Το σύννεφο του κυβερνοχώρου γέμισε με άφθονες εικόνες από τις επίσημες εμφανίσεις των συζύγων των ηγετών χωρών με μεγάλες οικονομίες (και μεγάλα πολιτικά προβλήματα). Η σφαίρα των bloggers που ασχολούνται με τα της κλειδαρότρυπας του βίου διάσημων άλλαξε κατεύθυνση και αναλώθηκε σε σχόλια γύρω από την γκαρνταρόμπα των κυριών οι οποίες συνοδεύουν άνδρες της πολιτικής εξουσίας. Η πολλαπλότητα των εμφανίσεων της Μελάνια Τραμπ, τα λογότυπα στα αξεσουάρ της Μπριζίτ Μακρόν οδήγησαν τη συζήτηση μακριά από την ουσία των επίσημων συναντήσεων των πρωταγωνιστών της πολιτικής. Η κουβέντα για τα αυστηρά ταγέρ της αμερικανίδας Πρώτης Κυρίας, το ηθικολογικό «ενδιαφέρον» για το μήκος στα φορέματα της συζύγου του γάλλου προέδρου υψώνουν νέα τείχη ανάμεσα στους χειρισμούς των αρχηγών κρατών και των πολιτών-θεατών.

Αφού δεν λαμβάνουμε ενημέρωση για να κατανοήσουμε τις αποφάσεις τους συνθηκολογούμε σε μία αναγκαστική σύγκριση κυριών κορυφής. Και όμως θα έπρεπε να διατηρήσουμε την αισθητική ουδετερότητα. Αφού εδώ και δεκαετίες μάθαμε ποια είναι η δύναμη της μόδας: βασίζεται στο να περιγράφει συστήματα διαφορετικών στυλ τα οποία απευθύνονται σε μεγάλες ομάδες καταναλωτών και σε διασημότητες με πολιτισμική επιρροή.

Σε αυτήν τη νέα εποχή της υποτιθέμενης διαφάνειας των εννοιών και της υπερπληροφόρησης των εικόνων οι Πρώτες Κυρίες επανασχεδιάζουν τα σύμβολα της εξουσίας στην οποία ανήκουν. Για τη Μελάνια Τραμπ η γκλάμορ επιβλητική γκαρνταρόμπα της και το αινιγματικό της πρόσωπο λειτουργεί ως η δευτεραγωνίστρια η οποία περιστασιακά τραβά την προσοχή των θεατών. Ωστόσο είναι αυτή η «εξ αποστάσεως» συμπεριφορά της που ενισχύεται με το ντύσιμό της και ορίζει ακόμη και ένα μακρύ εμπριμέ φόρεμά της σε ένα είδος πανοπλίας.

«Η στολή προμηθεύει εκείνον που τη φορά με μία καθοριστική γραμμή διαχωρισμού ανάμεσα στο πρόσωπό του και τον κόσμο» γράφει το 1931 ο αυστριακός λογοτέχνης Χέρμαν Μπροχ στους «Υπνοβάτες» του, περιγράφοντας τον τρόπο που η στολή του στρατιωτικού δημιουργεί την απόσταση μεταξύ της καθημερινότητάς του και του κοινωνικού του ρόλου, ενώ στη συνέχεια γίνεται η ενσάρκωση της κοινωνικής υπεροχής του.

Αυτήν την υπεροχή υπονοούν τα ρούχα και τα ειδικής κατασκευής αξεσουάρ της Μπριζίτ Μακρόν. Το ντύσιμό της αφήνει το σώμα της να κινείται με άνεση ανάμεσα στον κόσμο, όμως τα σύμβολα της απρόσιτης πολυτέλειας μιας γαλλικής τσάντας θέτουν με ευγένεια τα όρια αυτής της δημοκρατικής οικειότητας.

ΤΖΑΚΙ Ή ΜΕΛΑΝΙΑ. Ο κύκλος κλείνει με ένα στιγμιότυπο από το παρελθόν. Από την εποχή που η γοητευτική Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ έγινε σύζυγος ενός έλληνα μεγιστάνα. Η Τζάκι Κένεντι, μετέπειτα Ωνάση, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού της στην Αθήνα στις αρχές του ’60 έκανε βόλτα στο Μοναστηράκι και επισκέφθηκε μαγαζιά με είδη χειροτεχνίας και λαϊκής τέχνης. Στην πρόσφατη Σύνοδο των G7, στην Ταορμίνα της Σικελίας, η Μελάνια Τραμπ βρέθηκε μπροστά σε μία βιτρίνα του οίκου Dolce & Gabbana. Σε ανάλογη ξενάγηση παρατηρεί την οπτική γλώσσα των ιταλών σχεδιαστών οι οποίοι συνδέουν τη δουλειά τους με τη χειροτεχνική παράδοση της Σικελίας. Η δραστηριότητα των δύο γυναικών, με την κοινή κοινωνική ταυτότητα επαληθεύει την άποψη ότι προβάδισμα στην πολιτική έχει όποιος ή όποια διαχειρίζεται την εικόνα του σώματός του. Στην υπηρεσία τους καταθέτουν τις απόψεις τους ηθικολόγοι και εκφραστές των στερεοτύπων.