Αλλη μια συζήτηση το βράδυ της Πέμπτης στη Βουλή ανέδειξε τη μίζερη πραγματικότητα της ελληνικής πολιτικής αντιπαράθεσης: η αντιπολίτευση βάλθηκε να απαριθμήσει όλες τις χαμένες μάχες του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνησής του στην αέναη διαπραγμάτευση των τελευταίων δυόμισι ετών, με όλη την ενοχικότητα που κουβαλάει η αποτυχία της στην άσκηση της εξουσίας τα προηγούμενα χρόνια. Και ο Πρωθυπουργός, ζώντας προφανώς σε μια εναλλακτική πραγματικότητα, προσπαθεί να πείσει μια χειμαζόμενη από εισφορές και φόρους κοινωνία ότι το πρόγραμμα που συμφώνησε βγαίνει, ότι τα αντίμετρα θα φέρουν κοινωνική δικαιοσύνη και ότι η λύση για το χρέος θα ανοίξει τον δρόμο για την ανάπτυξη. Αυτό είναι λίγο – πολύ το κυβερνητικό αφήγημα, αυτό θα ακούμε και τους επόμενους μήνες, ώσπου κάποια στιγμή να προκύψει μια λύση για το χρέος, αποτέλεσμα συμβιβασμών μεταξύ Ουάσιγκτον, Βερολίνου και Φρανκφούρτης. Μια λύση που πιθανότατα θα περιλαμβάνει χαμήλωμα επιτοκίων, άπλωμα στον χρόνο, επαναγορά κ.τ.λ. και θα είναι δυσνόητη ακόμη και για διδάκτορες της οικονομετρίας, αλλά θα πουληθεί από τους μάστορες της εγχώριας προπαγάνδας ως η κυβερνητική Ιθάκη της αντιμνημονιακής Οδύσσειας. Καμία λύση για το χρέος βέβαια, όσο περίπλοκη τεχνικά κι αν είναι, δεν πρόκειται να ξεκολλήσει τη χώρα από τη λάσπη της ακινησίας, όσο οι επενδύσεις κολλάνε στις ιδεοληψίες μαθητευόμενων μάγων της Δημόσιας Διοίκησης, η γραφειοκρατία κι η Δικαιοσύνη εμποδίζουν την επιχειρηματικότητα και το ύψος των φορολογικών συντελεστών παραμένει δυσθεώρητο. Η χώρα θα καταλήξει πιθανότατα ένα χρηματοοικονομικό Ελντοράντο για ξένα φαντς διαχείρισης κόκκινων δανείων και πτωχευμένων επιχειρήσεων με χαμηλούς μισθούς και αναξιοποίητο δυναμικό.
Η πολιτική αντιπαράθεση αναλώνεται δυστυχώς σε προσωπικά χτυπήματα και συνεχή παρελθοντολογία –παρά το γεγονός ότι κάθε κόμμα κουβαλάει το δικό του Μνημόνιο και τη δική του στιγμή της αλήθειας που αναγκάστηκε να δει την πραγματικότητα κατάματα και να αλλάξει ρότα πριν χτυπήσει στον τοίχο. Βιώνουμε πλέον τον όγδοο χρόνο στα Μνημόνια, η χώρα θα παραμείνει δεμένη σε αυτά άλλα τέσσερα και ποιος ξέρει πόσα παραπάνω κι όμως ακόμη δεν υπάρχει σχέδιο που θα βγάλει τη χώρα από μια πραγματικότητα με τερατώδη πλεονάσματα, υποτονική –αν έρθει –ανάπτυξη, χωρίς δουλειές και παροχές – συσσίτια που τονίζουν την κοινωνική ευαισθησία της αριστερής κυβέρνησης λες και βγήκαμε από την Κατοχή. Την ίδια στιγμή, όχι πολύ μακριά από εμάς, χώρες όπως η Ρουμανία που μπήκε τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ενωση και 26 χρόνια μετά την Ελλάδα, καταφέρνει με μεταρρυθμίσεις, χαμηλή φορολογία κι εύκολη αδειοδότηση να προσελκύσει επενδύσεις, να τρέχει με ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 5% και να μειώνει δραστικά την ανεργία. Στην ίδια χώρα που επίσης αναγκάστηκε στο ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 να προσφύγει στο ΔΝΤ και να λάβει ένα δάνειο της τάξης των 20 δισ. Εμείς πάλι, χωρίς πυξίδα και δίχως όραμα, συνεχίζουμε από δόση σε δόση, χάνοντας πολύτιμο χρόνο, με στόχο –ίσως –το επόμενο πρόγραμμα.