Οι άνθρωποι που δεν πάσχουν από τη νόσο κοιλιοκάκη, δεν πρέπει να ενθαρρύνονται να τρώνε τρόφιμα χωρίς γλουτένη, συνιστούν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
Όπως γράφουν στην Βρετανική Ιατρική Επιθεώρηση (BMJ), διατροφή χωρίς γλουτένη σημαίνει μεταξύ άλλων αποφυγή των ωφέλιμων δημητριακών ολικής αλέσεως, που είναι τεκμηριωμένο ότι μας προστατεύουν από τα καρδιαγγειακά νοσήματα και άλλα δεινά.
Όποιος λοιπόν αναίτια τα βγάζει από τη ζωή του, μπορεί άθελά του να υπονομεύει την υγεία του, υποστηρίζουν.
Η γλουτένη είναιμία πρωτεΐνη που υπάρχει σε ορισμένα δημητριακά (σιτάρι, βρώμη, κριθάρι, σίκαλη) και προσδίδει ελαστικότητα και συνενωτική ικανότητα στα άλευρά τους.
Μερικοί άνθρωποι, όμως, έχουν δυσανεξία στη γλουτένη επειδή ο βλεννογόνος του εντέρου τους αδυνατεί να την διασπάσει και να την απορροφήσει, με επακόλουθο να εκδηλώνουν συμπτώματα, όπως φούσκωμα, διάρροια, μειωμένη όρεξη, απώλεια βάρους, σιδηροπενική αναιμία κ.ά.
Οι άνθρωποι αυτοί πάσχουν από τη νόσο κοιλιοκάκη, η οποία δεν είναι τροφική αλλεργία αλλά ένα αυτοάνοσο νόσημα (προκαλείται από δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος του ασθενούς) που εκδηλώνεται σε άτομα με γενετική προδιάθεση και υπολογίζεται ότι προσβάλλει το 1-3% του πληθυσμού.
Οι πάσχοντες από κοιλιοκάκη πρέπει να αφαιρούν τη γλουτένη από τη διατροφή τους, διότι η υγεία τους κινδυνεύει.
Πολλοί άλλοι, όμως, παραπονούνται για ευαισθησία στη γλουτένη, η οποία εκδηλώνεται με «φούσκωμα», πόνο στην κοιλιά και διάρροια, καθώς και κόπωση, πονοκέφαλο, άγχος, προβλήματα μνήμης και σκέψης.
Οι άνθρωποι αυτοί επίσης αφαιρούν τη γλουτένη από τη διατροφή τους – όπως κάνουν και άλλοι οι οποίοι δεν έχουν τίποτα, αλλά νομίζουν πως η διατροφή χωρίς γλουτένη είναι ωφέλιμη, ιδίως για την καρδιά.
Η νέα μελέτη, όμως, που βασίσθηκε σε στοιχεία από σχεδόν 120.000 εθελοντές τους οποίους παρακολούθησαν οι επιστήμονες επί 26 χρόνια, έδειξε ότι η διατροφή χωρίς γλουτένη δεν παρέχει κανένα καρδιαγγειακό όφελος.
Το κυριότερο, όμως, είναι ότι οδηγεί σε αναίτια αφαίρεση των φυτικών ινών από τα δημητριακά ολικής αλέσεως, οι οποίες παρέχουν πολλά οφέλη στην υγεία.
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι «δεν πρέπει να ενθαρρύνεται η διατροφή χωρίς γλουτένη σε ομάδες του πληθυσμού που δεν πάσχουν από τη νόσο κοιλιοκάκη», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Άντριου Τ. Τσαν, αναπληρωτής καθηγητής Γαστρεντερολογίας στο Χάρβαρντ.
Προγενέστερες μελέτες έχουν συσχετίσει την ακολούθηση διατροφής χωρίς γλουτένη από υγιείς ανθρώπους και με αυξημένο κίνδυνο εκδηλώσεως διαβήτη.