Εγκλωβισμένη στις προσδοκίες που η ίδια δημιούργησε για το χρέος παραμένει η κυβέρνηση, ελπίζοντας σε μια λύση έως το τέλος του επόμενου μήνα. Είτε αυτή έρθει στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου είτε χρειαστεί να παραπεμφθεί στη Σύνοδο Κορυφής της 22ας Ιουνίου, με πρωτοβουλία της Αθήνας, όπως επιβεβαίωσε χθες δημοσίως ο Πρωθυπουργός.

«Λύση να είναι και όποτε είναι να έρθει. Προσδοκούμε την ανάληψη πρωτοβουλίας μέσα στον Ιούνιο, πριν δηλαδή αναλάβει η Εσθονία την προεδρία (της ΕΕ) την 1η Ιουλίου, για οριστική διευθέτηση της κρίσης μέσα από καθαρή λύση απομείωσης του χρέους» δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας αμέσως μετά τη συνάντηση με τον εσθονό ομόλογό του Γιούρι Ράτας.

«Η θέση της κυβέρνησης είναι καθαρή λύση» μετέφερε στα «ΝΕΑ» υψηλόβαθμο κυβερνητικό στέλεχος, όταν ερωτήθηκε για τις επαφές του Πρωθυπουργού και τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη της τελευταίες ημέρες. Στο Μαξίμου διατηρούν την αισιοδοξία τους ότι στο Eurogroup του Ιουνίου θα υπάρξουν εξελίξεις, ωστόσο δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο σε ποια βάση και ποια μπορεί να είναι η στάση της ελληνικής πλευράς. Τι θα κάνει, δηλαδή, εάν ισχύσει η πρόταση Σόιμπλε στη λογική take it or leave it, όπως υπαινίχθηκε στην προηγούμενη συνεδρίαση ο γερμανός υπουργός Οικονομικών. Εάν το ζήτημα φτάσει τελικά έως τη Σύνοδο Κορυφής, στην κυβέρνηση φαίνεται πως υπάρχει η πεποίθηση ότι οι πιέσεις για μια καλύτερη συμφωνία μπορούν να έχουν καλύτερη τύχη σε σύγκριση με τον κλειστό κύκλο του Eurogroup. Τις επόμενες ημέρες, ο Πρωθυπουργός θα επαναλάβει τις επαφές του με ευρωπαίους αξιωματούχους και ηγέτες, εστιάζοντας κυρίως στην πλευρά της γερμανίδας καγκελαρίου και του γάλλου προέδρου. Ο Αλέξης Τσίπρας έχει καλέσει Ανγκελα Μέρκελ και Εμανουέλ Μακρόν να εργαστούν από κοινού για την εξεύρεση της «καθαρής λύσης» που επιδιώκει η κυβέρνηση και έχει εξηγήσει επακριβώς τις ελληνικές θέσεις, επιμένοντας ότι εάν δεν υπάρξει αυτή η λύση, τότε το ΔΝΤ πρέπει να αποχωρήσει από το πρόγραμμα. Παράλληλα, «ζεσταίνει» ξανά το θέμα του μετώπου των χωρών του Νότου, αφού εκτός από τη Γαλλία, τις ελληνικές θέσεις υποστήριξαν στο Eurogroup Ιταλία και Πορτογαλία.

«Κλειδί» το QE. Βασικό ζητούμενο για την ελληνική πλευρά παραμένει η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ (QE), δεδομένου ότι αποτελεί συνθήκη για ομαλή έξοδο της χώρας στις αγορές. Το ενδεχόμενο μη επίτευξης συνολικής συμφωνίας για το χρέος και της συνεπακόλουθης αποχώρησης του ΔΝΤ από το πρόγραμμα αποκλείει οριστικά την προοπτική του QE, ενώ περιπλέκει τα δεδομένα, αφού θα πρέπει να θεσμοθετηθεί τότε η «ακύρωση» των μέτρων της περιόδου 2019-2020, όπως έχει δεσμευτεί ο Πρωθυπουργός.

Τούτο αποτελεί την αγωνία των κυβερνητικών βουλευτών, καθώς σε διαφορετική περίπτωση αναμένεται οι μουρμούρες να ενταθούν. Ηδη, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις με βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, εκφράζεται ο προβληματισμός για το γεγονός ότι τα μέτρα ψηφίστηκαν, τα αντίμετρα είναι μετέωρα και η ρύθμιση του χρέους «χλωμιάζει».

Το βαρύ κλίμα μέσα στο οποίο διαπραγματεύεται η κυβέρνηση κατέδειξε και η συνομιλία του Ευκλείδη Τσακαλώτου με ξένους ανταποκριτές και το «θα δούμε» που φέρεται να είπε ο υπουργός Οικονομικών για το QE. Ζήτημα που ξεκαθάρισε ο Μάριο Ντράγκι στο Ευρωκοινοβούλιο, λέγοντας ότι η ΕΚΤ δεν πρόκειται να δώσει το QE εάν πρώτα δεν θα έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και δεν θα έχουν καθοριστεί επακριβώς τα μέτρα για το χρέος.