Εικόνα σταθεροποίησης στην εύφλεκτη ζώνη των Δυτικών Βαλκανίων βλέπει πλέον η Αθήνα μετά τη διαφαινόμενη άρση του πολιτικού αδιεξόδου στο οποίο είχαν περιέλθει Σκόπια και Αλβανία. Διπλωματικές πηγές εκτιμούν ότι η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης που έλαβε ο ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος εκπροσωπεί την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, από τον πρόεδρο της ΠΓΔΜ Γκιόργκε Ιβάνοφ αποτελεί την πρώτη ουσιαστική προσπάθεια για τον τερματισμό της διετούς πολιτικής κρίσης στη χώρα, που κορυφώθηκε πρόσφατα με την εισβολή εξαγριωμένων διαδηλωτών στο Κοινοβούλιό της.
Από το υπουργείο Εξωτερικών παρότι σκοπεύουν να επιμείνουν στην πάγια τακτική περί μη παρέμβασης στα εσωτερικά των γειτόνων, έχουν ρίξει γέφυρες επικοινωνίας προς τα Σκόπια –ήδη ο Νίκος Κοτζιάς έχει εκφράσει στον Ζάεφ διάθεση συνεργασίας. Για την Αθήνα, άλλωστε, οι πολιτικές αλλαγές που κυοφορούνται στα Σκόπια είναι προς τη θετική κατεύθυνση και για την ανάπτυξη των διμερών ζητημάτων, ιδίως εκείνων που παραμένουν σε εκκρεμότητα, με βασικότερο προφανώς αυτό της ονομασίας.
Στο νεοκλασικό της Βασιλίσσης Σοφίας παρότι προσδοκούν η αλλαγή πολιτικής σελίδας στα Σκόπια να λειτουργήσει προς ενδυνάμωση της διμερούς συνεργασίας, δεν αγνοούν το σοβαρό ενδεχόμενο η γραμμή Ζάεφ, ιδίως όσον αφορά το ζήτημα της ονομασίας, να μην αποκλίνει από εκείνη που ακολούθησε ο προκάτοχός του. Αυτό γιατί, σε διαφορετική περίπτωση, ο εντολοδόχος Ζάεφ θα μπορούσε εύκολα να αντιμετωπίσει κατηγορίες κυρίως από τους υποστηρικτές Γκρούεφσκι, περί οπισθοχώρησης από τις θέσεις που διασφαλίζουν τη «μακεδονική» ταυτότητα της περιοχής.
Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πως το ζήτημα της ονομασίας δεν θα είναι από τα πρώτα με τα οποία θα ασχοληθεί η νέα κυβέρνηση των Σκοπίων, η οποία –σύμφωνα με εκτιμήσεις –σε πρώτη φάση θα επικεντρωθεί στο να αποκαταστήσει τις «ζημιές» που έχει υποστεί η χώρα εσωτερικά από τις πολιτικές του πρώην πρωθυπουργού της, ο οποίος κατηγορείται για εκτεταμένη διαφθορά και επιβολή τακτικών παρακράτους.
Επιπλέον, καθώς η απειλή της γενικευμένης ανάφλεξης στα Βαλκάνια παραμένει ζωντανή, ο Ζάεφ θα κληθεί να διαχειριστεί και το βαθύ ρήγμα μεταξύ σλαβόφωνων και αλβανόφωνων, οι οποίοι αποτελούν το 25% του πληθυσμού της χώρας. Η εκλογή του Ταλάτ Τζεφέρι, του πρώτου αλβανού προέδρου στη Βουλή των Σκοπίων, και το γεγονός ότι ανοίγει ένας κύκλος εντατικών επαφών του Ζάεφ με τρία αλβανικά κόμματα προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία για το πρόγραμμα και τη συγκρότηση της νέας κυβέρνησης, επιβεβαιώνουν όσους προεξοφλούσαν ότι πλέον το αλβανικό στοιχείο αναλαμβάνει ρόλο ρυθμιστή στην ΠΓΔΜ. Η εκλογή Τζεφέρι επαναφέρει, παράλληλα, στο προσκήνιο τα γνωστά αιτήματα περί προώθησης της «αλβανικής ατζέντας» στα Σκόπια με τις ευλογίες του αλβανού πρωθυπουργού Εντι Ράμα.
Στην Αλβανία. Οι πολιτικές διεργασίες στην ΠΓΔΜ δεν είναι καθόλου ασύνδετες με όσα συμβαίνουν στην Αλβανία, αφού και εκεί το πολιτικό αδιέξοδο που είχε προκληθεί από τις αρχές του χρόνου, φαίνεται πως βαίνει σε εκτόνωση με αμερικανική παρέμβαση.
Μετά τις νουθεσίες του βοηθού αναπληρωτή ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Χόιτ Μπράιαν Γι, ο οποίος έσπευσε στα Τίρανα, ο πρωθυπουργός Εντι Ράμα και ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Λούλζιμ Μπάσα συμφώνησαν σε μια συμβιβαστική φόρμουλα, που μεταθέτει τις εκλογές για τις 25 Ιουνίου. Ο Ράμα που οδεύει στις κάλπες «τραυματισμένος» από τις βαριές κατηγορίες της αντιπολίτευσης για εμπλοκή σε κυκλώματα ναρκωτικών, επιχειρεί να κερδίσει την μάχη των εντυπώσεων περιφέροντας δημοσίως τις γνωστές φιλοδοξίες του για συγκρότηση αλβανικής ένωσης εντός των Βαλκανίων.
Οι αλυτρωτικές κορόνες περί «Μεγάλης Αλβανίας» σε περίπτωση που διακοπεί η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης των Δυτικών Βαλκανίων, παρότι εκτιμάται ότι αποσκοπούν σε εσωτερική κατανάλωση, συνιστούν ένα παιχνίδι εξαιρετικά επικίνδυνο αφού, όπως παραδέχονται διπλωματικές πηγές, ουσιαστικά ο αλβανός πρωθυπουργός με μεθοδευμένες κινήσεις επιδιώκει να δημιουργήσει την αίσθηση ότι το ζήτημα αλλαγής συνόρων στην περιοχή δεν είναι πλέον ταμπού.
Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις που δρομολογούνται προοιωνίζονται μια περίοδο ηρεμίας στη διακεκαυμένη ζώνη των Βαλκανίων, ενώ σε αυτό συμβάλλει και η διαφαινόμενη πρόθεση των ΗΠΑ να μην απεμπλακούν προς το παρόν από τον διαμεσολαβητικό ρόλο τους στην περιοχή.