Σχολικά θρανία, ένας μεγάλος μαυροπίνακας απέναντι από το κοινό, το κουδούνι για το διάλειμμα. Δέκα μαθητές, δέκα ηθοποιοί διαφορετικών ηλικιών, οι συμμαθητές. Αυτό είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του έργου: ο συγγραφέας αντιμετωπίζει σκηνικά τους συμμαθητές με βάση την ημερομηνία θανάτου τους –όλοι γεννήθηκαν το 1919 ή το 1920. Αλλοι έφυγαν νέοι, άλλοι έζησαν ώς τα βαθιά γεράματα. Ολοι μαζί «επιστρέφουν» να μας πουν τις ιστορίες τους ταυτισμένες με τη σύγχρονη ιστορία μας.

Ο Τάκης Τζαμαργιάς έστησε τη δική του τάξη από το έργο του Πολωνού Ταντέους Σλομποτζιάνεκ (Tadeusz Slobodzianek, «Η τάξη μας». Γεννημένος στη Σιβηρία (1955) όπου είχαν εξοριστεί οι γονείς του, ο συγγραφέας, από τους σημαντικότερους της πατρίδας του, είναι και σκηνοθέτης και δάσκαλος θεατρικής γραφής.

Ενα πραγματικό περιστατικό κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκεται στην αφετηρία του έργου: το καλοκαίρι του ’41 σε ένα μικρό χωριό κοντά στη Βαρσοβία πολωνοί καθολικοί, και όχι Ναζί όπως αποδείχθηκε αφού άνοιξαν τα αρχεία (1991), έκαψαν τους γειτόνους τους πολωνούς Εβραίους.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ. Δέκα ολοκληρωμένες προσωπικότητες, πέντε Εεβραίοι και πέντε καθολικοί, είναι οι συμμαθητές της σκηνής και της «Τάξης μας». Ο Τάκης Τζαμαργιάς πέρα από θρησκείες και πατρίδες απογυμνώνει την άγρια φύση του ανθρώπου, το μίσος που κρύβει μέσα του, σαν να θέλει να αποκαλύψει τη ρίζα του διαχρονικού κακού. Και παρακολουθεί με μεγάλη λεπτομέρεια και ξεχωριστή ευαισθησία την πορεία των ηρώων, έτσι ώστε οι διαφορές ανάμεσα στις γενιές και τις υποκριτικές ιδιοσυγκρασίες να συγκροτούν ένα σύνολο. Κάπως έτσι δεν είναι και η ζωή; Μπορεί τα εξάχρονα παιδιά στην τάξη να μοιράζονται την αθωότητα της ηλικίας τους, σίγουρα όμως, μεγαλώνοντας, διαφέρουν.

Γι’ αυτό και κατά τη διάρκεια της παράστασης, παιδιά, έφηβοι, ενήλικοι, ηλικιωμένοι, ζωντανοί και νεκροί μπλέκονται μεταξύ τους. Ανάμεσα στο πριν, στο τώρα και το μετά, και κυρίως ανάμεσα στον καθαρά αφηγηματικό τρόπο του έργου και τη θεατρική αναπαράσταση, η «Τάξη μας» γίνεται ο κόσμος μας. Και τα θρανία, οι τάφοι τους –ευφάνταστο το εύρημα.

Με τη συνδρομή της μουσικής και των τραγουδιών (ο Γιώργος Σχοινάς παίζει ζωντανά ακορντεόν), η παράσταση υπενθυμίζει τη χαμένη (μας) παιδικότητα. Οι σκηνές έρωτα και φιλίας εναλλάσσονται με εκείνες της βίας και της καταστροφής. Το πρώτο (μεγάλης διάρκειας) μέρος αγγίζει δυνατά συναισθήματα και ακραίες καταστάσεις, πηγαίνοντας χέρι χέρι με την ιστορία. Το δεύτερο κλείνει τον κύκλο με έναν καθησυχαστικό τρόπο αλλά και ορισμένα κλισέ που παραπέμπουν στο «Εγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογέφσκι.

Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πάντρεμα ανάμεσα στους ηθοποιούς του θιάσου. Με τη Ράνια Οικονομίδου να προσθέτει λεπτομέρειες στην ερμηνεία της. Τον Κώστα Γαλανάκη να συγκινεί. Την Κωνσταντίνα Τακάλου να αντιμετωπίζει με σθένος τη μοίρα και τον σκηνικό βιασμό της. Τον Θέμη Πάνου να αφομοιώνει το δισυπόστατο της προσωπικότητάς του. Τον Κώστα Νταλιάνη να σκιαγραφεί ρεαλιστικά τις αδυναμίες του. Τον Αλκη Παναγιωτίδη να συνδυάζει κυνισμό και πίστη. Την Καίτη Κωνσταντίνου να «ζωγραφίζει» την αισιοδοξία. Τον Γιώργο Πυρπασόπουλο να υποτάσσεται στον κυνισμό του ρόλου του. Τον Αλέξανδρο Μαυρόπουλο να αλωνίζει με πάθος τη σκηνή. Και, τέλος, τον νεότερο όλων Βασίλη Μαγουλιώτη να ξεχωρίζει με την αλήθεια του.

Από την «Τάξη μας» λείπει ο δάσκαλος. Το μάθημα όμως γίνεται κανονικά…

Μετάφραση:Ερι Κύργια

Σκηνοθεσία: Τάκης Τζαμαργιάς

Σκηνικά – κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου

Μουσική: Δημήτρης Μαραμής

Παίζουν: Ράνια Οικονομίδου, Κώστας Γαλανάκης, Θέμης Πάνου, Γιώργος Πυρπασόπουλος, Αλκης Παναγιωτίδης, Κωνσταντίνα Τακάλου, Γιάννης Νταλιάνης, Καίτη Κωνσταντίνου, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Βασίλης Μαγουλιώτης.

Πού: Εθνικό Θέατρο – Κεντρική Σκηνή (Αγίου Κωνσταντίνου 22, τηλ. 210-5288.100).