Μετά την ολοκλήρωση της αυριανής συνάντησης των μελών της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, η πρόεδρος της Fed Τζάνετ Γέλεν αναμένεται να ανακοινώσει ότι θα διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια δανεισμού σε δολάρια, μέχρι η αμερικανική οικονομία να δείξει κι άλλα σημάδια ανάκαμψης.

Αυτό όμως δεν είναι το μόνο θέμα συζήτησης στους κόλπους της Fed, αφού τα στελέχη της κεντρικής τράπεζας έχουν ακόμη ένα δύσκολο έργο να ολοκληρώσουν. Πρέπει να αποφασίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα προχωρήσουν σε πωλήσεις τεράστιων ποσοτήτων ομολόγων και άλλων στοιχείων ενεργητικού που μαζεύτηκαν στον ισολογισμό της Fed από την εφαρμογή του τελευταίου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.

Η ποσοτική χαλάρωση υιοθετήθηκε τα προηγούμενα χρόνια για να αντιμετωπιστεί η κρίση. Η Γέλεν όμως θέλει να προχωρήσει πολύ προσεκτικά, ώστε να μην υπάρξουν τυχόν παρενέργειες.

Για να καταπολεμήσει την οικονομική κρίση των προηγούμενων χρόνων, η Fed μείωσε τα επιτόκια δανεισμού σε δολάρια στο μηδέν και αγόρασε μεγάλες ποσότητες κρατικών ομολόγων και άλλων επενδυτικών προϊόντων σε μια κίνηση χωρίς προηγούμενο.

Πλέον οι αγορές αυτές, όπως φαίνονται στον ισολογισμό της κεντρικής τράπεζας, ανέρχονται στο ιλιγγιώδες ποσό των 4,5 τρισ. δολαρίων. Από αυτά, 2,5 τρισ. είναι κρατικά ομόλογα και 1,8 τρισ. δολάρια ομόλογα με εγγύηση στεγαστικά δάνεια, σύμφωνα με στοιχεία των «Φαινάνσιαλ Τάιμς».

Επειτα από χρόνια με πατημένο δυνατά το γκάζι της ρευστότητας, η Fed τώρα θέλει να σηκώσει λίγο το πόδι της, χωρίς όμως η οικονομία να χάσει την ορμή της. Αυτό είναι και το δύσκολο έργο που καλείται να φέρει εις πέρας η Γέλεν, η οποία μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της τράπεζας έχει τα μάτια καρφωμένα στα οικονομικά στοιχεία. Η ανάπτυξη στις ΗΠΑ το πρώτο τρίμηνο διαμορφώθηκε στο 0,7% σε ετήσια βάση. Το ποσοστό αυτό δεν είναι ιδιαίτερα υψηλό, καθώς οι καταναλωτές μείωσαν τις δαπάνες τους. Ομως η ανεργία βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, στα χαμηλότερα των τελευταίων δέκα χρόνων, καθώς διαμορφώνεται στο 4,5%. Τα στοιχεία αυτά δεν αναμένεται ότι θα κάνουν τη Fed να αλλάξει νομισματική πολιτική και οι αγορές περιμένουν φέτος άλλες δύο αυξήσεις επιτοκίων.