Είναι ένα νέο είδος της πολιτικής πανίδας. Μπορεί να το δει κανείς στο στούντιο ενός γαλλικού τηλεοπτικού δικτύου ή στο χειρουργείο ενός νοσοκομείου της ελληνικής περιφέρειας. Και να τρομάξει το ίδιο από τον ωμό, σχεδόν ζωώδη τρόπο που χρησιμοποιεί τη βία όχι τόσο για να υπερασπιστεί τη δική του ύπαρξη όσο για να εκμηδενίσει την ύπαρξη των άλλων. Ακόμη χειρότερα, το είδος αυτό δεν υποδύεται κάποιον ρόλο –ακόμη κι όταν φοράει τη στολή του χειρουργείου. Εχει μετατρέψει σε ρόλο τον ίδιο του τον εαυτό.
Στην ευρωπαϊκή επικράτεια, η Μαρίν Λεπέν είναι η πιο εμβληματική ενσάρκωση αυτού του φαινομένου. Στην τηλεοπτική αναμέτρηση με τον Εμανουέλ Μακρόν, η Λεπέν απασφάλισε. Εκεί μπορεί να μην έδωσε μια άλλη διάσταση στην έννοια του πολιτικού τραμπουκισμού. Τη συμπύκνωσε, όμως, τόσο ώστε να μπορεί να εκτονωθεί μόνο με μια έκρηξη πολιτισμικής βαρβαρότητας. Αυτός ήταν ένας τραμπουκισμός που έσκασε, μια τοξικότητα που χύθηκε ανεξέλεγκτη χωρίς κανέναν εκλογικό στόχο. Δεν ήταν ένα μίσος με πολιτική αιτία, αλλά με προσωπικά κίνητρα.
Είναι και ένα μίσος που εκθέτει τον φορέα του στα μάτια των ψηφοφόρων; Η Λεπέν έδειξε προχθές να μην την ενδιαφέρει, η προσωπική ανάγκη υπερίσχυσε της πολιτικής στόχευσης. Οπως δείχνει να μην ενδιαφέρει έναν υπουργό που οργανώνει μια χειρουργική εκδρομή σε περιφερειακό νοσοκομείο όχι τόσο για να αποδείξει πως λειτουργεί επαρκώς όσο για να περιβάλει την εξουσία του με την ισχύ της προσωπικής ιδιοκτησίας: δικά του είναι τα νοσοκομεία, δεν θα του πουν τα «κοπρόσκυλα» τι θα τα κάνει. Α, ναι, είναι η ιδεολογία που χωρίζει αυτά τα πρόσωπα –άντε και το νυστέρι. Τους ενώνουν, όμως, όλα τα υπόλοιπα.