Μετά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, οι βουλευτές της Εθνοσυνέλευσης που ήταν με τους επαναστάτες κάθησαν στην αριστερή πλευρά της αίθουσας, ενώ εκείνοι που υποστήριζαν το παλαιό καθεστώς της μοναρχίας και του κλήρου συγκεντρώθηκαν στη δεξιά πλευρά. Ετσι γεννήθηκαν οι πολιτικοί όροι «Δεξιά» και «Αριστερά». Πολλοί σχολιαστές των γαλλικών εκλογών παρατήρησαν ότι αυτή η διάκριση δεν ισχύει πια στη Γαλλία –ή οπουδήποτε αλλού. Και ο ίδιος ο Εμανουέλ Μακρόν επαίρεται για το γεγονός ότι δεν είναι ούτε δεξιός ούτε αριστερός.
Η Μαρίν Λεπέν, της οποίας το Εθνικό Μέτωπο συνδέεται με την Ακρα Δεξιά, διαφωνεί. Γι’ αυτήν ο Μακρόν, ως υπουργός μιας σοσιαλιστικής κυβέρνησης, είναι αριστερός. Αλλά όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, ήταν η Λεπέν που συστήθηκε στο εκλογικό σώμα ως «φωνή του λαού», ενώ ο Μακρόν, όπως και η Χίλαρι Κλίντον, υποτίθεται ότι ήταν η μαριονέτα των τραπεζών, της ελίτ και της διεθνούς πλουτοκρατίας. Τι σημαίνει λοιπόν στις μέρες μας Αριστερά και Δεξιά;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάτι άλλαξε τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Τα αριστερά κόμματα άρχισαν να χάνουν –σε κάποιες χώρες γρηγορότερα από ό,τι σε άλλες –τη βάση τους στη βιομηχανική εργατική τάξη. Η αναδιανομή του πλούτου έγινε σταδιακά λιγότερο σημαντική από την κοινωνική χειραφέτηση εθνικών μειονοτήτων και άλλων σε ζητήματα φύλου. Η παλιά συμμαχία ανάμεσα σε ιδεαλιστές διανοουμένους και στα συνδικάτα έδωσε τη θέση της σε πολύχρωμες συμμαχίες διανοουμένων, εγχρώμων, φεμινιστριών και γκέι.
Στο μεταξύ, τα δεξιά κόμματα όπως οι Ρεπουμπλικανοί στις ΗΠΑ προσφέρουν τις καλές τους υπηρεσίες στον κοινωνικό συντηρητισμό των ψηφοφόρων στις αγροτικές περιοχές, ενώ όταν αναλάβουν την εξουσία τα δίνουν όλα στο μεγάλο κεφάλαιο. Ο,τι είναι καλό για το μεγάλο κεφάλαιο δεν είναι απαραίτητα κακό για τα κεντροαριστερά κόμματα. Το μεγάλο κεφάλαιο ωφελείται από τη φτηνή εργασία και η Αριστερά διάκειται ευνοϊκά απέναντι στην πολυπολιτισμικότητα.
Προκαλεί μια κάποια αίσθηση, τότε, το γεγονός ότι οι ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες καταλήγουν να σχηματίσουν κυβερνήσεις συνεργασίας με μετριοπαθή συντηρητικά κόμματα που είναι υπέρ της αγοράς ή με τους Χριστιανοδημοκράτες. Αυτή η τάση ενισχύθηκε από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης επειδή οι φιλελεύθερες δυτικές δημοκρατίες δεν είχαν την ίδια πιεστική ανάγκη να αντιμετωπίσουν το κομμουνιστικό μοντέλο παραχωρώντας διάφορα δικαιώματα στο πεδίο των ισοτήτων. Η εκλογική επιτυχία του Μπιλ Κλίντον στις ΗΠΑ και του Τόνι Μπλερ στο Ηνωμένο Βασίλειο σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τη στροφή τους προς το ρεαλιστικό, νεοφιλελεύθερο και φιλικό προς την επιχειρηματικότητα Κέντρο.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η διάκριση ανάμεσα στη Δεξιά και στην Αριστερά πράγματι είχε καταρρεύσει. Η παλιά ιδέα ότι η Αριστερά εκπροσωπούσε το καταπιεσμένο προλεταριάτο απέναντι στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και της μπουρζουαζίας δεν ίσχυε πια. Αλλά η παλιά διάκριση ανάμεσα στην Αριστερά και στη Δεξιά δεν είναι μόνο οικονομική. Η Δεξιά και η Αριστερά έζησαν μια πολύ πιο βαθιά διαίρεση με αφορμή την υπόθεση Ντρέιφους το 1890 και αργότερα ξανά το 1930. Η διαίρεση έχει λόγο ύπαρξης στην εποχή του Μακρόν και της Λεπέν. Μπορεί τα όρια να είναι πιο δυσδιάκριτα, αλλά οι παλιές διαιρέσεις που αναδύθηκαν από το 1789 είναι ακόμη εδώ.
Ο Ιαν Μπορούμα είναι καθηγητής και συγγραφέας πολλών δοκιμίων. Στα ελληνικά έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο του «Δυτικισμός» (εκδ. Κριτική)