Το μυθιστόρημα αυτό του Τζον Γουίλιαμς (1922-1994) μοιάζει ήδη από την πρώτη του σελίδα να σε αποτρέπει να το διαβάσεις. Μας δίνει εν περιλήψει τον βίο του πρωταγωνιστή –του πανεπιστημιακού Γουίλιαμ Στόουνερ, ενός αγροτόπαιδου που βρίσκεται το 1910 στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι προκειμένου να σπουδάσει Γεωπονία και αλλαξοπιστεί μέσω του Σαίξπηρ ασπαζόμενος τη μυστηριακή γοητεία της λογοτεχνίας. Ο συγγραφέας μας δηλώνει εξαρχής πως πρόκειται για έναν ξεχασμένο πανεπιστημιακό του Μεσοπολέμου, που δεν έπραξε τίποτα σπουδαίο, ούτε έζησε ιδιαίτερα δράματα στη ζωή του. Δεν ανέβηκε ψηλά στην ιεραρχία, ούτε έμεινε στη μνήμη της ανθρωπότητας για το αξιοσημείωτο έργο του. Αν κάτι απομένει για να τον θυμίζει, είναι ένα μεσαιωνικό χειρόγραφο που οι συνάδελφοί του δώρισαν εις μνήμην του στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου. Η εισαγωγή αυτή θεωρητικά στερεί την ανάγνωση από το σασπένς και απεκδύεται την όποια υπόσχεση καθαρτήριας λειτουργίας. Ωστόσο υπόσχεται κάτι άλλο: την απόκτηση σοφίας διά της γνώσης. Κι εμείς βρισκόμαστε, σελίδα τη σελίδα, παγιδευμένοι σε μια διαυγή, βερνικωμένη γραφή, λυτρωτικά «ντεμοντέ», που με τα απατηλά εύκολα εργαλεία της μας επαναφέρει στην αξία των απλών πραγμάτων του βίου.

Αντι-Γκάτσμπι

Εχουμε λοιπόν μια ζωή στους αντίποδες των ηρώων των μεγάλων κλασικών έργων, ειδικά αμερικανικής κοπής. Θα έλεγε μάλιστα κανείς ότι το βιβλίο γράφηκε προγραμματικά για να δώσει σάρκα και οστά σε έναν αντι-Γκάτσμπι ήρωα: μακριά από τα φώτα της μεγαλούπολης, τα γλέντια και τους θανατηφόρους έρωτες. Μακριά ακόμη από τα χοντρά λεφτά, την επιδίωξη του διαρκώς καλύτερου ή περισσότερου, το κυνήγι του ιδεατού και τις αρχετυπικές γυναίκες ή τις θανατηφόρες προσδοκίες της αέναης επιτυχίας. Μακριά, τέλος, από την αναζήτηση των γενετήσιων (ιδρυτικών) αμερικανικών μύθων της επινόησης ενός νεαρού αναμάρτητου κόσμου, της περιπέτειας και του αέναου ταξιδιού / εξερεύνησης μιας άγριας ηπείρου. Εδώ, αντίθετα, πρόκειται για την απέραντη δαμασμένη αγροτική ενδοχώρα, για σκοτεινά αγροτόσπιτα και ταλαιπωρημένη γη, για ανθρώπους του μόχθου που χάρη σε πολλές θυσίες μπορούν να δώσουν στα παιδιά τους την ευκαιρία να σπουδάσουν στους ναούς της γνώσης. Αντί ενός άλλου Γκάτσμπι έχουμε εδώ έναν ήρωα εκτός του πλαισίου της εποχής, πέρα από κοινωνικούς αναβρασμούς και επέκταση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, έναν άνθρωπο ήπιο, φιλότιμο, συνεπή, που αγαπά αυτό που κάνει, που διδάσκει με πάθος τους νεότερους, αφιερώνοντας τη ζωή του στην υπηρεσία της λογοτεχνίας και του καθαυτό μόχθου. Ο Στόουνερ είναι κοντύτερα στον περίφημο Ράμπιτ (Λαγό) της τετραλογίας του Τζον Απντάικ, έναν μέσο άνθρωπο που τα έργα και τις ημέρες του μαθαίνουμε καταλεπτώς. Ή ακόμη κοντά στα αφηγηματικά πρότυπα του θαυμάσιου μυθιστορήματος του Τζέιμς Σάλτερ «Αυτό είν’ όλο» (επίσης σε μετάφραση Αθηνάς Δημητριάδου, εκδ. Αλεξάνδρεια): τις δυσκολίες των σπουδών του, την απουσία του από τον Μεγάλο Πόλεμο, τη μεταστροφή του στη λογοτεχνία, τον απολύτως αποτυχημένο γάμο του, την αγάπη για την κόρη του που αποδεικνύεται ωστόσο απολύτως ξένη, την έκδοση ενός βιβλίου με μέτρια αποδοχή και, ως μοναδική κορύφωση του έργου, την ιστορία με μια μεταπτυχιακή φοιτήτρια, θαυμάσια δοσμένη για να αποδώσει τις μεταμφιέσεις του έρωτα αλλά και τη δειλία του ήρωα, καθώς την κρίσιμη ώρα δίνει ουσιαστικά τέλος στον δεσμό. Ακόμη και στους ενδοπανεπιστημιακούς ανταγωνισμούς ο Στόουνερ χάνει κατά κράτος, πιθανότατα λόγω της ακεραιότητας και του ήθους του ή ίσως διότι ο εξωτερικός κόσμος, με τη μορφή ενός αντίπαλου καθηγητή και του προτεζέ φοιτητή του, αποδεικνύεται ισχυρότερος. Εδώ μάλιστα το Κακό συμβαίνει να συμβαδίζει με τις σωματικές αναπηρίες των αντιπάλων του Στόουνερ –επινόηση απαράδεκτη στις μέρες μας και απολύτως εκτός πολιτικής ορθότητας, δηλαδή εντελώς ντεμοντέ.

Ο ναός της γνώσης

Η ασφυκτική θλίψη του βίου δεν τον πτοεί ωστόσο. Σημασία έχει η ιερουργία της δουλειάς του, ο ναός της γνώσης που του δίνει τροφή και στέγη, η περηφάνια του να κάνεις καλά τα πράγματα που σου έχουν ανατεθεί, η ύπαρξη εσωτερικού χρόνου ώστε να παλέψεις με τις λέξεις εκείνες που αποπειρώνται να δώσουν μορφή σε «πράγματα που δεν αποδίδονται με λέξεις». Εντέλει το πανεπιστήμιο περιγράφεται ως ένας περίκλειστος θεσμός όπου φτάνουν μόνο οι απόηχοι από τα μεγάλα γεγονότα του έξω κόσμου –ο Παγκόσμιος Πόλεμος ή το οικονομικό κραχ –και που ο ήρωάς μας, σαν πραγματικός ιερέας, είναι ευτυχής που τον υπηρετεί.

Ο Στόουνερ είναι εντέλει ένας στωικός. Ανταποδίδει φυσικά τα χτυπήματα, χωρίς ωστόσο να θυσιάζει την πορεία του στον βωμό της ματαιοδοξίας. Διεκδικεί την ευτυχία στη μορφή του έρωτα όταν αυτός του χτυπάει την πόρτα με την ορμή του επίγειου παραδείσου, μέχρι όμως του σημείου που κατανοεί ότι δεν είναι αρκετά δυνατός για να σπάσει τα μούτρα του στο τοίχωμα της σκληρής πραγματικότητας. Αλλωστε το μόνο που έχει τελικά σημασία είναι η δουλειά και η ακεραιότητα του χαρακτήρα. Αυτά είναι που μετράνε, μαζί βεβαίως με το ήρεμο καθήκον της μετάδοσης της σοφίας στους φοιτητές του (και εντέλει σε μας μέσω του ίδιου του μυθιστορήματός του Τζον Γουίλιαμς).

Μέσω Ευρώπης

Το βιβλίο αυτό με την εκτός εποχής θεματική του και τον παραδοσιακά διαυγή τρόπο γραφής έμελλε να γίνει εκδοτικό γεγονός προ τριετίας, περιέργως μέσω Ευρώπης. Η γαλλική μετάφραση του έδωσε την αρχική ώθηση και ακολούθησαν ποικίλες άλλες στη Γερμανία, στις σκανδιναβικές χώρες, στο Ισραήλ κ.α. Γράφηκαν διάφορα αποθεωτικά κείμενα από συγγραφείς όπως ο Τζούλιαν Μπαρνς και με τίτλους του τύπου «Ο μεγαλύτερος αμερικανός συγγραφέας που δεν ξέρατε ούτε το όνομά του». Πουλήθηκαν εκαντοντάδες χιλιάδες αντίτυπα και η ακόμη εν ζωή σύζυγος του Γουίλιαμς απολαμβάνει σήμερα τα συγγραφικά δικαιώματα. Είναι κι αυτή μια μορφή δικαιοσύνης που αντανακλά σε πολλούς εν ζωή συγγραφείς πεπεισμένους ότι το έργο τους αξίζει παραπάνω από την υποδοχή της οποίας αρχικά έτυχε. Εντούτοις, εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι εξαιρετικά στέρεο, σεμνό, υγιές. Εχουμε να κάνουμε με τις αρχές της σταθερότητας και της ισορροπίας, του καθήκοντος και της επίμονης κτήσης της σοφίας που μάλλον δεν ανθούν στους καιρούς μας. Μέσα από την αφόρητη θλίψη μιας μέτριας, όλο απογοητεύσεις ζωής, προβάλλει η λύτρωση της υπενθύμισης ότι το μεγάλο σύμπαν είναι κάπου εκεί έξω, όπως διαβάζουμε σε μερικές από τις καλύτερες σελίδες του βιβλίου. Κι ακόμη η πεποίθηση ότι η προσωπική δικαίωση προκύπτει από την πίστη σ’ αυτό που κάνεις, από την πορεία και όχι από την επίτευξη υπερφιλόδοξων στόχων. Τέλος, από την αίσθηση ότι έξω από το παράθυρό σου κάποιοι άλλοι συνεχίζουν αυτό που εσύ κάποτε έκανες, κάποια νέα παιδιά που γελάνε και φλερτάρουν και ερωτεύονται αν όχι τον διπλανό τους, πάντως την ίδια τη ζωή. Γιατί, εντέλει, σε εποχές κυριαρχίας του χάους στα ανθρώπινα, είναι λογικό να αναζητούμε κάποιες σταθερές.

Εξαίρετος ο επίλογος του Αρη Μπερλή και τόσο αυτοκυριαρχημένα ήπια και καθαρή η μεταφραστική δουλειά της Αθηνάς Δημητριάδου, ώστε σχεδόν ξεχνάς ότι πρόκειται για έργο που παρήχθη σε άλλα μήκη και πλάτη.

John Williams

Ο Στόουνερ

Μτφ. Αθηνά Δημητριάδου

Εισαγωγή: John McGahern, επίμετρο Αρης Μπερλής

Εκδ. Gutenberg 2017,

σελ. 415

Τιμή: 15 ευρώ