Κοίτα να δεις. Πώς μπλέκονται γλυκά (ή και πικρά) ο Χάρολντ Πίντερ, ο Αρθουρ Μίλερ, η Τουρκία και η οικογένεια. Και όμως. Στην κουβέντα με τον Δημήτρη Καταλειφό με έναν τρόπο όλα αυτά μπλέχτηκαν. Δεν ήταν μόνο το «Ηταν όλοι τους παιδιά μου» του Αρθουρ Μίλερ, που έπαιξε με επιτυχία στο Εμπορικόν και το οποίο ο Χάρολντ Πίντερ το θεωρούσε πολύ σημαντικό έργο. Ούτε οι «Φωνές», από τέσσερα μονόπρακτα του Χάρολντ Πίντερ, φίλου του Μίλερ, που του πρότεινε ο νέος σκηνοθέτης (γνωστός τελευταία και από την επιτυχία της «Ελένης») και μαθητής του Μάνος Καρατζογιάννης, μαζί με τους Ολια Λαζαρίδου, Λουκία Μιχαλοπούλου, Νίκο Πουρσανίδη (επίσης μαθητή του) και ανεβαίνει από 24 Μαΐου στο Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου.
Ηταν και ότι το τελευταίο από τα τέσσερα μονόπρακτα του Πίντερ για τις «Φωνές», το «Ενα για τον δρόμο», γράφτηκε μετά την επίσκεψη του Μίλερ και του Πίντερ στην Τουρκία, όπου είδαν –ιδίοις όμμασι –τα βασανιστήρια στα οποία υποβάλλονταν εκεί οι κρατούμενοι (θυμάστε και το κινηματογραφικό «Εξπρές του μεσονυκτίου» του Αλαν Πάρκερ;). Είναι και ότι το «Ηταν όλοι τους παιδιά μου» ήταν ένα έργο για την οικογένεια, όπως και οι «Φωνές» την οικογένεια αφορούν. Με κάποιον τρόπο. Στο «Κάπου σαν την Αλάσκα» μια γυναίκα ξυπνάει από κώμα ύστερα από 29 χρόνια και, βλέποντας την αδελφή της δίπλα στον γιατρό, της ξυπνάει η νοσταλγία και θυμάται την προσκόλληση στην οικογένειά της. Ο χρόνος και η μνήμη παίζουν ρόλο, όπως μου εξηγεί ο Δημήτρης Καταλειφός, βασικός πυλώνας της θεατρικής «οικογένειας» που θα παρουσιάσει για λίγες παραστάσεις, μέσα στον Μάιο, τις πιντερικές «Φωνές». Στη «Νύχτα» ο Πίντερ εστιάζει σε ένα ζευγάρι και στις «Οικογενειακές φωνές» σε μια οικογένεια, μητέρα, πατέρα και γιο, όπως και στο «Ενα για τον δρόμο», όπου ένας ανακριτής –με τη βία της εξουσίας που ασκεί –διαλύει ένα αντίστοιχο τριμελές οικογενειακό σχήμα.
Στην κουβέντα μας, που συνάρμοσε όλα τα παραπάνω, ο Δημήτρης Καταλειφός εστίασε σε εκείνο που υπάρχει και στον Χάρολντ Πίντερ και στη σύγχρονη ελληνική οικογένεια: «Ειδικά στην Ελλάδα οι οικογενειακοί δεσμοί είναι πολύ στενοί. Ομως από τη μια τους έχουμε απόλυτη ανάγκη και αισθανόμαστε ότι μας δένουν και από την άλλη μας πνίγουν και θέλουμε να φύγουμε από αυτούς. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στον Πίντερ, που όλα τα έργα του είναι μετέωρα και θολά. Οπως και η ύπαρξη είναι θολή και μυστηριώδης».
Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΩΣ ΕΡΩΤΗΜΑ. Τι έχει αλλάξει όμως (και) στην ελληνική οικογένεια; Ο Δημήτρης Καταλειφός έχει απάντηση: «Εκείνο που άλλαξε είναι ότι οι νεότερες γενιές ζουν όλο και περισσότερο σε οικογένειες χωρισμένων γονιών. Δεν υπάρχει εκείνο το στοιχείο της δικιάς μας γενιάς που οι οικογένειες ή τα ζευγάρια σχεδόν δεινοπαθούσαν για να μείνουν μαζί. Η οικογένεια με την έννοια που την ξέραμε εμείς περνάει μεγάλη κρίση. Δεν ξέρω αν οι άνθρωποι είμαστε τελικά πλασμένοι για να είμαστε πάντα μαζί. Η οικογένεια είναι δε σαν ένα διαρκές πιντερικό ερώτημα. Ακόμη και για το ποιόν της. Ποια είναι; Εκείνοι που μας γέννησαν ή οι φίλοι μας, σαν εκείνους που προτιμάει να βλέπει σαν οικογένεια ο ήρωας στις “Οικογενειακές φωνές”, προτού νοσταλγήσει την οικογένεια των γενητόρων του;».
Ως μια θλίψη και μια αμηχανία στα μάτια πολλών από τους μαθητές του τη διαπιστώνει, όπως μου λέει, αυτή την κρίση στην οικογένεια στην εποχή μας. «Διαισθάνεσαι ότι κάτι τους λείπει. Νομίζω ότι εμείς παλιότερα αισθανόμασταν πιο ασφαλείς μέσα στη σφαίρα της οικογένειας».
Ο Χάρολντ Πίντερ από την πλευρά του, μου εξηγεί ο πρωταγωνιστής του Δημήτρης Καταλειφός, δεν απαντά. Θέτει τα ερωτήματα. «Είναι σαν να σου λέει “κάτσε και σκέψου εσύ την απάντηση”. Αυτό είναι σπαζοκεφαλιά και για μας, τους ηθοποιούς. Να σκεφθείς ποια επιλογή να κάνεις από τις πολλές δυνατότητες που προσφέρει το έργο του, διατηρώντας όμως και τους ήρωες μυστηριώδεις». Τα μονόπρακτα γράφτηκαν δε όταν και ο συγγραφέας είχε χωρίσει, ύστερα από έναν πολύ δύσκολο γάμο. Οταν είχε διαλυθεί η δική του οικογένεια και σχεδόν δεν ξαναείδε το παιδί του».
Μια παράσταση «οικογενειακή», «πιο πολύ για μας», όπως μου λέει, για τους ηθοποιούς και τους συντελεστές της, είναι οι πιντερικές «Φωνές». «Σαν κάτι δικό μας που λέμε “κι όποιοι θέλετε ελάτε”. Στις πρόβες αυτό μας είλκυσε. Οτι κάναμε κάτι για μας. Σχεδόν εκτός σεζόν». Παρά την κούραση της φετινής χρονιάς, ο ίδιος είπε το ναι στον Μάνο Καρατζογιάννη για τις «Φωνές», καθώς –όπως λέει –τον συγκίνησε η ιδέα της συνεργασίας με έναν νέο, που ήταν και μαθητής του, και με τους άλλους συντελεστές. Αυτό το ιδιαίτερο είδος «οικογένειας», όπως το χαρακτηρίζει.
Η πρόκληση επί σκηνής για εκείνον; «Ο Πίντερ απαιτεί μεγάλη εξάσκηση από τον ηθοποιό, διότι τα κείμενά του είναι παρτιτούρες. Με σιωπές. Με παύσεις. Το να βρεις εκείνο που κινείται και αναπνέει κάτω από αυτές τις παύσεις δεν είναι απλό, ούτε γίνεται δίχως εξάσκηση».