Darmstadt, Γερμανία – Η Merck, μία κορυφαία εταιρεία στο χώρο των επιστημών και της τεχνολογίας, ανακοίνωσε την παρουσίαση των νέων αναλύσεων των δεδομένων αποτελεσματικότητας και ασφάλειας για τα υπό έρευνα δισκία κλαδριβίνης σε αναρτημένες ανακοινώσεις, στην Ετήσια Συνάντηση της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας (ΑΑΝ) που πραγματοποιήθηκε στις 22-28 Απριλίου 2017, στη Βοστώνη, Μασαχουσέτη.
Τα ευρήματα από μια αναδρομική ανάλυση υποομάδων της μελέτης CLARITY, Φάσης ΙΙΙ σε 289 ασθενείς, με υψηλή δραστηριότητα της νόσου* κατέδειξαν στατιστικά σημαντική μείωση του κινδύνου εξέλιξης αναπηρίας και υποτροπής με δισκία κλαδριβίνης σε δόση 3,5mg/kg (n=140) σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο (n=149) σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα πολλαπλή σκλήρυνση οι οποίοι, είτε δεν είχαν λάβει καμία θεραπεία είτε είχαν προηγούμενα λάβει νοσοτροποποιητικά φάρμακα (Disease Modifying Drug – DMD).
«Γνωρίζουμε ότι ένα ποσοστό ασθενών με ΠΣ διατρέχει υψηλότερο κίνδυνο υποτροπής και εξέλιξης της αναπηρίας από τον ευρύτερο πληθυσμό», δήλωσε ο καθηγητής Gavin Giovannoni, κύριος ερευνητής των μελετών CLARITY και πρόεδρος του Τμήματος Νευρολογίας, Barts and The London School of Medicine and Dentistry. «Τα δεδομένα αυτά είναι σημαντικά διότι δείχνουν ότι οι ασθενείς της ομάδας υψηλής δραστηριότητας της νόσου που έλαβαν θεραπεία με δισκία κλαδριβίνης εμφάνισαν μεγαλύτερη ανταπόκριση από εκείνη που σημειώθηκε στο γενικό πληθυσμό της δοκιμής CLARITY».
Η ανάλυση κατέδειξε ότι η θεραπεία με δισκία κλαδριβίνης 3,5 mg/kg συσχετίστηκε με μεγαλύτερη μείωση του κινδύνου 6-μήνης επιβεβαιωμένης εξέλιξης στην Κλίμακα Αναπηρίας EDSS σε ασθενείς με υψηλή δραστηριότητα της νόσου (82%, Ρ=0,0001) από εκείνη που παρατηρήθηκε στο συνολικό πληθυσμό της μελέτης CLARITY (47%, Ρ=0,0016) έναντι του εικονικού φαρμάκου. Επιπλέον, τα δεδομένα έδειξαν ότι τα δισκία κλαδριβίνης μείωσαν το σχετικό κίνδυνο του ετήσιου ρυθμού υποτροπών σε ασθενείς με υψηλή δραστηριότητα της νόσου (67%, Ρ<0,0001) σε σύγκριση με το συνολικό πληθυσμό της μελέτης CLARITY (58%, P=<0,0001). Η μελέτη διαπίστωσε ότι το ιστορικό υποτροπών και θεραπείας καθώς και τα χαρακτηριστικά της μαγνητικής τομογραφίας μπορούν να βοηθήσουν στον εντοπισμό ασθενών που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο υποτροπών και εξέλιξης της αναπηρίας.
«Τα δισκία κλαδριβίνης θεωρείται ότι στοχεύουν επιλεκτικά την επίκτητη ανοσολογική ανταπόκριση στην ΠΣ και ενδεχομένως να μπορούν να καλύψουν μια ιατρική ανάγκη σε εκείνους τους ασθενείς που ήδη διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εξέλιξης της αναπηρίας ή υποτροπών», δήλωσε ο Luciano Rossetti, επικεφαλής του Τμήματος Παγκόσμιας Έρευνας & Ανάπτυξης του βιοφαρμακευτικού τομέα της Merck.
Μία ανάλυση ασφάλειας με ασθενείς που έλαβαν δισκία κλαδριβίνης για 20 ημέρες σε διάστημα δύο ετών, είτε στο πλαίσιο της μελέτης CLARITY είτε στην CLARITY ΕΧΤΕΝSION, έδειξε ότι μετά την περίοδο χορήγησης 10 ημερών του έτους θεραπείας 1, ο ελάχιστος μέσος αριθμός λεμφοκυττάρων μειώθηκε σε 1,00×109/L. Ωστόσο, μέχρι το τέλος του έτους θεραπείας 1 και 2, ο μέσος αριθμός λεμφοκυττάρων επανήλθε εντός των φυσιολογικών ορίων. Στη διετή μελέτη CLARITY, η λεμφοπενία ήταν η πιο συχνά αναφερόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια (ΑΕ) σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με δισκία κλαδριβίνης. Η συχνότητα εμφάνισης λοιμώξεων ήταν 48,3% με δισκία κλαδριβίνης και 42,5% με το εικονικό φάρμακο, με 99,1% και 99,0% αντίστοιχα των λοιμώξεων αυτών να αξιολογούνται ήπιες έως μέτριες από τους ερευνητές.
*Ως ασθενείς με υψηλότερο κίνδυνο εξέλιξης της νόσου ή/και υψηλή δραστηριότητα της νόσου ορίζονται οι ασθενείς με ≥1 υποτροπές κατά τη διάρκεια του έτους πριν τη συμμετοχή τους στη μελέτη ενώ λάμβαναν νοσοτροποποιητική αγωγή (DMD) ΚΑΙ ≥1 Τ1 Gd+ ή ≥9 βλάβες στην Τ2 ακολουθία καθώς και οι ασθενείς με ≥2 υποτροπές κατά τη διάρκεια του έτους πριν τη συμμετοχή τους στη μελέτη, ανεξάρτητα από την προηγούμενη χρήση DMD.
Σχετικά με τα δισκία κλαδριβίνης
Τα δισκία κλαδριβίνης είναι μια υπό έρευνα βραχείας διάρκειας από του στόματος θεραπεία, που θεωρείται ότι επιλεκτικά και περιοδικά στοχεύει λεμφοκύτταρα, τα οποία πιστεύεται ότι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παθολογικής διαδικασίας της πολλαπλής σκλήρυνσης. Τα δισκία κλαδριβίνης βρίσκονται επί του παρόντος υπό κλινική έρευνα και δεν έχουν λάβει έγκριση για οποιαδήποτε χρήση στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και την Ευρώπη. Τον Ιούλιο του 2016, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων [EMA] δέχτηκε για επανεξέταση την Αίτηση Άδειας Κυκλοφορίας των δισκίων κλαδριβίνης για τη θεραπεία της υποτροπιάζουσας διαλείπουσας πολλαπλής σκλήρυνσης.
Το πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης για τα δισκία κλαδριβίνης περιλαμβάνει:
·Τη μελέτη CLARITY (CLAdRIbine Tablets Treating MS OrallY) και την επέκτασή της: μια διετής φάσης ΙΙΙ ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη που σχεδιάστηκε για να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των δισκίων κλαδριβίνης ως μονοθεραπεία σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση και τη διετή της επέκταση, η οποία σχεδιάστηκε για να παρέχει στοιχεία σχετικά με τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της παρατεταμένης χορήγησης δισκίων κλαδριβίνης για διάστημα έως τέσσερα έτη
·Τη μελέτη ORACLE MS (ORAl CLadribine in Early MS): μια διετής, φάσης III μελέτη, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο, που σχεδιάστηκε για να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των δισκίων κλαδριβίνης ως μονοθεραπεία σε ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης ΠΣ (ασθενείς που έχουν εμφανίσει ένα πρώτο κλινικό επεισόδιο που υποδηλώνει ΠΣ)
·Τη μελέτη ONWARD (Oral Cladribine Added ON To Interferon beta-1a in Patients With Active Relapsing Disease): μια φάσης ΙΙ, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη, που σχεδιάστηκε κυρίως για να αξιολογηθεί η ασφάλεια και η ανοχή της προσθήκης θεραπείας με δισκία κλαδριβίνης σε ασθενείς με υποτροπιάζουσες μορφές της ΠΣ, οι οποίοι εμφάνισαν μη ελεγχόμενη νόσο ενώ ακολουθούσαν την καθιερωμένη θεραπεία με ιντερφερόνη-βήτα
·Τη μελέτη PREMIERE (Prospective Observational Long-term Safety Registry of Multiple Sclerosis Patients Who Have Participated in Cladribine Clinical Studies): ενδιάμεση μακροπρόθεσμη παρακολούθηση δεδομένων από το μητρώο, PREMIERE, για την αξιολόγηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των δισκίων κλαδριβίνης. Η παρακολούθηση θα γίνει για περισσότερα από 10.000 έτη έκθεσης στο σύνολο των ασθενών, με παρακολούθηση ορισμένων ασθενών που υπερβαίνουν τα οκτώ έτη έκθεσης κατά την ολοκλήρωση της μελέτης.
Σχετικά με την ιντερφερόνη βήτα-1α
Η ιντερφερόνη βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως) είναι ένα νοσοτροποποιητικό φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία των υποτροπιαζουσών μορφών της πολλαπλής σκλήρυνσης και είναι παρεμφερές με την πρωτεΐνη ιντερφερόνη βήτα που παράγεται από το ανθρώπινο σώμα. Η αποτελεσματικότητα της ιντερφερόνη βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως)στη χρόνια προοδευτική πολλαπλή σκλήρυνση δεν έχει τεκμηριωθεί. Η ιντερφερόνη β θεωρείται ότι συμβάλλει στη μείωση της φλεγμονής. Ο ακριβής μηχανισμός είναι άγνωστος.
Η ιντερφερόνη βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως), η οποία εγκρίθηκε στην Ευρώπη το 1998 και στις ΗΠΑ το 2002, είναι καταχωρημένο σε περισσότερες από 90 χώρες παγκοσμίως. Η ιντερφερόνη βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως) έχει αποδειχθεί ότι καθυστερεί την εξέλιξη της αναπηρίας, μειώνει τη συχνότητα εμφάνισης των υποτροπών και μειώνει τη δραστικότητα και την περιοχής της βλάβης στην MRI (μαγνητική τομογραφία)*.
Η ιντερφερόνη βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως) μπορεί να χορηγηθεί με την ηλεκτρονική συσκευή αυτοχορήγησης (μη εγκεκριμένη στις ΗΠΑ) RebiSmart® ή με το στυλό μιας χρήσης RebiDose®, ή με το χειροκίνητο στυλό έγχυσης πολλαπλών δόσεων RebiSlide™.
Η ιντερφερόνη βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως) μπορεί επίσης να χορηγηθεί με τη συσκευή αυτοχορήγησης Rebiject II ή με χειροκίνητη έγχυση χρησιμοποιώντας τις έτοιμες προς χρήση προγεμισμένες σύριγγες. Αυτές οι συσκευές έγχυσης δεν είναι εγκεκριμένες σε όλες τις χώρες. Τον Ιανουάριο του 2012, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την επέκταση της ένδειξης της ιντερφερόνης βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως) στην πρώιμη πολλαπλή σκλήρυνση. Η επέκταση της ένδειξης της ιντερφερόνης βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως) δεν έχει υποβληθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η ιντερφερόνη βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως) θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό κατάθλιψης, ηπατοπάθειας, ανωμαλιών του θυρεοειδούς και επιληπτικών κρίσεων. Οι συχνότερα αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά της γρίπης, τοπικές αντιδράσεις στο σημείο έγχυσης, αύξηση των ηπατικών ενζύμων και διαταραχές των κυττάρων του αίματος. Ασθενείς, ιδίως όσοι πάσχουν από κατάθλιψη, επιληψία, ή ηπατικά προβλήματα, θα πρέπει να συζητούν με τους ιατρούς τους τη θεραπεία με ιντερφερόνη βήτα-1a (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως)
*Η ακριβής συσχέτιση μεταξύ των ευρημάτων της MRI και της τρέχουσας ή μελλοντικής κλινικής κατάστασης των ασθενών, συμπεριλαμβανομένης της εξέλιξης της αναπηρίας, είναι άγνωστος.
Η ιντερφερόνη βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως) έχει εγκριθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για τις υποτροπιάζουσες μορφές της πολλαπλής σκλήρυνσης. Επίσης, το RebiSmart®, μία ηλεκτρονική συσκευή αυτοχορήγησης της ιντερφερόνης βήτα-1α (υποδόρια χορήγηση τρεις φορές εβδομαδιαίως), δεν έχει εγκριθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα δισκία κλαδριβίνης αποτελούν ένα ερευνητικό προϊόν και δεν έχουν λάβει έγκριση για χρήση σε οποιαδήποτε ένδειξη στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σχετικά με την πολλαπλή σκλήρυνση
Η πολλαπλή σκλήρυνση είναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος του κεντρικού νευρικού συστήματος και αποτελεί τη συχνότερη, μη τραυματικής αιτιολογίας νευρολογική διαταραχή που προκαλεί αναπηρία στους νεαρούς ενήλικες. Εκτιμάται ότι περίπου 2,3 εκατομμύρια άτομα πάσχουν από πολλαπλή σκλήρυνση παγκοσμίως. Τα συμπτώματα της νόσου ποικίλλουν, ωστόσο, τα συνηθέστερα συμπτώματά της είναι το θάμβος όρασης, το μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα των άκρων και προβλήματα μυϊκής ισχύος και συντονισμού των κινήσεων. Οι υποτροπιάζουσες μορφές της πολλαπλής σκλήρυνσης είναι οι συχνότερες.