Το μέτρο καμιά φορά δεν το δίνουν τα γεγονότα –η καρατόμηση του διευθυντή του FBI από τον αμερικανό πρόεδρο ή η αργομισθία της συζύγου ενός γάλλου υποψηφίου –αλλά τα θεσμικά και κοινωνικά αντανακλαστικά. Από εκεί φαίνεται εάν μια δημοκρατία διαθέτει ανοσοποιητικό σύστημα και αντισώματα για να μη γίνει μπανανία.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ας πούμε, τη δουλειά που άφησε στη μέση ο διευθυντής του FBI, δηλαδή τη διερεύνηση των σχέσεων του Ντόναλντ Τραμπ με το Κρεμλίνο, τη συνεχίζει ένας ειδικός ανακριτής. Και στη Γαλλία οι εισαγγελείς έκαναν τη δική τους δουλειά παρά τις κραυγές του Φρανσουά Φιγιόν περί πολιτικής δίωξης. Αλλά τίποτε από αυτά δεν έγινε ερήμην του κοινωνικού περιβάλλοντος. Ο Τύπος δεν παρακολούθησε αφασικά τα γεγονότα, ούτε τα κάλυψε με βάση τον πολιτικό του προσανατολισμό –με την εξαίρεση ίσως του Fox News. Οι μεγάλες εφημερίδες είδαν και στις δυο περιπτώσεις το πρόβλημα όπως ήταν: ως μια απειλή τόσο για την ουσία όσο και για την εικόνα της δημοκρατίας. Και συνέβαλαν στην υπεράσπισή της με τις δικές τους έρευνες.
Στο διαλυμένο ανοσοποιητικό μιας μπανανίας τα αντανακλαστικά είναι ανύπαρκτα. Μπορεί, για παράδειγμα, μια μεγάλη εφημερίδα να καταγγέλλει ότι η κυβέρνηση πιέζει τις τράπεζες να την κλείσουν και τα θεσμικά αντισώματα να παραμένουν εν υπνώσει, βυθισμένα σε έναν μακάριο ύπνο. Μπορεί να χωρίζει τα μέσα ενημέρωσης σε φίλια και εχθρικά και να αποπειράται να τα ελέγξει με διάφορους επιχειρηματικούς συνδυασμούς και με μεθόδους που παραπέμπουν περισσότερο στο οργανωμένο έγκλημα και να βρίσκει έναν Τύπο πρόθυμο να στηρίξει το εγχείρημα είτε ανοικτά ή με την επίφαση της ουδετερότητας. Στις μπανανίες. Γιατί αλλού οι θεσμοί της δημοκρατίας θα είχαν πιάσει ήδη δουλειά.