Μοιάζουν μάταιες οι προσπάθειες να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ –δηλαδή, από τη μια, οι προσπάθειες να απομαγευθεί η πολιτική, να την πάρουμε από τον χώρο του ιερού και να τη δούμε σαν απλές σχέσεις εκπροσώπησης. Οι πολιτικοί εξακολουθούν να φέρονται, και οι πολίτες να δέχονται, πως εκφράζουν κάτι πάνω και πέρα από την καθημερινότητα της διαχείρισης των κοινών: το έθνος, την πατρίδα, τη λαϊκή κυριαρχία –αυτά που κάποτε ενσωμάτωνε η ελέω Θεού βασιλεία. Και από την άλλη, δεν παραιτούμαστε από την αναζήτηση στον χώρο του ιερού και της θρησκείας των αιτιών για τις συγκρούσεις μεταξύ κοινοτήτων, δεν δεχόμαστε πως είναι πολιτικές συγκρούσεις με πρόσχημα τη θρησκεία.
Μετά τη δολοφονική επίθεση στο Μάντσεστερ, αφού ο δολοφόνος είναι τζιχαντιστής και όχι σαλεμένος χριστιανός ή βουδιστής, θα ανασυρθούν ξανά αληθινά ή ψεύτικα χωρία για να αποδειχθεί πως οι μουσουλμάνοι γενικώς ετοιμάζονται να κατακτήσουν την Ευρώπη. Διότι δεν μας επιτέθηκε πολεμιστής για να υπηρετηθεί πολιτικός στόχος αλλά «φανατικός»: η «θρησκευτική πίστη» τον έκανε δολοφόνο, όχι η αδυσώπητη στρατιωτική πειθαρχία που σε στέλνει σε αποστολή για να σκοτωθείς –και το κάνεις, γιατί αλλιώς θα σε εκτελέσουν οι δικοί σου και θα πετάξουν το σώμα του προδότη στα σκυλιά.
Υπάρχει πόλεμος –αλλά εναντίον πολιτικής οντότητας που λέγεται «Ισλαμικό Κράτος» ή «Αλ Κάιντα» ή «Ταλιμπάν» ή ότι άλλο. Δεν μας πολεμούν οι μουσουλμάνοι: πολιτικοί, στρατηγοί, φύλαρχοι μας πολεμούν. Για την εξουσία στον τόπο τους. Αλλά κάποιοι δικοί μας πολιτικοί χρησιμοποιούν τις μεθόδους τους: όπως εκείνοι λένε ότι ευθύνονται οι χριστιανοί γενικώς, οι δικοί μας ισχυρίζονται πως φταίνε οι μουσουλμάνοι γενικώς. Καλλιεργούν το μίσος για να συσπειρώσουν, για να δημιουργήσουν την εχθρότητα «ή εμείς ή οι άλλοι», που είναι η ουσία της πολιτικής για τους ακροδεξιούς και τους ακροαριστερούς, ανεξάρτητα από το πώς ονομάζουν το «εμείς» ή το «άλλοι».
Μπορεί να έχουν μύρια κακά οι φιλελεύθεροι πολιτικοί της Αριστεράς και της Δεξιάς, αλλά έχουν ένα καλό: από την εποχή του Διαφωτισμού έως σήμερα προσπαθούν να οργανώσουν τον πολιτικό ανταγωνισμό όχι στην έννοια της εχθρότητας αλλά της αντιπαλότητας. Και έρχονται διάφοροι, με μάτι που γυαλίζει, που στέλνουν στην πολιτική (για την ώρα) πυρά το «ακραίο Κέντρο», γιατί δεν αφήνει τη Δεξιά ή την Αριστερά τού «ή εμείς ή αυτοί» να προχωρήσει ορίζοντας εχθρούς ταξικούς, εθνικούς ή θρησκευτικούς. Αλλά μία είναι η αλήθεια: ο πόλεμος και οι συγκρούσεις, όποιο και αν είναι το πρόσχημα, είναι υπόθεση του Καίσαρα, όχι του Θεού.