Μπορεί η Τερίζα Μέι να αποκήρυξε το πρόγραμμα του Τζέρεμι Κόρμπιν ως αναχρονιστικό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν την ανησυχεί η φιλεργατική διάστασή του. Και μάλλον κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να ιδωθεί η υπόσχεσή της ενόψει των εκλογών της 8ης Ιουνίου ότι θα ενισχύσει τα δικαιώματα των εργαζομένων. Ο στόχος της, επισημαίνουν οι αναλυτές, είναι ο πυρήνας της εργατικής τάξης που ψηφίζει παραδοσιακά Εργατικούς.

Η βρετανίδα πρωθυπουργός και ηγέτις των Συντηρητικών έκανε αυτές τις δηλώσεις στη διάρκεια περιοδείας στις νότιες περιοχές της Αγγλίας. Από εκεί διαβεβαίωσε ότι οι εγγυήσεις που παρείχε στους εργαζομένους το ευρωπαϊκό κεκτημένο θα διατηρηθούν, καθώς θα εξασφαλιστεί τόσο η εκπροσώπησή τους στο εταιρικό συμβούλιο όσο και η προστασία των συντάξεών τους από «την ανεύθυνη συμπεριφορά των αφεντικών των επιχειρήσεων» –η αναφορά, σημειώνουν τα βρετανικά Μέσα, είχε ως αποδέκτη τον δισεκατομμυριούχο Φίλιπ Γκριν. Η Μέι δεσμεύτηκε ακόμη ότι θα λάβει μέτρα για να καλυφθεί το μισθολογικό χάσμα ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, καθώς και ανάμεσα σε διαφορετικές ηλικίες, προκειμένου να «αποκατασταθεί μια αδικία που είναι ανεπίτρεπτη στη Βρετανία του 21ου αιώνα».

Αυτή η φιλεργατική στροφή συνοδεύτηκε από ανάλογες δηλώσεις: «Πρόκειται για τη μεγαλύτερη επέκταση των εργατικών δικαιωμάτων που έχει ποτέ συντηρητική κυβέρνηση στην Ιστορία» τόνισε, για να προσθέσει σε άλλο σημείο: «Υπάρχει μόνο ένας αρχηγός σε αυτές τις εκλογές που δίνει προτεραιότητα στα δικαιώματα και στις ευκαιρίες των εργαζόμενων νοικοκυριών». Οι Εργατικοί από την πλευρά τους δεν είδαν με καλό μάτι αυτήν την εισβολή στα χωράφια τους. Κάνοντας λόγο για «γελοίους ισχυρισμούς», σημείωσαν ότι «η Τερίζα Μέι θεωρεί τον κόσμο της εργατικής τάξης ανόητο».

Σύμφωνα με τον Αντριου Γκιν, τον επικεφαλής της προεκλογικής καμπάνιας των Εργατικών, «τα τελευταία επτά χρόνια οι Τόρις είχαν ως προτεραιότητα τους λίγους, ενώ αντιστρατεύονταν τις προτάσεις των Εργατικών που ζητούσαν να δοθούν περισσότερα δικαιώματα στους Εργατικούς και να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της μισθολογικής στασιμότητας, το οποίο ήταν και η αιτία της επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης πολλών πολιτών». Στο ίδιο μήκος κύματος, εκπρόσωπος των Φιλελεύθερων Δημοκρατών υπενθύμισε ότι στην πρώτη κυβέρνηση Κάμερον, όπου συμμετείχε και το δικό του κόμμα, οι Συντηρητικοί είχαν επιχειρήσει να περιορίσουν το δικαίωμα στην απεργία. Ο ίδιος κάλεσε τους ψηφοφόρους να μην εμπιστευτούν το κυβερνών κόμμα.

Το άνοιγμα των Συντηρητικών προς την εργατική τάξη δεν είναι άσχετο με τη δυσπιστία προς τους δημοσκόπους, οι οποίοι δεν είχαν προβλέψει ούτε τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους Τόρις και τους Εργατικούς στις εκλογές του 2015 αλλά ούτε και τη νίκη του Brexit. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν τώρα στο κόμμα της Μέι ένα προβάδισμα της τάξης των 18 μονάδων, αλλά φαίνεται ούτε αυτή η απόσταση είναι ικανή να κάμψει την ανησυχία τους ότι πολλά μπορεί να συμβούν τις περίπου τρεις εβδομάδες που απομένουν έως τη διεξαγωγή των πρόωρων εκλογών.