Τρία χρόνια και λίγοι μήνες μάς χρειάζονται για να συμπληρωθεί ένας αιώνας από τον Αύγουστο του 1920 που με το άρθρο 84 της Συνθήκης των Σεβρών –άρθρο σχετικό με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου –η Τουρκία παραιτούνταν από τα δικαιώματά της στην Ιμβρο και την Τένεδο. Και, αν και πρόκειται για έναν αιώνα, τα γεγονότα που τον επανδρώνουν στο βιβλίο του Νίκου Σηφουνάκη «Ιμβρος – Τένεδος» με τον χαρακτηριστικό υπότιτλο «Από τη Συνθήκη της Λωζάννης στη δραματική συρρίκνωση του Ελληνισμού» (β’ έκδοση συμπληρωμένη) ξετυλίγονται με την ακρίβεια και τη ζωντάνια μιας κινηματογραφικής ταινίας που θα είχε γυριστεί εντελώς πρόσφατα και θα αφορούσε, για παράδειγμα, ένα θέμα όπως το Προσφυγικό. Με τις ολοζώντανες εικόνες που διατηρούμε όλοι διαρκώς μπροστά μας των εκατοντάδων πνιγομένων στα νότια της Ιταλίας ή σε κάποιο άλλο σημείο της υμνούμενης Μεσογείου ως ενός τόπου ιδεώδους.
Οφείλουμε από την αρχή να υπογραμμίσουμε πως αν συμβαίνει ένα ιστορικό ντοκουμέντο, όπως είναι το βιβλίο του Νίκου Σηφουνάκη, να συναρπάζει στον βαθμό ενός αφηγήματος με ένα εξελισσόμενο σασπένς, είναι γιατί συνδυάζει την εμβριθή τεκμηρίωση με την αισθηματική άχνα που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες υπάρξεις στις μεγάλες δραματικές τους ώρες. Να αισθάνεσαι, δηλαδή, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Ισμέτ Ινονού που υπογράφουν τη Συνθήκη της Λωζάννης στις 24 Ιουλίου του 1923 τόσο καθοριστικούς για τη συγκρότηση του βιβλίου όσο και τους κατοίκους του χωριού Αγρίδια στην Ιμβρο, που συζητάει μαζί τους ο Νίκος Σηφουνάκης τον Ιούνιο του 1991, με έναν κάτοικο γεννημένο το 1921, όταν η Ιμβρος ανήκε στην Ελλάδα, να απαντάει στην ερώτηση αν το χωριό είχε τότε ελιές: «Απ’ όλα είχε. Και ελιές και πρόβατα και κατσίκες, είχε πολλά. Μελίσσια πολλά, αμπέλια, σταφύλια πολλά. Μπαχτσέδες είχε. Απ’ όλα είχε τα καλά. Είχε και πολλά νερά τρεχούμενα».
Αίσθημα δικαίου
Αν κάτι δίνει στο ντοκουμέντο του Νίκου Σηφουνάκη το εντελώς έκτακτο και, όπως εικάζεται, ατέρμονα διαχρονικό του ενδιαφέρον, είναι κυρίως η εξέγερση ενός αισθήματος δικαίου που δεν έχει να κάνει τόσο με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης στις 24 Ιουλίου του 1923, όταν καταργούνταν η Συνθήκη των Σεβρών και η Ιμβρος και η Τένεδος παραχωρούνταν αμετάκλητα στην Τουρκία. Πρόκειται για το αίσθημα δικαίου όπως αυθόρμητα αναβλύζει όταν οι διακρατικές συμφωνίες και οι διπλωματικές δολιχοδρομίες αδυνατούν να αποκρύψουν τον διαβλητό τους χαρακτήρα, ενώ κάθε έννοια ηθικής φαίνεται να έχει οπισθοχωρήσει ολοσχερώς στις διεκδικήσεις μιας απροσχημάτιστα στυγνής πολιτικής δύναμης. Είναι αυτό ακριβώς το αίσθημα δικαίου που, είτε έχει πληγωθεί και καταρρεύσει είτε έχει σε κάποιο βαθμό επικρατήσει, παραμένει το υπ’ αριθμόν ένα ζητούμενο όταν τα ιστορικά γεγονότα αποκαθαιρόμενα αποκτούν την οριστική τους μορφή.
Συγκροτώντας ταυτόχρονα το αίσθημα αυτό μια νοητή γραμμή με υπερέχουσες εξοχές της τόσο την «απολογία» του Ελευθερίου Βενιζέλου όταν αναφέρεται στην υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης όσο και εβδομήντα τρία χρόνια αργότερα, το 1996, τα κείμενα που υπογράφουν και προτάσσονται ως πρόλογοι στο βιβλίο «Ιμβρος – Τένεδος» ο αλησμόνητος ίμβριος φωτογράφος της Εθνικής Αντίστασης Σπύρος Μελετζής, ο επίσης αξέχαστος για το απαράμιλλο ήθος του βουλευτής του Συνασπισμού Γρηγόρης Γιάνναρος και ο διαπρεπής οικονομολόγος Γεράσιμος Αρσένης που έφυγε σχετικά πρόσφατα.
«Βαθεία μελαγχολία»
Με τον Ελευθέριο Βενιζέλο να υπογραμμίζει στην απολογία του: «Πώς να σας κρύψω την βαθείαν μελαγχολίαν με την οποίαν υπογράφω την Συνθήκην της Λωζάννης διά της οποίας οριστικώς καταργείται η Συνθήκη των Σεβρών. Εν τούτοις έθεσα την υπογραφήν μου με την συναίσθησιν ότι προσφέρω υπηρεσίαν εις την χώραν. Ηττήθημεν και μετά την πλήρη διπλωματικήν απομόνωσιν εις την οποία περιήλθομεν διά της πολιτικής ήτις ωδήγησεν εις την ήτταν, επανάληψις του πολέμου ηδύνατο να οδηγήσει εις πλήρη όλεθρον της Ελλάδος», τον Σπύρο Μελετζή να προσδοκά ή μάλλον να είναι βέβαιος για την «ανάσταση» της Ιμβρου, παρά τον μακροχρόνιο γολγοθά της, τον Γρηγόρη Γιάνναρο να επιμένει αναφορικά με την αξιοποίηση των εσωτερικών πολιτικών ατασθαλιών της Ελλάδας από την Τουρκία προκειμένου να «βελτιώνει» η τελευταία τη θέση της στην Ιμβρο και την Τένεδο και τον Γεράσιμο Αρσένη να θεωρεί ότι η ιστορία της Ιμβρου και της Τενέδου ακολουθεί τα χνάρια άλλων ιστοριών συρρίκνωσης του Ελληνισμού. Αλλά και με τους τρεις τους να εγκωμιάζουν την πολυτιμότητα ενός ντοκουμέντου όπως το «Ιμβρος – Τένεδος» του Νίκου Σηφουνάκη, που ουσιαστικά συνιστά μια άριστη αξιοποίηση του αρχείου που του εμπιστεύτηκε το 1989 ο τελευταίος έπαρχος των νησιών Ιμβρου και Τενέδου Ιωάννης Παπουτσιδάκις (πέθανε το 1991 σε ηλικία 98 χρόνων. Ενώ είχε τοποθετηθεί το 1922 διοικητικός γραμματέας της επαρχίας Μηθύμνης Λέσβου, μετατέθηκε τον Απρίλιο του 1923 στην Τένεδο και τον Μάιο του ίδιου χρόνου στην Ιμβρο, ζώντας, ως πρωταγωνιστικό πρόσωπο, τα δραματικά γεγονότα της παράδοσης των δυο νησιών στην Τουρκία).
Τελικά, μια τακτοποίηση και αξιοποίηση αρχείου που ο Νίκος Σηφουνάκης τις μετέβαλε σε μια πολύ εύγλωττη σύνθεση, φτάνει να σκεφτεί κανείς ότι εκτός του αρχείου που του παρέδωσε ο Ιωάννης Παπουτσιδάκις και του «Ημερολογίου» του, όπως το συγκροτούν έγγραφα και σημειώσεις του ίδιου για τεσσερισήμισι μήνες (από τις 28 Μαΐου του 1923 ώς τις 10 Οκτωβρίου του 1923), το βιβλίο περιλαμβάνει κεφάλαια του τύπου «Διπλωματικό χρονολόγιο Ιμβρου και Τενέδου», «Η Ιμβρος και η Τένεδος από την παράδοσή τους μέχρι σήμερα», «Τα άρθρα της Συνθήκης της Λωζάννης που αφορούν την Ιμβρο και την Τένεδο» και πολλά άλλα.
Εντελώς ιδιαίτερη μνεία χρειάζεται να γίνει για τον εκτεταμένο πρόλογο του Νίκου Σηφουνάκη, για δύο κυρίως λόγους: πρώτον για τον σεβασμό και την ταπεινοφροσύνη του να πιστώνει την ύπαρξη του βιβλίου «Ιμβρος – Τένεδος» στο αρχείο του Ιωάννη Παπουτσιδάκι, σχεδόν σαν ο ίδιος να μην υπήρξε παρά ο παραλήπτης του, αν και δίχως τη δική του παρέμβαση το αρχείο θα ηχούσε σχεδόν ακατάληπτο, και κυρίως γιατί με έναν εξαιρετικά επαγωγικό και εμβριθή ιστορικά τρόπο συνδυάζει, όσον αφορά τη σχέση μας με την Τουρκία, περιστατικά του παρελθόντος με το πυρίκαυστο παρόν, γράφοντας για το βιβλίο «Ιμβρος – Τένεδος»: «Αυτή η έκδοση συμπίπτει με τη νέα επίσημη τοποθέτηση του αρχηγού του τουρκικού κράτους, που δεν στέκεται πλέον μόνο στις πάγιες θέσεις της Τουρκίας –περί γκρίζων ζωνών και διεκδικούμενων περιοχών στο Αιγαίο -, αλλά αμφισβητεί την ίδια τη Διεθνή Συνθήκη της Λωζάννης. Ουδέποτε στο παρελθόν, ούτε κατά τον Μαύρο Σεπτέμβρη του 1955, ούτε με την πρώτη κρίση στην Κύπρο το 1963 και το 1964 που έγιναν οι απελάσεις των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ακόμα και μετά την εισβολή και κατοχή της Μεγαλονήσου το 1974, δεν ετέθη ευθέως θέμα αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάννης ή έστω αναθεώρησής της».
Προς γνώσιν.

Νίκος Σηφουνάκης

Ιμβρος – Τένεδος

Από τη Συνθήκη της Λωζάννης στη δραματική συρρίκνωση

του ελληνισμού

Εκδ. Λιβάνη, 2017, σελ. 224

Τιμή: 18 ευρώ