Νίκησε τελικά η τέχνη την πολιτική; Διότι αυτός ήταν ο στόχος της φετινής καλλιτεχνικής διευθύντριας της 57ης Μπιενάλε της Βενετίας Κριστιάν Μασέλ: να στήσει μια έκθεση «με τους καλλιτέχνες, από τους καλλιτέχνες, για τους καλλιτέχνες» και να αφήσει πίσω της τις προηγούμενες διοργανώσεις που έθεσαν στο επίκεντρο το «Κεφάλαιο» του Μαρξ, το Προσφυγικό, την κλιματική αλλαγή, τα κατάλοιπα της αποικιοκρατίας κι όσα άλλα βαραίνουν τον πλανήτη Γη. Εξού και ο τίτλος της (σε ελεύθερη απόδοση) «Ζήτω η τέχνη» ή «Να ζήσει η τέχνη».

Οι προθέσεις της μπορεί να ήταν καλές. Μπορεί να ήταν κι απλώς μια επίφαση, διότι είναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος ότι μία από τις ισχυρότερες γυναίκες στον κόσμο της τέχνης θεώρησε ότι θα καταφέρει να συγκεντρώσει 120 καλλιτέχνες από 51 χώρες –πολλούς εκ των οποίων από χώρες της Αφρικής και της Ανατολικής Ευρώπης –που θα επικεντρώσουν το ενδιαφέρον τους στην τέχνη για τη χαρά της τέχνης, αφήνοντας ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία να θέσουν τα ζητήματα που απασχολούν ολόκληρο τον κόσμο, σε μια τέτοιας εμβέλειας και διάρκειας έξι μηνών εικαστική διοργάνωση. Οπου κι αν βρίσκεται η αλήθεια, η Κριστιάν Μασέλ κατάφερε να δημιουργήσει όντως μια μεγάλη γιορτή για την τέχνη, να φέρει στο επίκεντρο της παγκόσμιας εικαστικής σκηνής καλλιτέχνες που δεν είναι γνωστοί στο ευρύ κοινό και να ξεφύγει από τον κίνδυνο που ελλόχευε λόγω της σύνδεσής της με το Μουσείο Πομπιντού ως υπεύθυνης της συλλογής σύγχρονης τέχνης: να οργανώσει μια αποστειρωμένη και αυστηρή, μουσειακών προδιαγραφών έκθεση.

Αρκεί ο επισκέπτης να κάνει τα πρώτα του βήματα στον εκθεσιακό χώρο στους Κήπους της Βενετίας για να το συνειδητοποιήσει. Αμέσως μετά την είσοδο η Αμερικανίδα Ντόουν Κάσπερ έχει μεταφέρει το εργαστήριό της στην αίθουσα Τσίνι: χρώματα και πινέλα πάνω σε μουσικά πιατίνια, φορητοί υπολογιστές, φωτογραφίες, καλλυντικά, ένας καναπές και μια ορχήστρα μόνιμα στημένη όπου κατά διαστήματα η καλλιτέχνις ερμηνεύει κομμάτια με την μπάντα της δημιουργούν ένα χαριτωμένο χάος. Στην αμέσως επόμενη αίθουσα ένα δεύτερο «χάος» υποχρεώνει τις κάμερες να πάρουν φωτιά: 40 μετανάστες και πρόσφυγες στην Ιταλία, κυρίως από την Αφρική, έχουν πάρει θέση μπροστά σε τραπέζια και με ανακυκλωμένα υλικά φτιάχνουν λάμπες που έχει σχεδιάσει ο Δανός Ολαφούρ Ελίασον, όπως και ολόκληρο το πρότζεκτ, για να βοηθήσει τους μετανάστες. Κι όσοι δεν αγοράσουν λάμπα για να ενισχύσουν το εγχείρημα, μπορούν να προσφέρουν χειρωνακτική εργασία.

Και η πολιτική κάνει σιγά σιγά την εμφάνισή της. Πότε με το ιδιότυπο σουπερμάρκετ του Αραβα Χασάν Σαρίφ, τα ράφια του οποίου, φορτωμένα με ποσότητες ετερόκλητων προϊόντων –από πλαστικές σαγιονάρες ώς αλουμινένια ταψάκια -, έχουν τοποθετηθεί σε βιτρίνες που θυμίζουν προθήκες, κάνοντας σαφή σχόλιο στον καπιταλισμό και τον καταναλωτισμό. Πότε μέσα από την ατμοσφαιρική βιντεοπροβολή του Αργεντινού Σεμπάστιαν Ντίαζ Μοράλες που παρουσιάζει έναν άνθρωπο ως αποτυχημένο Σούπερμαν σε αργή ελεύθερη πτώση, την οποία κι αντιμετωπίζει εντελώς παθητικά, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι εξ ημών όσον αφορά τις καταστροφές που συμβαίνουν γύρω μας. Πότε με την παρουσία του αλβανού πρωθυπουργού Εντι Ράμα –με την ιδιότητα του ζωγράφου.

Ωστόσο, η πολιτική φέτος στην Μπιενάλε έχει έναν ισχυρό «αντίπαλο» και σχετίζεται με αντικείμενα όπως βελόνα, κλωστή, νήμα κι αργαλειός. Από τον Λι Μινγκγουέι που έχει δημιουργήσει μια εντυπωσιακή εγκατάσταση με κουβαρίστρες, κάτω από την οποία κάθεται και επιδιορθώνει τα ρούχα που του φέρνουν οι επισκέπτες, ώς το ιστορικό εν εξελίξει πρότζεκτ (από το 1968) του Ντέιβιντ Μένταλα, όπου καλεί τους επισκέπτες να κεντήσουν κάτι ή να ράψουν πάνω σε ένα ύφασμα που κρέμεται από την οροφή. Κι από τα καμωμένα με παραδοσιακή μεξικανική τεχνική υφαντά της Σίνθια Γκουντιέρες (σχόλιο στην αποικιοκρατία των Ισπανών), τα υφαντά «σχόλια» της Τερέσα Λανσέτα στον μαροκινό πολιτισμό και τα πλεκτά σκουφάκια που έχουν μετατραπεί σε φωτιστικά του Γιουνές Ραχμούν ώς τα χρηστικά αντικείμενα που έχει ντύσει με νήματα, υφάσματα και κάθε λογής ίνες η Τζούντιθ Σκοτ.

Κι αν αυτά σε πολύ αδρές γραμμές συμβαίνουν στην κεντρική έκθεση, οι ουρές έχουν δημιουργηθεί και πάλι στα αναμενόμενα εθνικά περίπτερα, όπως εκείνο της Γερμανίας, όπου η αναμονή ξεπερνά τα 40 λεπτά για να δει κάποιος τον «Φάουστ» της Αν Ιμχοφ –νεαροί περφόρμερ ψέλνουν, σφαδάζουν και αγκαλιάζονται πάνω και κάτω από γυάλινα δάπεδα -, της Βρετανίας για τη Φίλιντα Μπάρλοου με τις εντυπωσιακές σφαίρες και τις κολοσσιαίες κολόνες από χαρτόνι και τσιμέντο, των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου μόνο αν δει κάποιος πόσο έχει παρέμβει στους τοίχους και στα ταβάνια ο Μαρκ Μπράντφορντ, θα καταλάβει για ποιο λόγο δημιούργησε μοντέλο του αμερικανικού περιπτέρου σε κλίμακα 1/1 στο ατελιέ του για να φτιάξει το έργο του.

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ. Ουρές και στο ελληνικό περίπτερο, το οποίο, αν και δεν έχει πίσω του το δίκτυο προβολής που διαθέτουν άλλες εθνικές συμμετοχές, έχει καταφέρει να συγκεντρώσει το ενδιαφέρον των ειδικών επισκεπτών που έχουν την ευκαιρία να δουν τα έργα πριν από τα επίσημα εγκαίνια του Σαββάτου. Ενας μίνιμαλ στην εκτέλεσή του λαβύρινθος από μαύρο λακαρισμένο ξύλο και κενά που δημιουργούν σε πολλά σημεία την ψευδαίσθηση του καθρέφτη επιτρέπουν στον επισκέπτη να ακούσει ηχητικά αποσπάσματα από τον προβληματισμό μιας επιστημονικής ομάδας κατά τη διάρκεια ενός ιατρικού πειράματος. Μια σκάλα οδηγεί σε ένα πατάρι, όπου –υποτίθεται ότι –παρουσιάζεται αρχειακό υλικό καταγραφής του πειράματος, ενώ λίγο πριν από την έξοδο παρακολουθούμε τον διαπληκτισμό των επιστημόνων πριν από την τελική απόφαση εξέλιξης του πειράματος, με τη Σαρλότ Ράμπλινγκ (αναμένεται σήμερα στο ελληνικό περίπτερο) και τον Γιώργο Κοτανίδη να κερδίζουν τις εντυπώσεις. Για χάρη του «Εργαστηρίου διλημμάτων» του Γιώργου Δρίβα σε επιμέλεια Ορέστη Ανδρεαδάκη και οργάνωση παραγωγής του ΕΜΣΤ, στην ουρά κάθησαν ήδη ο Εντι Ράμα και ο σκηνοθέτης της ταινίας «Mad Max», ελληνικής καταγωγής, Τζορτζ Μίλερ μαζί με τη σύζυγό του, η οποία είναι βραβευμένη με Οσκαρ στην κατηγορία του μοντάζ, Μάργκαρετ Σίξελ.

INFO

Η 57η Μπιενάλε της Βενετίας εγκαινιάζεται το Σάββατο. Διάρκεια έως 26 Νοεμβρίου