Η νίκη του Εμανουέλ Μακρόν ανοίγει νέους ορίζοντες για την Ευρώπη και τη χώρα μας, αν θεωρήσουμε δεδομένο πως στις εκλογές της Γερμανίας θα κερδίσουν είτε οι Χριστιανοδημοκράτες είτε οι Σοσιαλδημοκράτες και επιπλέον ότι το πρόβλημα της ελληνικής αξιολόγησης έχει λήξει. Αποκαθίσταται τάξη πραγμάτων που είχε διασαλευθεί με τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2015, τη νίκη του Brexit στο αγγλικό δημοψήφισμα, τη νίκη του Τραμπ στις ΗΠΑ. Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις αμφισβητήθηκε η πορεία της χώρας μας αλλά και του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου συστήματος από αναθεωρητικές δυνάμεις, από πολιτικές ελίτ που απαίτησαν να ασκήσουν ηγεμονία με νέους όρους. Σύστοιχη προς αυτές ήταν και η Μαρί Λεπέν που ηττήθηκε ξεκάθαρα –άρα αισιοδοξούμε.

Βεβαίως το Brexit είναι μπροστά μας και θα δημιουργήσει αναταράξεις γιατί φαίνεται πως η Τερίζα Μέι και η ομάδα της, για να κυριαρχήσουν στη Βρετανία όπου βρέθηκαν στην εξουσία εντελώς αναπάντεχα, θα ακολουθήσουν σκληρή γραμμή στις διαπραγματεύσεις. Θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευθούν διαιρέσεις μεταξύ των υπόλοιπων 27 κρατών. Ομως, η νίκη του κ. Μακρόν και τα αναμενόμενα αποτελέσματα της Γερμανίας συνεπάγονται πως η βρετανίδα πρωθυπουργός θα έχει απέναντί της σύνολο που θα ενδιαφέρεται να ενισχύσει την ενότητά του. Δυστυχώς για τους βρετανούς πολίτες, οι διαπραγματεύσεις που θα έχουν για στόχο από την πλευρά της κ. Μέι την πολιτική ισχυροποίηση της θα είναι εις βάρος των συμφερόντων της χώρα τους –θα τους κοστίσουν ακριβά, όπως κόστισαν σε εμάς οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Μετά τις ολλανδικές και τις γαλλικές εκλογές και τις εμπειρίες Ελλάδας – Βρετανίας, η Ενωση θα κάνει βήματα μπροστά, σε μορφές ισχυρότερης οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης. Για να μην μπορεί να αμφισβητεί το ευρωπαϊκό κεκτημένο 60 χρόνων, δύο γενεών, ο κάθε αριστερός ή δεξιός αρχηγίσκος που αισθάνεται αμήχανος ή και ανίσχυρος μπροστά σε δομές που δεν εξυπηρετούν τη βούλησή του για κυριαρχία στο εσωτερικό της χώρας του.

Αυτά έξω –στα καθ’ ημάς έχουμε το γελοίο και επικίνδυνο φαινόμενο οι κ.κ. Τσίπρας και Μητσοτάκης να μην μπορούν να μιλήσουν δημόσια για οποιοδήποτε θέμα χωρίς να κάνουν και προσωπική επίθεση ο ένας στον άλλο. Ενώ η (χωρίς Βρετανία) Ενωση ετοιμάζεται για μεγαλύτερη ενότητα, οι δύο μείζονες πολιτικές προσωπικότητες οξύνουν τη διχόνοια στη χώρα, γιατί θεωρούν πως αυτό τους συμφέρει. Το ζητούμενο είναι η πολιτική δύναμη που θα κάνει κόστος το (εις βάρος της χώρας) όφελός τους.