Ενα παλιό γαλλικό τραγούδι το ‘λεγε: Je hais les dimanches. Μισώ τις Κυριακές δηλαδή. Το ‘χε πει η Πιαφ, το ‘χε γράψει ο Αζναβούρ. Με προβλημάτιζε αυτό το τραγούδι: γιατί να μισεί τις Κυριακές; Μέχρι που τις μίσησα κι εγώ και κατάλαβα το νόημά του.
– Κυριακή στην Ελλάδα σημαίνει ψησταριά το μεσημέρι ή ψαροταβέρνα για τους κονομημένους, απογευματινός ύπνος βαθύς και το απόβραδο μπάλα, καφές και αναλύσεις· για την πολιτική, το πρωτάθλημα, τη Δευτέρα που ξημερώνει, το καλοκαίρι που καλπάζει προς τη ζωή μας σαν οιστρηλατημένο άτι, για το «αύριο» που καλύτερα να ‘ταν χθες ή προχθές…
Οι Κυριακές στην Ελλάδα δεν έχουν πια χρώμα, δεν έχουν άρωμα, δεν έχουν ήχο… Οι Κυριακές στην Ελλάδα δεν έχουν μπάλα! Τέλειωσε ακόμα ένα πρωτάθλημα, ε, και; Πότε είχε αρχίσει; Ο Ολυμπιακός πήρε ακόμα ένα πρωτάθλημα! Πότε είχε αφήσει να του το πάρουν; Τα μεσημέρια της Κυριακής έχουν αδειάσει σαν σακιά αλεύρι. Μόνο σκόνη έχει απομείνει και λερωμένα τσουβάλια· η ουσία σκορπισμένη στους λερούς δρόμους…
Επεσε η αυλαία ακόμα μιας κωμωδίας. Το έργο ίδιο εδώ και χρόοονια, σαν την «Ποντικοπαγίδα» που παίζεται επί 50 χειμώνες και βάλε στο μουχλιασμένο Λονδίνο. Ιδιοι κι οι πρωταγωνιστές. Εδώ την «Ποντικοπαγίδα» την αφήσαμε πίσω· εκεί τους αλλάζουν τους πρωταγωνιστές τους, για να μην πλήττουν οι θεατές. Εδώ οι ίδιοι: ο σοφός Νέστωρ του Λιμανιού με τους παραληρηματικούς μονολόγους του, ο Τσάρος του Βορρά με τη βιβλική παρουσία του να αγναντεύει σιωπηλός (και τι να πει και ποιος να τον καταλάβει;), ο κύριος «τίποτα» χαμένος στα τριφύλλια της άνοιξης, ο χοντρός γελωτοποιός του βασιλιά, οι ασήμαντοι λακέδες των προέδρων, οι κατ’ ευφημισμόν αποκαλούμενοι «άρχοντες των αγώνων», που διπλώνονται στα δυο με μια διαταγή του αφέντη τους και οι αφελείς θεατές που πληρώνουν για να δουν «κάτι άλλο» κι αποκοιμούνται στη μέση, όταν πια καταλαβαίνουν ότι το έργο το ‘χουν ξαναδεί.
Ετσι έκλεισε κι φέτος το Δελφινάριο της Σούπερ Λίγκας τις πόρτες του. Χοντροκομμένο αστείο θέαμα στα αναμεταξύ μας παιχνίδια, τροφή στα λιοντάρια της Ευρώπης όταν κάνουμε να ξανοιχτούμε παραέξω και θέατρο σκιών στα αποδυτήρια με κλωτσοπατινάδες, με μούντζες, με σφαλιάρες και βρισιές πεζοδρομίου.
– Μισώ τις Κυριακές που σηματοδοτούν άδειες εβδομάδες. Μισώ τις Κυριακές που κλείνουν με «οικογενειακά νεκρόδειπνα» στις τηλεοράσεις. Μισώ τις φωτεινές Κυριακές που φεύγουν κάνοντας τόπο σε σκοτεινές Δευτέρες. Και, τέλος, μισώ όλους εκείνους που λατρεύουν τις Κυριακές που εγώ μισώ!