Δεν ξέρω αν είχαμε αναφορές αποκλήρωσης, διαζυγίων ή ξυλοδαρμών. Πάντως φιλίες χάλασαν, διαδικτυακά μπλοκαρίσματα έπεσαν βροχηδόν και, γενικώς, βγήκαμε στη σέντρα για μια ταινία που δεν έχουμε καν δει. Αναφέρομαι στην ταινία «Ο φόνος του ιερού ελαφιού» του Γιώργου Λάνθιμου που δίχασε τους κριτικούς στις Κάννες όπως κατά κανόνα συμβαίνει με όλες τις εκφάνσεις της τέχνης χωρίς αυτό να προσδιορίζει την αξία τους. Διότι, διαφορετικά, δεν θα ήταν τέχνη, κάτι δηλαδή που επιδέχεται προσωπική ερμηνεία, αλλά επιστήμη που διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες. Τώρα πώς το αυτονόητο έγινε «Αν (δεν) σου αρέσει η ταινία του Λάνθιμου είσαι εχθρός δικός μου, της Ελλάδας, της τέχνης και του Σύμπαντος» μόνο το θολωμένο μας μυαλό το ξέρει.
Αν πριν από 25 χρόνια τσακωνόμασταν (σε κλειστό κύκλο) για τα πλάνα του Αγγελόπουλου, η λανθιμοσύρραξη που γίνεται στα μαρμαρένια αλώνια του Διαδικτύου έχει αναγωγές από το αν είμαστε καλοί πατριώτες («πώς είναι δυνατόν ακόμη και οι Παναθηναϊκοί να υποστήριζαν προχθές τον Ολυμπιακό και εσείς να μην υποστηρίζετε τον Λάνθιμο») μέχρι ταξικά απωθημένα («ο Λάνθιμος έχει κατακτήσει την κινηματογραφική ελίτ και δεν μπορείς εσύ να του κάνεις κριτική από το δυάρι σου στο Παγκράτι»). Είναι αυτό το σύνδρομο που κάνει πολλούς να πιστεύουν πως, αποδομώντας ή αποθεώνοντας κάποιον, ξεβάφει στην ασημαντότητά τους κάτι από τη δική του σημαντικότητα. Με αποτέλεσμα, στην προκειμένη περίπτωση, λανθιμολάτρες και λανθιμοκλάστες να τσακώνονται στον ίδιο ξένο αχυρώνα. Να υπενθυμίσω μόνο ότι το ερώτημα «Σας αρέσει ο Μπραμς;» είναι ρητορικό και η Φρανσουάζ Σαγκάν δεν περιμένει απάντηση.