Ξεκίνησα να κάνω θέατρο γιατί είχα μεγάλη περιέργεια για τους ανθρώπους και τις συμπεριφορές τους από πολύ μικρή ηλικία. Μου άρεσε να τους παρακολουθώ, να προσπαθώ να καταλάβω τι σκέφτονται, γιατί το είπαν αυτό και γιατί έκαναν αυτή την κίνηση, πώς αισθάνονται. Μου άρεσε να φαντάζομαι ατμόσφαιρες και καταστάσεις πέρα από τη ζωή μου και να αντιδρώ μέσα σ’ αυτές, να συνομιλώ με πρόσωπα φανταστικά ή μεγάλες ιστορικές προσωπικότητες, να δημιουργώ τις ζωές τους.
Η πρώτη παράσταση που είδα ήταν η «Νίκη» της Λούλας Αναγνωστάκη και έτσι άρχισα να παρακολουθώ πολύ το Θέατρο Τέχνης. Ακόμα θυμάμαι την ταμπέλα στο ταμείο του Τέχνης, πόσο με τραβούσε κάθε φορά που περνούσα από εκεί -και αποφάσισα μια μέρα να μην πάω Αγγλικά και να κατέβω τα σκαλιά του Υπογείου. Συγκλονίστηκα με αυτό που έβλεπα και συγχρόνως ένιωθα πολύ οικεία με τον χώρο, σαν να είχα ξαναπάει πολλές φορές, σαν να ήταν το σπίτι ενός φίλου μου, σαν να ήταν το σπίτι μου. Φυσικά πριν από τη «Νίκη» είχα δει πολλές ελληνικές και ξένες παραστάσεις στην τηλεόραση, στο Θέατρο της Δευτέρας, και πολλές φορές κοιμόμουν με το ραδιόφωνο δίπλα μου, ακούγοντας το Θέατρο της Κυριακής.
Ο πρώτος μου ρόλος ήταν στην «Κασέτα» πάλι της Αναγνωστάκη. Ήμουν μαθητής στην Σχολή, στο Α’ έτος, όταν με πήρε ο Κουν να παίξω τον δεκαεξάχρονο Γιωργάκη. Η χαρά μου τεράστια, όχι μόνο γιατί θα έπαιζα στο Θέατρο, αλλά και γιατί ήταν το έργο μιας συγγραφέως που η προηγούμενη δουλειά της ουσιαστικά είχε προδιαγράψει την πορεία μου. Χρόνια αργότερα έκανα και την πρώτη μου σκηνοθεσία. Ήταν το «Γαιτανάκι» του Έρωτα» του Άρθουρ Σνίτσλερ μαζί με την Λυδία Φωτοπούλου. Μία πολύ σπουδαία εμπειρία, μία πολύ ιδιαίτερη στιγμή στη ζωή μου, αφού ήταν δική μας παραγωγή και έπρεπε να ασχοληθούμε με τα πάντα. Η πρώτη μου handmade παράσταση. Μετά ακολούθησαν κι άλλες.
Αν δεν έκανα θέατρο, μάλλον θα είχα ασχοληθεί με την κλασσική κιθάρα. Μελετούσα για το πτυχίο μου, είχα παίξει ήδη στα κονσέρτα που έκανε με τους μαθητές του ο δάσκαλος μου Βαγγέλης Ασημακόπουλος με την Λίζα Ζώη, οπότε κάπως έτσι φανταζόμουν τη ζωή μου αφού η μουσική, μαζί με το θέατρο, ήταν κάτι πολύ σημαντικό για μένα.
Μια συμβουλή από τον δάσκαλό μου είναι να μην κοιμάμαι προκειμένου να ανταπεξέλθω στις υποχρεώσεις μου στο Θέατρο. Μου το είχε πει ο Κουν, που τον θεωρώ δάσκαλό μου κι ας μην τον είχα στην Σχολή, αφού μαζί του έκανα επτά έργα όσο ήμουν μαθητής και μάλιστα στα δύο είχα πολύ απαιτητικούς ρόλους. Κάναμε πρόβες στο «Θαμμένο παιδί» του Σάμ Σέπαρντ κάθε πρωί μέχρι τις τρεις το μεσημέρι, μετά είχα Σχολή μέχρι τις οκτώ το απόγευμα και μετά μέχρι τις δώδεκα το βράδυ, παράσταση με την «Κασέτα». Μία Τρίτη λοιπόν ο Κουν μετά την πρόβα μου είπε ότι είχα πάει καλά και του απάντησα ότι την Δευτέρα δεν είχα παράσταση και μπόρεσα να βρω χρόνο να διαβάσω. Με κοίταξε σαν να μην καταλάβαινε ποιό είναι το πρόβλημα και συνέχισε «αν δεν σου φτάνει ο χρόνος Λάζαρε, θα πρέπει να μην κοιμάσαι».
Πάνω στη σκηνή νιώθω πως μπορώ επιτέλους να φανερωθώ στους άλλους αλλά κυρίως στον εαυτό μου, μέσα από μια, δήθεν κατασκευασμένη, ταυτότητα.
Το πιο περίεργο πράγμα που μου έχει συμβεί στο θέατρο ήταν στο Θέατρο Αμόρε στην παράσταση «Έγκλημα και Τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι. Σε δύο διαφορετικές μέρες, στην ίδια φράση που έλεγα, ότι ”ο Θεός μπορεί να μην υπάρχει καν”, σε μία σκηνή πολύ μεγάλης έντασης, δύο φορές έγινε black out για λίγα δευτερόλεπτα και μετά επανήλθε το φως, χωρίς κανείς να μπορεί να δώσει μία λογική εξήγηση, ούτε καν ο τεχνικός που χειριζόταν τα φώτα. Πολύ ιδιαίτερη στιγμή που ακόμα την θυμάμαι με μεγάλη συγκίνηση.
Η παράσταση που πάντα θα θυμάμαι είναι ο «Βυθός» του Μαξίμ Γκόρκι που είχα δει στο Φεστιβάλ της Βιέννης πριν αρκετά χρόνια. Εξαιρετική όσο και απλή παράσταση που σε χτυπούσε κατευθείαν στο στομάχι, όπου η σκηνοθέτις έκανε το μεγαλύτερο αφιέρωμα στον ηθοποιό -ο οποίος είναι ο πυρήνας του θεάτρου- που έχω δει ποτέ. Τελείωνε το έργο όχι έτσι όπως το έχει γράψει ο Γκόρκι, αλλά στην είδηση ότι πέθανε ο Ηθοποιός- ρόλος του έργου-. Μετά από μία τεράστια παύση κοίταξαν το κοινό και μας είπαν «φύγετε, φύγετε». Θέατρο χωρίς τον ηθοποιό δεν υπάρχει! Μεγαλειώδες!
Το θέατρο για μένα είναι η ώρα που νεκρές λέξεις παίρνουν ζωή και συνείδηση. Για μένα η μεγαλύτερη πολιτισμική επινόηση του ανθρώπου.
Ονειρεύομαι να προσπεράσω, μέσα από την θεατρική πράξη, το όριο της ασφάλειας που υπάρχει ανάμεσα στη σκηνή (όπου εκτυλίσσονται τα γεγονότα) και την πλατεία (όπου βουβοί θεατές παρακολουθούν).
Info
Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος πρωταγωνιστεί στην παράσταση το «Δηλητήριο» σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη με τους Έυρη Σωφρονιάδου και Σπύρο Βάρελη στο θέατρο Faust (Καλαμιώτου 11). Παρασκευή και Σάββατο στις 21.00 και Κυριακή στις 20.30.