Οπως ήταν αναμενόμενο, η εβδομηκοστή επέτειος του μεγαλύτερου φιλμικού φεστιβάλ ανά τον κόσμο συγκέντρωσε πλήθος ονομάτων και ξακουστών δημιουργών. Οπότε, γιατί γκρινιάζουμε; Πρώτον: Επειδή αυτός ο συγκερασμός των μεγάλων ονομάτων κατέκλυσε το επίσημο διαγωνιστικό δίχως το αντίβαρο ενός νέου σκηνοθέτη που ενδεχομένως θα μας έφερνε αντιμέτωπους με κάτι πέρα αυτών που έχουμε λίγο πολύ συνηθίσει.
Ας πούμε, ο Αντρέι Ζβγιαγκίντσεφ παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους ρώσους κινηματογραφιστές, αν όχι ο καλύτερος. Η ταινία του «Χωρίς αγάπη» που πραγματεύεται την εξαφάνιση ενός παιδιού στη Ρωσία τού σήμερα διαθέτει κινηματογραφικές στιγμές που προσωπικά δεν θα ξεχάσω ποτέ. Για άλλη μία φορά όμως επαναλαμβάνεται η μόνιμη, τα τελευταία χρόνια, προβληματική του σκηνοθέτη για το σκληρό πρόσωπο της πατρίδας του (βοηθάει να τα ‘χεις με την πατρίδα σου αν θες να βρεθείς στο επίσημο διαγωνιστικό των Καννών). Ετσι εκτός από στιγμές γνήσιου μεγαλείου υπάρχουν και άλλες που είναι μάλλον κραυγαλέες στις σημάνσεις τους.
Ο Τοντ Χέινς από την άλλη παρουσίασε την ταινία «Wonderstruck». Ενα φιλμ για όλη την οικογένεια που όμως περικλείει στο εσωτερικό του όλες τις γνωστές σε εμάς ανησυχίες και προβληματισμούς αυτού του πραγματικού κινηματογραφικού χαμαιλέοντα. Νομίζω πως είναι η πρώτη φορά που παρακολουθώ στις Κάννες ταινία ξακουστού δημιουργού που διαγωνίζεται για τον Χρυσό Φοίνικα την οποία μπορώ να δω παρέα με την οκτάχρονη κόρη μου. Εξοχες οι Μισέλ Γουίλιαμς και Τζούλιαν Μουρ.
Εχουμε όμως και τον Κορνέλ Μουντρούτσκο. Το «Φεγγάρι του Δία» ξεκινά από μία εντελώς παράδοξη ιδέα: την ύπαρξη ενός σύρου πρόσφυγα με την ικανότητα να πετάει. Η ταινία του Μουντρούτσκο έχει προβλήματα για τα οποία οι κινηματογραφόφιλοι φαντάζομαι πως θα έχετε ενημερωθεί ήδη. Είναι δηλαδή ένα φιλμ με προβλήματα κυρίως εσωτερικού ρυθμού και σεναριακών επαναλήψεων. Είναι όμως η μόνη ταινία σε ολόκληρο το πρόγραμμα του Φεστιβάλ που δεν φοβάται να πάρει ρίσκα. Είναι μία ταινία που λέει «έχω μία θέση απέναντι στα πράγματα και είμαι απολύτως διατεθειμένος να την ακολουθήσω, και ας αποτύχω». Ο Μουντρούτσκο δεν αποτυγχάνει, απλά δεν μας παρέδωσε άλλο ένα αριστούργημα όπως έκανε με τον «Λευκό θεό» και κανένας σκηνοθέτης δεν είναι υποχρεωμένος να γυρίζει μονάχα αριστουργήματα.
Η πιο εκθαμβωτική παρουσία πάντως ήταν αυτή της Νικόλ Κίντμαν στην υπέροχη ταινία του Τζον Κάμερον Μίτσελ «Πώς να μιλάς σε κορίτσια στα πάρτι», μια ξέφρενη ταινία για τη γένεση του punk. Μείνετε σε αναμονή μέχρι την αυριανή μας ανταπόκριση για εντυπώσεις από τη νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου.