Από όποια οπτική γωνία κι αν το εξετάσει κανείς, στις 18 Μαΐου η κυβερνητική πλειοψηφία των 153 βουλευτών καλείται να εγκρίνει ένα νέο Μνημόνιο. Με τίμημα σχεδόν 5 δισ. ευρώ, κυρίως για τα ήδη εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα και για ό,τι έχει απομείνει από τη μεσαία τάξη. Οσο κι αν επιχειρήσει το Μαξίμου να εξωραΐσει ή να διαστρεβλώσει την εικόνα, αυτή είναι η πραγματικότητα και γι’ αυτήν θα είναι στο εξής απολογούμενο.
Το εύρος της πολιτικής εξαπάτησης δεν είναι διαχειρίσιμο. Οι 941 σελίδες του εφαρμοστικού νόμου αποτελούν το μεγαλύτερο ξεγύμνωμα κυβέρνησης στα μεταπολιτευτικά χρονικά, έστω κι αν κάθε πολίτης ήταν προϊδεασμένος. Αποδεχόμενη ένα τέταρτο Μνημόνιο χωρίς χρηματοδότηση, η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι οι προβλέψεις της για την ανάπτυξη ήταν αίολες. Δεσμεύεται για περικοπές τοις μετρητοίς και παράταση της σκληρής λιτότητας έως το 2022, χωρίς αναπτυξιακό αντίβαρο. Τα πολυδιαφημισμένα αντίμετρα, άλλωστε, αποδεικνύεται περίτρανα ότι αποτελούν προσδοκίες που δεν πρόκειται να ευοδωθούν διότι εξαρτώνται από απίθανους όρους και προϋποθέσεις.
Τα αποκαλυπτήρια είναι πλήρη, καθώς δεν μένει αμφιβολία ότι η κυβέρνηση διαπραγματευόταν όλους αυτούς τους μήνες με τον εαυτό της και τον κομματικό της μικρόκοσμο, αδιαφορώντας για το κόστος που φορτώθηκαν η χώρα και η κοινωνία. Η παραμονή στην εξουσία όσο το δυνατόν περισσότερο και η μετάθεση των βαρών στους επόμενους ήταν το βασικό μέλημα πίσω από τις πολύμηνες διαβουλεύσεις για μέτρα που είχε εξαρχής συνομολογήσει. Το 2018 οι νέες περικοπές θα επιβληθούν σε μια κοινωνία φτωχότερη. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα την ήθελε και ηττημένη.