Στο δίπολο Βερολίνου – Ουάσιγκτον μεταφέρεται και πάλι το μεγάλο παζάρι για το χρέος, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να εμφανίζεται διατεθειμένο να κάνει έναν συμβιβασμό με ισχυρές νομικές δεσμεύσεις αλλά χωρίς ποσοτικοποίηση και τη Γερμανία να θεωρείται αμφίβολο εάν θα κάνει έστω και αυτό το βήμα στις 22 Μαΐου. Κομισιόν και Ντεϊσελμπλούμ πιέζουν όσο μπορούν για την επίσπευση της εξεύρεσης λύσης, η ελληνική κυβέρνηση ελπίζει, αλλά το τοπίο παραμένει εξαιρετικά θολό.
Ηδη στους κόλπους των Βρυξελλών συζητείται το ενδεχόμενο οι αποφάσεις για το χρέος, υπό μορφή σχεδιαγράμματος μελλοντικών παρεμβάσεων, να συζητηθούν στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον μεγάλο στόχο της ελληνικής κυβέρνησης, που δεν είναι άλλος από την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Σήμερα, σε έκτακτη συνεδρίαση του EuroWorking Group, αναμένεται να σφραγιστεί η συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο η οποία επετεύχθη στην Αθήνα, ενώ στην επόμενη συνεδρίαση των αναπληρωτών υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, στις 15 Μαΐου, αναμένεται να γίνουν και οι συζητήσεις αναφορικά με την επιδιωκόμενη συμφωνία για το ελληνικό χρέος. Νωρίτερα, στις 11 του μήνα, στο Μπάρι της Ιταλίας το ελληνικό ζήτημα αναμένεται να συζητηθεί στο περιθώριο της συνάντησης των υπουργών Οικονομικών του G7 ,όπου δεν αποκλείεται να υπάρξει και συνάντηση του λεγόμενου Washington Group.
Λίγες μέρες αργότερα, μετά την επιστροφή του Πρωθυπουργού από το Πεκίνο στις 15 Μαΐου, με πιθανότερη ημερομηνία τη 16η του μήνα, η κυβερνητική πλειοψηφία αναμένεται να επικυρώσει τον εφαρμοστικό νόμο του επικαιροποιημένου Μνημονίου με τα πρόσθετα μέτρα των 3,8 δισ. ευρώ και τα αντίμετρα υπό αίρεση.
Στις 22 του μήνα, στη συνεδρίαση του Eurogroup, η ελληνική κυβέρνηση θα έχει κάνει όλα όσα της είχαν ζητήσει οι δανειστές προκειμένου να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση και να ανοίξει ουσιαστικά η συζήτηση για το χρέος. Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος μάλιστα λέει με νόημα ότι «δεν θα υπάρχει καμία δικαιολογία για καθυστερήσεις στις αποφάσεις για το χρέος».
Η πρώτη αντίδραση του Βερολίνου όμως, προχθές, μετά την ανακοίνωση επίτευξης προκαταρκτικής συμφωνίας με την οποία ανέφερε ότι «έγινε ένα σημαντικό ενδιάμεσο βήμα», ήρθε ήδη να δημιουργήσει νέους προβληματισμούς για το κατά πόσο ο Σόιμπλε θα δώσει τη συγκατάθεσή του. Ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών πέταξε το μπαλάκι στα πρωτογενή πλεονάσματα, χωρίς να πει το παραμικρό αναφορικά με το χρέος, στάση η οποία δεν πέρασε απαρατήρητη από όσους ασχολούνται στενά με το ζήτημα.
ΤΟ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑ. Στο μεταξύ, η ελληνική κυβέρνηση προετοιμάζεται να καταθέσει στη Βουλή το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2018-21, στο οποίο θα αποτυπώνεται η δέσμευση για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για μια τετραετία. Στη συνέχεια, στόχος είναι τα πλεονάσματα να μειωθούν, με το ΔΝΤ να έχει διαμηνύσει ότι ένα λογικό πλεόνασμα θεωρείται στην περιοχή του 1,5% του ΑΕΠ. Η όρεξη του Βερολίνου όμως ήδη έχει ανοίξει περαιτέρω μετά την επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος 4,19% του ΑΕΠ το 2016.
Η επίδοση αυτή δεν αποκλείεται να γυρίσει μπούμερανγκ για την Ελλάδα, φοβούνται πολλοί αναλυτές, αναδεικνύοντας τα ενδεχόμενα επιχειρήματα που μπορεί να επιστρατεύσει ο Σόιμπλε προκειμένου να υποστηρίξει ότι το χρέος είναι βιώσιμο με υψηλά πλεονάσματα, τα οποία η Αθήνα απέδειξε ότι μπορεί να τα επιτύχει.