Πριν από το Eurogroup της περασμένης Δευτέρας ο Πρωθυπουργός και τα στελέχη του μιλούσαν για «καθαρό διάδρομο απογείωσης» καθώς εμφανίζονταν βέβαιοι πως η Ελλάδα θα πετύχει τη ρύθμιση του χρέους. Ομως χωρίς να έχει καν απογειωθεί το αεροσκάφος, κατάλαβαν πως ο διάδρομος οδηγεί σε αδιέξοδο…
Τώρα, ο Αλέξης Τσίπρας βρίσκεται ενώπιον ενός κρίσιμου διλήμματος –ίσως του πιο κρίσιμου της θητείας του, έχοντας ήδη προδιαγράψει το μέλλον με τα ψηφισμένα μέτρα για την περίοδο 2019-2020. Θα κάνει το μετέωρο βήμα; Ή θα υποχωρήσει και θα συμβιβαστεί προκειμένου να διασώσει το εναπομείναν πολιτικό του κεφάλαιο και να επιχειρήσει ανασύνταξη; Προς το παρόν επιδίδεται σε αυτό που είχε ο ίδιος λανθασμένα πει εν τη ρύμη του λόγου του σε ομιλία του: «Στροφή 360 μοιρών». Δηλαδή, πλήρη περιστροφή γύρω από τον εαυτό του.
Η δολοφονική απόπειρα κατά του Λουκά Παπαδήμου συσσώρευσε ακόμη περισσότερα σύννεφα πάνω από το Μαξίμου. Οχι τόσο διότι ενίσχυσε το αίσθημα ανασφάλειας και ανομίας αλλά διότι βρήκε την κυβέρνηση μουδιασμένη. Ο Πρωθυπουργός, ο οποίος βρισκόταν στις Βρυξέλλες για τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, περιορίστηκε σε ένα μήνυμα καταδίκης 20 λέξεων από το twitter, ενώ οι αρμόδιοι υπουργοί σιώπησαν. Για ανάληψη ευθυνών; Ούτε λόγος.
Ενα σχέδιο που γύρισε μπούμερανγκ Την ίδια στιγμή, στο πεδίο της διαπραγμάτευσης η δημοσιοποίηση των πρακτικών του Eurogroup δείχνει πως η κυβέρνηση πιάστηκε αδιάβαστη παρά την αισιοδοξία που είχε καλλιεργηθεί την εβδομάδα ψήφισης των μέτρων στη Βουλή. Αισιοδοξία τεχνητή, η οποία προφανώς υπαγορεύτηκε από την ανάγκη να κρατηθεί σε καταστολή η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και να μην εκδηλωθούν αντιδράσεις στην ψηφοφορία.
Ο αιφνιδιασμός, ο οποίος οφείλεται εν μέρει και στην παρελκυστική τακτική ευρωπαίων αξιωματούχων, αποτυπώθηκε στο πρόσωπο του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Με αποτέλεσμα, όπως καταγράφεται στα πρακτικά, να είναι η κυβέρνηση που αποφάσισε να παίξει καθυστερήσεις έως το Eurogroup της 15ης Ιουνίου και όχι η πλευρά των δανειστών.
Κατά τον ίδιο τρόπο αναδεικνύονται οι «τρύπες» στην τακτική του Μαξίμου. Εχοντας επενδύσει το αμέσως προηγούμενο διάστημα στη διαφωνία μεταξύ ΔΝΤ και Βερολίνου, επιχειρούσε να βάλει ως «μεσολαβητές» τους ευρωπαίους εταίρους, ενώ στην τελική φάση τάχθηκε υπέρ του Ταμείου, προκειμένου να πιέσει τον σκληρό Σόιμπλε. Ομως αποδείχθηκε ότι έπεσε θύμα μιας ακόμη αυταπάτης, όταν ο υπουργός Οικονομικών και ο Πρωθυπουργός κατανόησαν το βράδυ της Δευτέρας ότι οι δύο πλευρές δρουν συντεταγμένα και τελικώς η Ελλάδα βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο.
Ετσι, το σχέδιο που είχε πέσει στο τραπέζι των εσωτερικών συζητήσεων για τη στρατηγική της κυβέρνησης και υπαγόρευε παιχνίδι καθυστερήσεων ώς τις γερμανικές εκλογές με την ελπίδα επικράτησης του Σουλτς και αλλαγής πολιτικής γύρισε μπούμερανγκ. Ναι μεν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επιδιώκει επίσης μετάθεση των αποφάσεων για το χρέος μετά τις κάλπες του Σεπτεμβρίου, αλλά δυστυχώς για την Ελλάδα οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οι πολιτικοί συσχετισμοί πολύ δύσκολα θα αλλάξουν στη Γερμανία και το χαρτί του Μάρτιν Σουλτς έχει ήδη καεί.
Από τα fake news στον «συμβιβασμό» Υπό το πρίσμα αυτών των εξελίξεων και σε βαρύ κλίμα ο Τσίπρας έχει λιγότερες από 20 μέρες για να διαμορφώσει τη νέα στρατηγική του. Προς το παρόν, η κυβέρνηση είναι στο «μηδέν». Ούτε την αξιολόγηση έκλεισε ούτε τη δόση πήρε ούτε το χρέος πέτυχε ούτε την προοπτική ένταξης στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ διαμόρφωσε. Από αυτά, μόνο τα δύο πρώτα φαντάζουν πιθανά στο προσεχές Eurogroup, εάν βέβαια οι δανειστές δεν συνδέσουν την εκταμίευση της δόσης με τον χρέος.
Επιπλέον, το χρέος είναι αλληλένδετο με την ποσοτική χαλάρωση (QE). Οπερ σημαίνει ότι η αποδοχή της πρότασης Σόιμπλε αφήνει την Ελλάδα εκτός QE, το ίδιο όμως και η αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα που θα συντελεστεί εάν δεν υπάρξει απόφαση στις 15 Ιουνίου. Τι θα κάνει λοιπόν η κυβέρνηση με δεδομένο ότι έχει στηρίξει το αναπτυξιακό πλάνο της και την επικοινωνιακή της αντεπίθεση στο πρόγραμμα της ΕΚΤ;
Η απάντηση ενδέχεται να κρύβεται στη λέξη «συμβιβασμός». Μολονότι από το επιτελείο του Μαξίμου επιστρατεύτηκαν αιτιάσεις για fake news και πυρά κατά των μέσων ενημέρωσης, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έριξε τους τόνους απέναντι στη Γερμανία και άφησε παράθυρο για αποδοχή της πρότασης Σόιμπλε. Εστω και ως «βάση για διαπραγμάτευση», όπως δήλωσε μία μέρα αργότερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος. Μια τέτοια εξέλιξη, άλλωστε, δεν αναιρεί την κυβερνητική επιδίωξη για «καθαρή λύση», αφού και οι δανειστές ως τέτοια εκλαμβάνουν την πρόταση Σόιμπλε.
Οι περι-στροφές του Αλέξη Εάν επέλθει αυτός ο συμβιβασμός δεν θα είναι ο πρώτος –ίσως ούτε και ο τελευταίος. Η στάση Τσίπρα απέναντι στη Γερμανία, την καγκελάριο Μέρκελ και τον Σόιμπλε έχει αρκετές φορές αλλάξει με ανάλογο τρόπο. Από τα θριαμβευτικά «go back» της αντιπολιτευτικής περιόδου φτάσαμε στον ξαφνικά έρωτα για την «ανοιχτόμυαλη» Μέρκελ και τον «σεβαστό αντίπαλο» Σόιμπλε.
Κάπως έτσι καταγράφηκε στην ιστορία η φράση Τσίπρα για τα νταούλια και τους ζουρνάδες που θα χτυπάμε στις αγορές και θα χορεύουν. Σήμερα, όμως, η πορεία της κυβέρνησης και της οικονομίας στο επόμενο χρονικό διάστημα εξαρτάται από την έξοδο στις αγορές με τον χρόνο και τους όρους –άρα τα νταούλια και τους ζουρνάδες –να καθορίζονται από τις ίδιες τις αγορές και όχι από την κυβέρνηση. Κι όμως, ο Πρωθυπουργός ήταν αυτός που έσπευσε μετά το Eurogroup να θέσει ως μείζονα στόχο την έξοδο στις αγορές και μάλιστα το καλοκαίρι του 2018, μετά το τέλος του προγράμματος, αντί του χρέους και της διευθέτησής του ή της δοκιμαστικής εξόδου στις αγορές τον Ιούλιο.
Στις ίδιες δηλώσεις, ο Τσίπρας αποκάλεσε ευθέως το τρέχον πρόγραμμα «τρίτο Μνημόνιο». Προεκλογικά, ωστόσο, δήλωνε ότι θα καταργήσει όλα τα Μνημόνια με έναν νόμο και ένα άρθρο. «Δεν είπα εγώ ότι μπορούν να σκιστούν τα Μνημόνια με ένα νόμο», έσπευσε να πει αργότερα και συγκεκριμένα πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Εάν γίνει δε αποδεκτή η πρόταση Σόιμπλε για το χρέος, ουσιαστικά θα έχει συνομολογήσει ένα ακόμη Μνημόνιο…
Ανάλογες και ιδιαιτέρως προβεβλημένες είναι οι περιπτώσεις στις οποίες ως κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε στροφή 180 μοιρών για τον ΕΝΦΙΑ, τον κατώτατο μισθό, το αφορολόγητο, τις περικοπές στις συντάξεις, τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας. Το πιο κλασικό παράδειγμα είναι οι ιδιωτικοποιήσεις, οι οποίες τώρα, υπό την πίεση της θετικής πορείας που χρειάζεται η οικονομία, αναγνωρίζονται ως επενδύσεις και ο Πρωθυπουργός υπόσχεται ότι θα τις χειριστεί προσωπικά.
Ο Τσίπρας, εξάλλου, έλεγε τον περασμένο Γενάρη (σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών») «ούτε ένα ευρώ νέα μέτρα» και λίγο αργότερα απέκλειε το ενδεχόμενο προληπτικής νομοθέτησης. Τελικώς, προκειμένου να μπει στην τελική ευθεία η αξιολόγηση, λύγισε στις πιέσεις του ΔΝΤ και αποδέχθηκε τη προνομοθέτηση μέτρων για την περίοδο 2019-2020 με επικοινωνιακό αντίβαρο τα αντίμετρα.
Το εσωκομματικό καζάνι που βράζει Ανεξαρτήτως τού τι θα συμβεί στις 15 Ιουνίου, ο Τσίπρας φαίνεται πλέον πως δεν θα έχει άλλη ανοχή στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Ηδη, μέλη της ομάδας των 53, αλλά και ο Νίκος Φίλης –ο οποίος το τελευταίο διάστημα ταυτίζεται όλο και περισσότερο με τους 53 –έχουν εκφράσει επιφυλάξεις για την πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση απέναντι στους δανειστές.
Το πρώτο «χτύπημα» μπορεί να ήταν ήσσονος σημασίας, με την τροπολογία 28 βουλευτών που αφορούσε την ιδιωτική εκπαίδευση (σ.σ.: το άρθρο του πολυνομοσχεδίου στο οποίο δήλωσε «παρών» η Τασία Χριστοδουλοπούλου) και τελικά δεν έγινε δεκτή από τον υπουργό Παιδείας αλλά αποτελεί σαφές μήνυμα προς την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και τελικό αποδέκτη το Μαξίμου. Μία ακόμη συνθηκολόγηση, όπως αυτή στο Eurogroup του Ιουνίου, θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή για ένταση των «χτυπημάτων». Διότι οι βουλευτές αισθάνονται πλέον ακάλυπτοι: ναι μεν ψήφισαν τα μέτρα, αλλά ούτε το χρέος πήραμε ούτε τα αντίμετρα είναι βέβαιο ότι θα εφαρμοστούν.