Η Μαρία Φραγκουδάκη είναι, όπως διαβάζω, μια νεαρή εικαστικός διεθνούς μάλιστα φήμης. Ούτε το ταλέντο ούτε τη φήμη της προτίθεμαι να αμφισβητήσω. Την άκουσα μάλιστα με ενδιαφέρον να εξηγεί το δρώμενο που, σε συνεργασία με την artist-performer Αναστασία Αργυρίου, παρουσίασε πριν από λίγες ημέρες στο Σύνταγμα. Και το οποίο άρχιζε με ένα κρεβάτι που μετέφεραν και τοποθέτησαν στην πλατεία.
Λευκό σιδερένιο, με επίσης λευκά σεντόνια. Η εικαστικός ξάπλωσε στο κρεβάτι και, σε λίγο, στην πρόσοψη του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρεταννία εμφανίστηκε (με ψηφιακή προβολή) ένα ρολόι που παλλόταν από τη μουσική, ενώ μετρούσε ανάποδα τον χρόνο. Στη συνέχεια η εικαστικός ξεδίπλωσε ένα σεντόνι που, επίσης με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας, φάνηκε σαν να κάλυπτε την πρόσοψη του ξενοδοχείου. Το σεντόνι αυτό, όπως δήλωσε η κυρία Φραγκουδάκη, συμβόλιζε τον δυϊσμό της ελευθερίας. Και στα μάτια των περαστικών και ακούσιων θεατών «ξετυλίχθηκε» το πιο βαρυσήμαντο δίλημμα στην ιστορία του ανθρώπου: είμαστε ελεύθεροι ή νομίζουμε πως είμαστε;
Μία ημέρα του 17ου αιώνα ο ζωγράφος Γιαν Βερμέερ πήρε τα πινέλα του και άρχισε να ζωγραφίζει τη «Γαλατού». Μια γυναίκα στην κουζίνα της που παρασκευάζει κάτι με γάλα. Πρόκειται για έναν μικρό πίνακα, μόλις 45 επί 41 εκατοστά, που δεν συμβολίζει κάτι. Ο τρόπος όμως που φωτίζεται πλάγια αυτή η καθημερινή στιγμή τον έχουν κάνει έναν από τους σημαντικότερους στην ιστορία της ζωγραφικής. Δεν κάνω συγκρίσεις. Επισημαίνω μόνο, ως απλός θεατής, τη διαφορά ανάμεσα στην τέχνη που χρειάζεται επεξήγηση και αυτή που απλώς σε συγκινεί χωρίς να χρειάζεται να εξηγήσεις το γιατί. Σημεία των καιρών.