Τα νεύρα είναι τεντωμένα και από τις δυο πλευρές του φράκτη του Λευκού Οίκου. Ακούγεται ότι το προσωπικό του Λευκού Οίκου βρίσκεται σε κατάσταση ημικατάρρευσης περνώντας από τη μια προεδρική κρίση στην άλλη και προσπαθώντας παράλληλα να κρυφτεί από έναν χειμαρρώδη πρόεδρο. Από την άλλη πλευρά του φράκτη του Λευκού Οίκου, πολλοί στην Ουάσιγκτον παρατηρούν την αποσύνθεση μιας προεδρίας, ενώ ακόμη και οι Δημοκρατικοί δεν χαίρονται με όλα αυτά. Ενας πρόεδρος εκτός ελέγχου κάνει κάθε σκεπτόμενο πολίτη να ανησυχεί τουλάχιστον.
Εγκυρες πηγές από τον Λευκό Οίκο αναφέρουν ότι ο πρόεδρος περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας του παρακολουθώντας ειδήσεις στην τηλεόραση και βγαίνοντας εκτός εαυτού με αυτά που βλέπει (με την εξαίρεση του Fox News), αλλά και με τους συμβούλους του που αφήνουν να μεταδίδονται τέτοια ρεπορτάζ. Οι σύμβουλοί του αποφεύγουν να του λένε τα κακά νέα καθώς φοβούνται ότι θα τους βάλει τις φωνές.
Ο ορισμός του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μίλερ από τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Ροντ Ρόσενταϊν (που με τη σειρά του τρέχει να διασώσει τη δική του φήμη) δεν βοηθάει στο να γίνει η διάθεση του προέδρου Τραμπ καλύτερη. Ο Μίλερ, ένας πρώην διευθυντής του FBI που χαίρει γενικού σεβασμού, θα κρατήσει ζωντανή για ένα διάστημα την έρευνα σχετικά με το εάν άνθρωποι από το περιβάλλον του Τραμπ συνεργάστηκαν με τη Ρωσία για να πετύχουν την εκλογή του. Είναι ένα ζήτημα που οδηγεί σαφώς τον Τραμπ στην τρέλα.
Αλλά το τι σημαίνουν όλα αυτά για την παραμονή του Τραμπ στην προεδρία είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τους πάντες στην Ουάσιγκτον. Ακόμη και πριν εμφανιστούν στο προσκήνιο τα τελευταία προβλήματα, ένας μεγάλος αριθμός των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο έβλεπε τον Τραμπ σαν απειλή για τη χώρα και το κόμμα τους. Κι ενώ η ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, πιστεύοντας ότι η μείωση της φορολογίας είναι θέμα άμεσης προτεραιότητας, δεν είναι έτοιμη να πει δυνατά ότι θα έβλεπε με χαρά τον Τραμπ να εγκαταλείπει τη θέση του, έχει αρχίσει να κάνει την ενόχλησή της πιο φανερή.
Κι όμως. Η εκλογική βάση του Τραμπ, δηλαδή περίπου το 35% των ψηφοφόρων, παραμένει στο πλευρό του παρά τα σκάνδαλα και τις παλινωδίες του με τα όσα υποσχέθηκε προεκλογικά και ειδικά όταν ανέκρουσε πρύμναν στο θέμα της μεταρρύθμισης του συστήματος Υγείας από τον Μπαράκ Ομπάμα. Ο Τραμπ έχει χάσει ήδη τους ανεξάρτητους που τον στήριξαν στις εκλογές και εάν δεν εκπληρώσει τις υποσχέσεις του, η βάση του θα αρχίσει να φυλλορροεί, χωρίς ο ίδιος να μπορεί να πείσει τους ψηφοφόρους του ότι αυτή η αποτυχία οφείλεται στους Δημοκρατικούς.
Το θέμα της παραπομπής συζητείται παντού. Αλλά παραπομπή δεν μπορεί να υπάρξει –και να είναι πολιτικά βιώσιμη –παρεκτός και αν στηριχτεί σε μια διακομματική βάση που θα θεμελιωθεί στο κέντρο των δύο κομμάτων, όπως συνέβη στην περίπτωση του Νίξον.
H Ελίζαμπεθ Ντρου είναι τακτική αρθρογράφος της επιθεώρησης «The New York Review of Books» και συγγραφέας, πιο πρόσφατα, του βιβλίου «Washington Post: Reporting Watergate and Richard Nixon’s Downfall»