Η Τήλος αποτελούσε ώς τώρα χαρακτηριστικό παράδειγμα της σημερινής κατάστασης στα περισσότερα νησιά, καθώς οι ηλεκτρικές της ανάγκες καλύπτονται κατά 80% από πετρελαϊκούς σταθμούς. Το κόστος για την υγεία και το περιβάλλον από τη λειτουργία αυτών των σταθμών αποτιμάται σε 0,7-2 δισ. ευρώ για το διάστημα 2008-2012. Εκτός όμως από το τεράστιο «εξωτερικό» αυτό κόστος, η χρήση του μαζούτ και του ντίζελ για ηλεκτροπαραγωγή έχει οδυνηρές επιπτώσεις και στους λογαριασμούς της ηλεκτρικής ενέργειας όλων των καταναλωτών, αφού η σχετική επιβάρυνση των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) ανέρχεται σε περίπου 600 εκατ. ευρώ ετησίως. Χαρακτηριστικό του εξωφρενικού κόστους των πετρελαϊκών σταθμών στα νησιά είναι ότι το 2012 η παραγωγή μιας MWh στα Αντικύθηρα κόστιζε 1.750 ευρώ, όταν η μέση τιμή στο διασυνδεδεμένο σύστημα ήταν 83 ευρώ!
Κι όμως, η καθαρή ενέργεια είναι η απάντηση. Η διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στα νησιά μας πρέπει να αυξηθεί πολύ περισσότερο από τα σημερινά αναιμικά επίπεδα του 20%. Οι διασυνδέσεις με το ηπειρωτικό δίκτυο που θα μπορούσαν να αυξήσουν τη συμμετοχή των ΑΠΕ και να απαλλάξουν τα νησιά μας από το ακριβό και ρυπογόνο πετρέλαιο προχωρούν με πολύ αργούς ρυθμούς, ενώ για έναν πολύ σημαντικό αριθμό νησιών δεν υπάρχει καν συζήτηση για διασύνδεσή τους στο ορατό μέλλον.
Στις περιπτώσεις αυτές, τα λεγόμενα υβριδικά συστήματα που αποτελούνται από αιολικούς ή/και φωτοβολταϊκούς σταθμούς, σε συνδυασμό με συστήματα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, είναι η λύση. Και η Τήλος η πρώτη που θα την εφαρμόσει σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, δείχνοντας έμπρακτα τον δρόμο στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και υπέρ της καθαρής ενέργειας.
Δυστυχώς όμως το παράδειγμα της Τήλου δεν βρίσκει ακόμα την ευρεία πολιτική στήριξη που θα έπρεπε να έχει. Είναι χαρακτηριστικό ότι το προσχέδιο του Μακροχρόνιου Ενεργειακού Σχεδιασμού του Τμήματος Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ που έχει δοθεί στη δημοσιότητα περιλαμβάνει πετρελαϊκούς σταθμούς, αυξημένης μάλιστα ισχύος συγκριτικά με σήμερα, έως το 2030. Κάτι τέτοιο έρχεται σε αντίθεση με κάθε έννοια προστασίας του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, αλλά και με τη στεγνή οικονομική λογική, αφού σήμερα –πολλώ δε μάλλον το 2030 –τα υβριδικά συστήματα είναι ευθέως ανταγωνιστικά με τους συμβατικούς σταθμούς. Θα συντονιστούν άραγε οι κυβερνώντες με τα προστάγματα και τις ευκαιρίες της εποχής μας για να σχεδιάσουμε ένα καλύτερο μέλλον για όλους;
Ο Μιχάλης Προδρόμου είναι σύμβουλος σε θέματα ενέργειας και κλιματικής πολιτικής του WWF Ελλάς