Οι συνομιλίες στο Κυπριακό έχουν εισέλθει σε τροχιά κατάρρευσης. Μια ακόμη προσπάθεια, ίσως η πιο συγκροτημένη και υποσχόμενη, φαίνεται ότι αποτυγχάνει να καταλήξει σε μια συμφωνημένη διευθέτηση. Η κυπριακή ιδιοκτησία της διαδικασίας και η απουσία επιδιαιτησίας και ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων δεν αρκούν για να οδηγήσουν σε ευτυχές αποτέλεσμα. Ο καταλογισμός ευθυνών ενδιαφέρει μόνο τους ντόπιους ηγέτες και το εσωτερικό ακροατήριο κάθε πλευράς. Ποσώς απασχολεί τη διεθνή κοινότητα. Σημασία έχει το αποτέλεσμα: οι Κύπριοι δεν μπορούν να υπερβούν το διχοτομικό στάτους κβο και να οικοδομήσουν ένα κοινό ομοσπονδιακό κράτος.
Η διεθνής κοινότητα έχει κουραστεί με το Κυπριακό. Μια επιτυχία στην Κύπρο θα ήταν πολύ ευπρόσδεκτη, ωστόσο από τη στιγμή που δεν μπορούν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να τα βρουν, ο Οργανισμός θα στραφεί σε άλλα, πολύ πιο φλέγοντα μέτωπα. Ο προϋπολογισμός του ΟΗΕ έχει συρρικνωθεί, το Γραφείο των Καλών Υπηρεσιών του ΟΗΕ στην Κύπρο θα είναι το πρώτο θύμα. Μια αποτυχία κατάληξης σε συνολική συμφωνία, σε συνδυασμό με τους ευρύτερους ενεργειακούς σχεδιασμούς στην περιοχή, θα οδηγήσει σε κλιμακούμενη ένταση. Μπορεί να μην υπάρξει θερμό επεισόδιο, ωστόσο το πολιτικό κλίμα θα οξυνθεί. Η Τουρκία θα διεκδικήσει πιο δυναμικά τον ρόλο που θεωρεί ότι δικαιούται στην περιοχή σε ό,τι αφορά ενέργεια και γεωστρατηγική ασφάλεια.
Η τουρκοκυπριακή πλευρά, με την αρωγή της Τουρκίας, αμέσως μετά το ναυάγιο θα εντείνει τις απαιτήσεις για άρση της διεθνούς της «απομόνωσης». Είναι αμφίβολο αν η προσπάθεια εξασφάλισης ουσιαστικής διεθνούς αναγνώρισης θα αποδώσει. Αν αυτό δεν συμβεί σύντομα και χειροπιαστά, αναλόγως και των εξελίξεων στα ενεργειακά και στις σχέσεις Τουρκίας – ΕΕ, το σενάριο προσάρτησης των κατεχόμενων κυπριακών εδαφών στην Τουρκία σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα δεν πρέπει να αποκλείεται. Πρώτος στόχος της τουρκικής πλευράς θα παραμείνει η ενίσχυση της διεθνούς υπόστασης της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου, αφήνοντας ανοικτό το παράθυρο διακριτής συνεργασίας με τους Ελληνοκυπρίους. Αφενός διότι οι Τουρκοκύπριοι δεν θέλουν προσάρτηση, αφετέρου διότι η Τουρκία δεν θέλει η Κυπριακή Δημοκρατία να ενεργεί ανεξάρτητα. Η συνεργασία όμως δεν θα αφορά την οικοδόμηση ενός κοινού ομοσπονδιακού κράτους με δύο πολιτείες. Θα αφορά τους όρους συνύπαρξης και συνεργασίας, εντός ή εκτός της ΕΕ, δυο χωριστών και ανεξάρτητων κρατών.
Στο πίσω μέρος του μυαλού πολλών, το «βελούδινο διαζύγιο» θα μπορούσε να ήταν μια «λειτουργική και άρα βιώσιμη» διευθέτηση. Δεν συμμερίζομαι αυτή την άποψη. Δύσκολα πάντως θα βρεθεί ελληνοκυπριακή ηγεσία διατεθειμένη να καταθέσει και να συζητήσει αυτή την εκδοχή. Ούτε διαμοιρασμό εξουσιών σε ένα κοινό ομοσπονδιακό κράτος ούτε διαπραγμάτευση των όρων και των ανταλλαγμάτων για δύο κράτη. Πάντως όχι με τη θέλησή μας, διότι και τα δύο έχουν πολιτικό – ηθικό κόστος. Κάπως έτσι η διευθέτηση της εκκρεμότητας του Κυπριακού έχει αφεθεί στον χρόνο, διότι ο χρόνος δεν λογοδοτεί σε εκλογικά σώματα και πρόθυμα αναλαμβάνει το όποιο κόστος.
Ο Βασίλης Πρωτοπαπάς είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών