Και αυξήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ μέσω των χρεώσεων Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), που θα γίνουν σπαστά σε βάθος πενταετίας, και πωλήσεις μονάδων προβλέπει η συμφωνία στην οποία κατέληξαν κυβέρνηση και δανειστές.
Σύμφωνα με το ενημερωτικό σημείωμα που έδωσε το υπουργείο Ενέργειας, «τακτοποιείται σε βάθος πενταετίας, έως το 2022, η εκκρεμότητα με τις χρεώσεις για Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας που διεκδικεί η ΔΕΗ από το παρελθόν, προκειμένου να αποφευχθούν αυξήσεις στα τιμολόγια ηλεκτρισμού». Στην πραγματικότητα υπονοεί ότι οι αυξήσεις δεν θα είναι μεγάλες, όχι ότι δεν θα γίνουν.

Το ακριβές ύψος των ποσών που θα ανακτήσει η ΔΕΗ μπορεί να είναι χαμηλότερο από τα 735 εκατ. ευρώ που διεκδικεί, αλλά θα είναι σε κάθε περίπτωση σημαντικό (σ.σ. σύμφωνα με πληροφορίες, στα 400-500 εκατ. ευρώ) και θα το αποφασίσει τον Ιούνιο η ΡΑΕ αφού πρώτα συγκεντρώσει τα στοιχεία για τα πραγματικά ποσά που δικαιούται η Επιχείρηση. Ετερο προαπαιτούμενο στα ενεργειακά είναι να υποβληθεί από τη ΔΕΗ στους δανειστές πλάνο δράσης για την αντιμετώπιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της 2,2 δισ. ευρώ, ανοίγοντας ουσιαστικά τον δρόμο στην επιχείρηση για επιθετικότερη πολιτική στην διεκδίκηση των απλήρωτων λογαριασμών, όπως μαζικές αποκοπές, αγωγές μέσω δικηγορικών γραφείων κ.ο.κ.

Στο επίμαχο θέμα της πώλησης του περίπου 40% των λιγνιτικών μονάδων και ορυχείων της ΔΕΗ, η κυβέρνηση πήρε διορία μέχρι τον Νοέμβριο για να παρουσιάσει το σχέδιο, προκειμένου οι πρώτοι διαγωνισμοί να προκηρυχθούν τον Ιούνιο του 2018. Οσο για τα υδροηλεκτρικά δεν αναφέρονται πουθενά, αλλά είναι τοις πάσι γνωστό ότι θα πάρουν και αυτά τον δρόμο της πώλησης, εφόσον αποτύχει το market test των λιγνιτικών μονάδων έως τον Νοέμβριο.

Στους διαγωνισμούς επιτρέπεται να λάβουν μέρος επενδυτικά σχήματα στα οποία συμμετέχουν εταιρείες του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και περιφέρειες ή τοπικοί φορείς (κατά το μοντέλο της Βόρειας Ευρώπης όπου η τοπική κοινωνία συμμετέχει σε ενεργειακές εταιρείες με μειοψηφικά ποσοστά).

Κατά τα λοιπά, θα συνεχιστούν κανονικά οι δημοπρασίες ΝΟΜΕ αν και σε πιο χαμηλά ποσοστά από ό,τι ζητούσαν οι δανειστές, έχοντας περιοριστεί σε 16% για το 2017, 19% για το 2018 και 22% για το 2019. Τέλος, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε ότι θα προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση του 66% του ΔΕΣΦΑ, με το Δημόσιο να διατηρεί το υπόλοιπο 34%.