Oσο περισσότερο χρόνο περνάει ένα παιδί έως δύο ετών μπροστά από μια οθόνη κινητού τηλεφώνου, υπολογιστή-ταμπλέτας ή άλλης φορητής ηλεκτρονικής συσκευής, τόσο πιθανότερο είναι ότι θα αρχίσει να μιλάει με καθυστέρηση, σύμφωνα με μια νέα καναδική επιστημονική έρευνα.
Είναι η πρώτη φορά που μια μελέτη διαπιστώνει κάτι τέτοιο για τις φορητές συσκευές, ενώ προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι η πολλή οθόνη τηλεόρασης μπορεί να καθυστερήσει το πότε θα μιλήσει ένα παιδί.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Τζούλια Μα του Πανεπιστημίου του Τορόντο, που έκανε τη σχετική ανακοίνωση στο συνέδριο των Παιδιατρικών Ακαδημαϊκών Εταιρειών στο Σαν Φρανσίσκο, μελέτησαν 1.077 παιδιά ηλικίας έξι μηνών έως δύο ετών.
Εως την ηλικία των 18 μηνών, ένα στα πέντε παιδιά (20%) χρησιμοποιούσε κάποια οθόνη κατά μέσο όρο σχεδόν μισή ώρα καθημερινά, ενώ το 70% των παιδιών έως 18 μηνών δεν είχαν χρησιμοποιήσει ποτέ φορητή συσκευή.
Για κάθε αύξηση 30 λεπτών στην καθημερινή χρήση κάποιας οθόνης, ο κίνδυνος καθυστέρησης στην έναρξη της ομιλίας αυξανόταν κατά σχεδόν 50%. Η χρήση οθονών δεν φάνηκε να καθυστερεί τις μη λεκτικές μορφές επικοινωνίας του παιδιού, μέσω κινήσεων και χειρονομιών.
Οι ερευνητές προειδοποίησαν ότι καθώς ολοένα περισσότερα παιδάκια καταλήγουν με μια φορητή συσκευή στα χέρια τους πριν καν αρχίσουν να μιλάνε, αυτό μπορεί να έχει συνέπειες. Όπως είπαν, τα νέα ευρήματα συνηγορούν υπέρ του να αποθαρρυνθεί η χρήση κάθε είδους οθονών από παιδιά κάτω του ενάμισι έτους.