Το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, τουλάχιστον στο μέτωπο των αφίξεων, καταρρίπτει τα τελευταία χρόνια ο ελληνικός τουρισμός, με τη χώρα μας να είναι και φέτος περιζήτητη για διακοπές.
Ωστόσο, παρά το γεγονός αυτό, τα έσοδα δεν επιβεβαιώνουν μέχρι στιγμής το «success story» της τουριστικής κίνησης.
Η απόκλιση στις επιδόσεις αφίξεων και τουριστικών εισπράξεων, η οποία πέρυσι έγινε ιδιαίτερα εμφανής,με περίπου 1,5 εκατομμύριο περισσότερους επισκέπτες και 919 εκατ. ευρώ λιγότερα έσοδα, έχει αποτελέσει ήδη αντικείμενο προβληματισμού στους κόλπους των επιχειρηματιών του τουρισμού.
Ομως, όπως ήδη έχει τονίσει ο νέος πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Ρέτσος, «φέτος, παρότι έχουμε εκρηκτικές πληρότητες στα ξενοδοχεία, τα έσοδα παραμένουν ερωτηματικό». Οπως ο ίδιος εξήγησε, ο μεγάλος όγκος των προκρατήσεων που έγινε ώς τα τέλη του περασμένου Μαρτίου, ο οποίος κάλυψε σχεδόν τις πληρότητες της υψηλής περιόδου σε πολλά ξενοδοχεία, συνοδεύτηκε από υψηλές εκπτώσεις.
Αυτό σημαίνει ότι τελικά «τα έσοδα μπορεί να μην ανταποκρίνονται στη ζήτηση», φαινόμενο που αναμένεται να παρατηρηθεί στα παραθεριστικά ξενοδοχεία.
Ηδη τα προσωρινά στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ) δείχνουν τα έσοδα του πρώτου τριμήνου του 2017 να είναι πτωτικά. Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά 26 εκατ. ευρώ (-4,8%) εξαιτίας της πτώσης της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης κατά 1,8% και της μείωσης της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι κατά 3,2%.Σημειώνεται ότι τα τελευταία χρόνια η μέση διάρκεια παραμονής των ξένων επισκεπτών στην Ελλάδα έχει μειωθεί από τις 10 διανυκτερεύσεις στις 6,7 το 2016. Επίσης, η δαπάνη ανά ταξίδι περιορίζεται σταθερά: από 653,3 ευρώ το 2013 έπεσε στα 590,2 ευρώ το 2014, σε 582,9 ευρώ το 2015 και στα 514,3 ευρώ το 2016.
Αντίστοιχα, το 2013 το σύνολο των αφίξεων άγγιξε τα 18 εκατ. επισκέπτες, το 2014 ξεπέρασε τα 22 εκατ., το 2015 τα 23,6 εκατ., ενώ το 2016 οι αφίξεις έφθασαν περίπου τα 24,8 εκατομμύρια.
Την ίδια στιγμή, από το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΞΕΕ) διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει αύξηση επενδύσεων και πως ακόμα και οι επενδύσεις που σχεδιάζονται θα επηρεαστούν αρνητικά από τον φόρο διαμονής που θα επιβληθεί από την 1η Ιανουαρίου 2018.