«Περιμέναμε να ξαναζήσουμε το 2002 –με τη συγκρότηση ενός ρεπουμπλικανικού μετώπου ενάντια στον κίνδυνο της Ακροδεξιάς, ενός συνασπισμού ακόμη μεγαλύτερου, αφού η απειλή διογκώθηκε σημαντικά μέσα στα 15 τελευταία χρόνια –και αντ’ αυτού επανεμφανίστηκε το 1995∙ το 1995 και η “κοινωνική ρήξη” πάνω στην οποία είχε πατήσει τότε επιδέξια ο Ζακ Σιράκ ώστε να εκθρονίσει τον Εντουάρ Μπαλαντίρ, το φαβορί των δημοσκοπήσεων».
Με αυτό τον τρόπο ξεκινούσε χθες το χρονογράφημά της στη «Monde» η Φρανσουάζ Φρεσόζ. Η ανησυχία της ήταν απτή και με βάση τις δημοσκοπήσεις απολύτως δικαιολογημένη. Η καθημερινή δημοσκόπηση του Opinionway-ORPI εμφάνισε τον Εμανουέλ Μακρόν στο 59% έναντι 41% της Μαρίν Λεπέν –ο επικεφαλής του En Marche! έπεσε για πρώτη φορά μετά τον πρώτο προεδρικό γύρο κάτω από το 60%, καταγράφοντας πτώση 2% μέσα σε μόλις τρεις ημέρες. Γιατί μέσα στο διάστημα αυτό «έχασε» το 10% των ψηφοφόρων του ακροαριστερού Ζαν-Λικ Μελανσόν και το 19% των ψηφοφόρων του Σοσιαλιστή Μπενουά Αμόν.
Τη Δευτέρα δήλωναν πως θα τον ψηφίσουν ένα 55% των ψηφοφόρων του πρώτου και ένα 83% των ψηφοφόρων του δεύτερου. Τρεις ημέρες αργότερα, τα αντίστοιχα ποσοστά είχαν πέσει στο 45% και το 64% –και η αποχή ολοένα και ανέβαινε μεταξύ των συγκεκριμένων ψηφοφόρων. Μόνο τα ποσοστά του μεταξύ των ψηφοφόρων του δεξιού Φρανσουά Φιγιόν παρέμεναν σταθερά, από 44% πήγαν στο 45%. Η αποχή όμως είχε ανεβεί πολύ και σε αυτή την κατηγορία, από 18% στο 26%. Την ίδια ώρα, άλλη δημοσκόπηση της Odoxa, βαρόμετρο δημοφιλίας αυτή τη φορά, έδειχνε τον Μακρόν να παραμένει μεν πρώτος, με 41%, αλλά έχοντας χάσει τέσσερις μονάδες –τις οποίες εισέπραξε η Λεπέν, φτάνοντας στο 33%. Και μια τρίτη δημοσκόπηση της Elabe έδειχνε πως μόλις ένα 43% των Γάλλων θεωρούν ότι ο Μακρόν έκανε ένα καλό ξεκίνημα στην εκστρατεία του για τον δεύτερο προεδρικό γύρο έναντι 50% υπέρ της Λεπέν. «Εγώ ανησυχώ από το πρώτο βράδυ» δήλωνε ο επικεφαλής των Σοσιαλιστών Ζαν-Κριστόφ Καμπαντελίς, στηλιτεύοντας για μια ακόμα φορά την επινίκια ομιλία του Μακρόν την Κυριακή. «Οταν την είδα σκέφτηκα: δεν συνειδητοποιεί τη σοβαρότητα της κατάστασης» επανέλαβε.
Το βράδυ του πρώτου προεδρικού γύρου, όπου απέσπασε 24,01% των ψήφων έναντι 21,30% της Λεπέν, ο ανεξάρτητος, σοσιαλφιλελεύθερος υποψήφιος έδωσε σε πολλούς την εντύπωση, στη διάρκεια της ομιλίας του, πως θεωρούσε τη νίκη του στον δεύτερο γύρο δεδομένη και είχε ήδη στρέψει το βλέμμα στον επονομαζόμενο «τρίτο γύρο», τις κοινοβουλευτικές εκλογές του Ιουνίου. Αυτή η εντύπωση της επιπολαιότητας, αν όχι αλαζονείας, ενισχύθηκε από την εορταστική έξοδο που έκανε, το ίδιο βράδυ, παρέα με συνεργάτες αλλά και γνωστούς υποστηρικτές του σε μια γνωστή μπρασερί του Παρισιού, τη La Rotonde –δίνοντας πάτημα στους αντιπάλους του να κάνουν συγκρίσεις με τη διαβόητη έξοδο του Νικολά Σαρκοζί, τη βραδιά της νίκης του το 2007, στο Fouquet’s των Ηλυσίων Πεδίων, παρέα τότε με τους πάμπλουτους φίλους του. Κι έπειτα, το επόμενο διήμερο, έδωσε την εντύπωση πως αναπαύεται στις δάφνες του –ενώ την ίδια ώρα η Λεπέν συνέχιζε να φωνασκεί, καταφέρνοντας να επιβάλει την κοινωνική ρήξη ως κυρίαρχο θέμα της εκστρατείας για τον δεύτερο γύρο: όλοι οι εκλογικοί χάρτες, άλλωστε, είχαν δείξει από τη Δευτέρα τη συνύπαρξη δύο «Γαλλιών», με βαθιά ρήγματα ανάμεσά τους.
Τα ρήγματα στο ρεπουμπλικανικό μέτωπο
Αρωγός στην προσπάθεια της Μαρίν Λεπέν τα ρήγματα που έχει εμφανίσει και το ίδιο το «ρεπουμπλικανικό μέτωπο». Μετά την πρόκριση του πατρός της στον δεύτερο γύρο το 2002 οι πάντες είχαν φωνάξει αυθόρμητα «Οχι». Αυτή τη φορά ο Ζαν-Λικ Μελανσόν προτίμησε τη σιωπή με πρόφαση μια ηλεκτρονική διαβούλευση με τους υποστηρικτές του, οι Ρεπουμπλικανοί κατάφεραν να συμφωνήσουν μόνο σε ένα «Οχι στη Λεπέν», χωρίς «Ναι στον Μακρόν», τα συνδικάτα δεν κατάφεραν καν να συμφωνήσουν σε κοινή πορεία εναντίον της Ακροδεξιάς την Πρωτομαγιά.