Σε τεντωμένο σχοινί βρίσκονται οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας μετά την απόφαση του προέδρου Τραμπ να εξοπλίσει τους Κούρδους της Συρίας που μάχονται το Ισλαμικό Κράτος. Ο τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν θεωρεί την ομάδα αυτή «τρομοκρατική» και χθες εξέφρασε την ελπίδα ότι ο Λευκός Οίκος θα ανακαλέσει την απόφαση μέχρι την επόμενη εβδομάδα οπότε είναι προγραμματισμένο να επισκεφθεί την Ουάσιγκτον.
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών είναι πυρετώδεις, οι Αμερικανοί όμως δείχνουν πως δεν θα υποχωρήσουν.
Σε μια προσπάθεια να εκτονωθεί η ένταση, χθες συναντήθηκαν στο Λονδίνο ο αμερικανός υπουργός Αμυνας Τζιμ Μάτις –ο οποίος θεωρείται ότι πρότεινε τον εξοπλισμό της οργάνωσης YPG των Κούρδων της Συρίας στην επίθεσή της για ανακατάληψη της πόλης Ράκα από τους τζιχαντιστές –και ο τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ. Ο Μάτις είπε πως οι ΗΠΑ τηρούν τη δέσμευσή τους να προστατεύσουν «τη σύμμαχο στο ΝΑΤΟ Τουρκία» και θα προωθήσουν τη συνεργασία με την Αγκυρα στη συγκέντρωση πληροφοριών για να υποστηρίξουν τη μάχη της εναντίον του ΡΚΚ.
Η τουρκική κυβέρνηση θεωρεί ότι η YPG είναι η συριακή προέκταση του εκτός νόμου Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΡΚΚ), που διεξάγει ένοπλο αγώνα από το 1984 στη Νοτιοανατολική Τουρκία και θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση από ΗΠΑ, Τουρκία και τις ευρωπαϊκές χώρες. Δεν έγινε πάντως γνωστό αν η προσφορά των Αμερικανών για ευρύτερη συνεργασία στον τομέα της συλλογής πληροφοριών θα είναι αρκετή για να κατευνάσει την Αγκυρα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το παρασκήνιο της απόφασης της κυβέρνησης Τραμπ. Οταν έγινε γνωστή η πρόθεση του Λευκού Οίκου για τον εξοπλισμό των Κούρδων της Συρίας που συνεργάζονται στενά με τις αμερικανικές δυνάμεις στον πόλεμο εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, έφθασαν άρον άρον στην Ουάσιγκτον ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων της Τουρκίας, ο επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, ο υπουργός Δικαιοσύνης και ένας άλλος πολύ στενός συνεργάτης του Ταγίπ Ερντογάν. Προσπάθησαν να αποτρέψουν την απόφαση, μάταια όμως, όπως αποδείχθηκε.
Η αμερικανική απόφαση στηρίχθηκε στις προτάσεις των αμερικανών στρατηγών και προσωπικά του υπουργού Αμυνας Τζέιμς Μάτις, ο οποίος απέρριψε το τουρκικό σχέδιο για κατάληψη της Ράκας και ανακοίνωσε ότι θα συνεργαστεί με τους Κούρδους του YPG επειδή έχουν αποδείξει στο πεδίο της μάχης την αξία τους.
Από τη στιγμή που έγινε γνωστή η απόφαση, δημιουργήθηκαν σοβαρά ερωτηματικά αν τελικά ο Ταγίπ Ερντογάν θα μεταβεί στην Ουάσιγκτον. Προφανώς γι’ αυτό ο Ερντογάν ζήτησε χθες να ανακληθεί η απόφαση και μένει να δούμε τι θα κάνει, σε περίπτωση που αυτό δεν συμβεί. Υπάρχει και η περίπτωση να διαπραγματευθεί σοβαρά ανταλλάγματα –ήδη έχουν κυκλοφορήσει φήμες για διαπραγματεύσεις σχετικά με την πιθανή παράδοση του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν και την αποφυλάκιση του τούρκου επιχειρηματία Ρεζά Ζαράμπ, που θεωρείται ότι έχει στενές οικονομικές σχέσεις με την οικογένεια Ερντογάν και είναι φυλακισμένος στη Νέα Υόρκη.
Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ ελήφθη καθώς οι ιρακινές δυνάμεις με την υποστήριξη από αέρος της διεθνούς δύναμης προχωρούν προς τη Μοσούλη. Οι αμερικανοί στρατηγοί πιστεύουν ότι ταυτόχρονες επιθέσεις στη Ράκα και στη Μοσούλη θα αναγκάσουν τους τζιχαντιστές να πολεμούν σε πολλά μέτωπα. Οι ΗΠΑ προτίθενται να στείλουν στους Κούρδους βαριά όπλα, όλμους, αντιαρματικά, τεθωρακισμένα και άλλα μηχανήματα.
Δοκίμασαν με επιτυχία πύραυλο
Λέγεται «Κάαν». Εχει βεληνεκές 280 χιλιομέτρων. Και είναι ο πρώτος «εθνικός» βαλλιστικός πύραυλος που δοκίμασε με επιτυχία η Τουρκία. Σύμφωνα με χθεσινές δηλώσεις του υπουργού Αμυνας Φικρί Ισίκ, η δοκιμή έγινε κοντά στην επαρχία της Σινώπης, στη Μαύρη Θάλασσα. «Η Τουρκία κατασκευάζει τώρα τους δικούς της πυραύλους», είπε στο ιδιωτικό κανάλι Α Haber. «Εχουμε αποκτήσει μεγάλη αυτοπεποίθηση».
Η συνεργασία και η μεσολάβηση
Οι ΗΠΑ συνεργάζονται με τους Κούρδους της Συρίας, μέλη των οποίων συντονίζουν από εδάφους τις αεροπορικές αμερικανικές επιθέσεις εναντίον στόχων των τζιχαντιστών. Τον περασμένο μήνα τουρκικά αεροσκάφη βομβάρδισαν θέσεις των Κούρδων της Συρίας και χρειάστηκε η αμερικανική μεσολάβηση προκειμένου να αποφευχθούν συγκρούσεις.