικητικό σύστημα της χώρας (και μάλιστα το πλέον εκσυγχρονισμένο τμήμα του, το υπουργείο Εξωτερικών) λέει όχι δεν θα αλλάξει. Τέτοια πειράματα δεν αποδίδουν, παρά την κάποια θετική ώσμωση που δημιουργούν. Οι αιτίες για τη διοικητική ανεπάρκεια της χώρας είναι πολλές. Το φαινόμενο είναι σύνθετο, αλλά κατά βάση είναι πρόβλημα αντιλήψεων, σκέψης, κουλτούρας. Η διάχυτη κυριαρχούσα διοικητική κουλτούρα δεν είναι αυτή της επίλυσης των προβλημάτων (problem – solving culture) αλλά ακριβώς το αντίθετο, της διαιώνισης των προβλημάτων. Είναι μια κουλτούρα υποταγής, παθητικότητας, ρηχότητας, ασφυκτικής αποδοχής της κομφορμιστικής σκέψης χωρίς την αμφισβήτηση, την πρωτοβουλιακή εγρήγορση, την αναζήτηση των εναλλακτικών προσεγγίσεων. Και αυτή η κουλτούρα κυριαρχεί γιατί αυτή θέλει άλλωστε η εκάστοτε πολιτική τάξη/ηγεσία. Δεν επιτρέπει ουσιαστικά τίποτα το καινοτόμο, το εναλλακτικό, το πρωτοβουλιακό, το ανεξάρτητο, το γρήγορο, το προκλητικό. Διαβάστε για σύγκριση το κείμενο της επιστολής που απηύθυνε στα διοικητικά στελέχη ο Ιβάν Ρότζερς, ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Βρετανίας στην ΕΕ μετά την υποβολή της παραίτησής του. Γράφει μεταξύ άλλων, «… ελπίζω ότι θα συνεχίσετε να αμφισβητείτε τα σαθρά επιχειρήματα και την ασυνάρτητη σκέψη (εννοεί των πολιτικών). Οτι ποτέ δεν θα φοβηθείτε να πείτε την αλήθεια σε όσους βρίσκονται στην εξουσία (…) Οτι θα συνεχίσετε να ενδιαφέρεστε για τις απόψεις των άλλων έστω κι αν διαφωνείτε με αυτές και θα προσπαθείτε να κατανοήσετε γιατί οι άλλοι δρουν και σκέπτονται με έναν συγκεκριμένο τρόπο».
Αυτά ακριβώς τα στοιχεία συγκροτούν το πολιτιστικό υπόβαθρο μιας αποτελεσματικής διοίκησης. Θα μπορούσε κάποιος να σκεφθεί ένα ανώτερο διοικητικό στέλεχος της χώρας μας να απευθύνει τέτοιες ασεβείς συστάσεις στη διοίκηση; Αδιανόητο. Η ελληνική πολιτική τάξη δεν τα επιτρέπει αυτά. Στην πολυετή σύμπραξή μου με το ελληνικό πολιτικό – διοικητικό σύστημα είχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω. Οι εξαιρέσεις έχουν όμως ενδιαφέρον και λένε πάρα πολλά. Ετσι ο Κώστας Σημίτης, π.χ., υπήρξε ο καλύτερος πρωθυπουργός στη μεταπολιτευτική Ελλάδα γιατί, μεταξύ άλλων, αναζητούσε και ενθάρρυνε τις εναλλακτικές προσεγγίσεις και τη δημιουργική σκέψη αλλά και τις «αλήθειες των άλλων», όπως θα έλεγε και ο πλέον στενός συνεργάτης του, ο αείμνηστος Νίκος Θέμελης. Ο Θόδωρος Πάγκαλος υπήρξε ένας από τους καλύτερους υπουργούς Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της χώρας γιατί ακριβώς επέτρεπε την ανεξαρτησία, την πρωτοβουλιακή σκέψη και προσέγγιση στη διαχείριση των ευρωπαϊκών θεμάτων, παρά τον εκρηκτικό χαρακτήρα του. Δεν θα ξεχάσω όταν ως πρεσβευτής – σύμβουλος στο ΥΠΕΞ τον ρώτησα πώς θα έπρεπε να διαπραγματευθώ το πρώτο πακέτο των διαρθρωτικών κανονισμών (με τον Αλ. Κρητικό στις Βρυξέλλες) και μου απάντησε «είσαι ελεύθερος να κάνεις τη διαπραγμάτευση που εσύ νομίζεις καλύτερη, αλλά κοίτα μην κάνεις και καμιά μ…!». Τα ίδια προτερήματα χαρακτήριζαν και τον Γιάννο Κρανιδιώτη. Δεν είναι ίσως εντελώς τυχαίο ότι αυτό το τρίο (Σημίτης, Πάγκαλος, Κρανιδιώτης) κατάφερε το σχεδόν ακατόρθωτο, να οδηγήσει την Κύπρο στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Θα μπορούσα να αναφέρω και κάποιες άλλες εξαιρέσεις. Αυτό που έχει σημασία να υπογραμμιστεί είναι ότι η σχέση διοίκησης – πολιτικής εξουσίας αλλά και η συναφής κουλτούρα πρέπει να αλλάξουν. Οι διατυπώσεις Ρότζερς υποδεικνύουν μια ορθή κατεύθυνση.
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών