Τώρα που φθάνουμε επιτέλους στο κλείσιμο της πολυθρύλητης δεύτερης αξιολόγησης ύστερα από παλινωδίες σχεδόν ενός έτους και αφού η χώρα πλήρωσε και θα συνεχίσει να πληρώνει βαρύ τίμημα, φαίνεται πως το σχέδιο «εξουσία για την εξουσία» αποτελεί τη μόνη σταθερά του συστήματος που κυβερνά. Ασφαλώς και διαθέτουν την πιο συμπαγή κοινοβουλευτική πλειοψηφία που δύσκολα θα διαταραχθεί ακόμη και όταν ψηφίσει τέρατα. Για τη μεγάλη πλειονότητα των βουλευτών της ετερόκλητης αλλά τόσο όμοιας κυβερνητικής συμμαχίας η παραμονή στo γκουβέρνο ισοδυναμεί ευθέως με τη δική τους πολιτική επιβίωση. Δεν χρειάζεται και ιδιαίτερη σοφία για να υπολογίσει κανείς ότι έπειτα από μια εκλογική αναμέτρηση περισσότεροι από τους μισούς βουλευτές της πλειοψηφίας δεν θα έχουν καμιά τύχη. Αυτό ασφαλώς και είναι ένα ισχυρό κίνητρο για τη στάση τους έναντι των σκληρών μέτρων που πρόκειται να ψηφίσουν και παρ’ όλα αυτά δεν ακούγεται κιχ. Είναι αλήθεια ότι είναι η μόνη μνημονιακή κυβέρνηση που έχει ψηφίσει τα πιο σκληρά μέτρα χωρίς να έχει απώλειες κοινοβουλευτικά. Αυτό όμως που λογικά θεωρείται πλεονέκτημα, αποτελεί τελικά και την αδυναμία της καθώς βαθαίνει το χάσμα με την κοινωνία και καθίσταται φανερός ο αμοραλισμός και η πολιτική ιδιοτέλεια. Το αστείο με την αντιπολιτευόμενη συμπολίτευση έχει αποκαλυφθεί πλήρως και δεν πείθει ούτε τους φανατικούς.
Οι βουλευτές που εσχάτως τελούν υπό διακριτική επιτήρηση της ηγεσίας για τον φόβο εκπλήξεων στην επικείμενη κρίσιμη ψηφοφορία στη Βουλή δεν τολμούν να ανοιχτούν στους πολίτες. Το κλίμα είναι εξαιρετικά δυσάρεστο σε κάθε προσπάθεια επικοινωνίας με τον κανονικό κόσμο και οι περισσότεροι εξ αυτών περιορίζονται στα απαραίτητα. Οι πύρινοι λόγοι του παρελθόντος έχουν αντικατασταθεί με αναπαραγωγή ενός νέου ψευδολογήματος περί ισορροπημένων μέτρων με μηδενικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα, αλλά πια δεν πείθουν κανένα. Η κατάρρευση έχει συντελεσθεί ήδη και το βλέπουν, το αντιλαμβάνονται, αλλά επιμένουν και υπομένουν στο ψέμα για να κερδίσουν όσο περισσότερο χρόνο μπορούν. Οι ελπίδες ανάκαμψης δεν στηρίζονται σε λογικά δεδομένα και η ρουσφετολογική διαχείριση του κράτους δεν μπορεί να ανακόψει τα διαλυτικά φαινόμενα.
Μπορεί λοιπόν η κυβέρνηση και μαζί της η χώρα να απέφυγε το ατύχημα όπως όλα δείχνουν, αλλά η παραμονή της στην εξουσία έχει αρχίσει ήδη να μετρά αντίστροφα και κάθε μέρα που περνά αθροίζει δυσαρέσκειες που θα πληρώσει την ώρα της κρίσεως.