Οταν πέθανε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, οι δημοσιογράφοι ζήτησαν ένα σχόλιο από τον ιστορικό αντίπαλό του, τον Κλέμεντ Aτλι.
«Κέρδισε τον πόλεμο» παραδέχτηκε εκείνος μεγαλόψυχα το αυτονόητο.
«Και πώς τον κέρδισε;» επέμειναν οι δημοσιογράφοι.
«Μιλώντας γι’ αυτόν», ήταν η απροσδόκητη απάντηση του Aτλι.
Πώς λοιπόν αποτιμά κανείς έναν πολιτικό; Από το αν συμφωνούσε μαζί του; Από το αν του άρεσε; Από το αν τον ψήφισε;
Από το αν ήταν γενικότερα συμπαθής, δημοφιλής, λαϊκός; Από το αν δικαιώθηκε ή αδικήθηκε; Από τα λάθη που έκανε ή δεν έκανε;
Τίποτα από όλα αυτά. Τα παραπάνω είναι μέρος ενός θεμιτού απολογισμού που κάνει ο καθένας στη συνείδησή του και η Ιστορία για λογαριασμό όλων.
Η θεμελιώδης αποτίμηση προκύπτει από την απάντηση σε ένα απλό ερώτημα.
Ποια ήταν η συνεισφορά του στη χώρα, στην κοινωνία όπου θέλουμε να ζούμε και στο πολιτικό καθεστώς που επιλέξαμε να έχουμε;
Σε αυτά η συνεισφορά του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ήταν τεράστια. Αγαπούσε βαθιά τον τόπο, πάσχιζε και μιλούσε γι’ αυτόν.
Φεύγει τελευταίος από τους ιστορικούς πρωταγωνιστές της μετεμφυλιακής και κυρίως της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Μετά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Μαζί τους πίστεψε στην κοινοβουλευτική δημοκρατία (ήταν μακράν ο καλύτερος κοινοβουλευτικός από τους τρεις), στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας (ο ευρωπαϊσμός του ήταν ο βιωματικός ευρωπαϊσμός της γενιάς που έζησε τον πόλεμο), στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία.
Απέναντι σε έναν παραδοσιακό δεξιό και σε έναν ιδιόμορφο σοσιαλιστή, ήταν ο εκφραστής ενός φιλελεύθερου χώρου, πιο μειοψηφικού. Γι’ αυτό ίσως και κυβέρνησε λιγότερα χρόνια από τους άλλους δύο.
Σταματώ όμως εδώ τις συγκρίσεις. Η ιστορική συνεισφορά του καθενός είναι αυτόνομη.
Ο Μητσοτάκης είχε δυο πολύτιμα στοιχεία στην προσωπικότητά του:
n Πρώτον, ήταν ένας πραγματιστής που προσπαθούσε να πολιτευθεί με λογική, ψυχραιμία και μετριοπάθεια –ακόμη κι όταν δεν το πετύχαινε… Στην Ελλάδα δεν είναι πάντα εύκολο και σίγουρα δεν είναι ποτέ δεδομένο.
n Δεύτερον, ήταν ίσως ο πιο «κεντρώος» πολιτικός της Μεταπολίτευσης. Βαθιά κεντρώος. Σε ψυχοσύνθεση και νοοτροπία. Με όποιο πολιτικό συμφραζόμενο μπορεί το «Κέντρο» να συνοδεύεται.
Με τον καιρό είχε αποκτήσει μια ακαταμάχητη πολιτική εμπειρία, αλλά και μια ιστορική προοπτική που του επέτρεπε να βλέπει το ουσιώδες πάνω από τις έριδες και τις φιλονικίες της στιγμής.
Διατηρώντας ταυτόχρονα μια υψηλή αίσθηση αφοσίωσης στους προσωπικούς, φιλικούς και οικογενειακούς δεσμούς. Ηταν ίσως ένα πατριαρχικό κατάλοιπο, αλλά και το πιο ανθρώπινο στοιχείο του χαρακτήρα του.
Η Κρήτη, με άλλα λόγια…