Με αφορμή μια ομιλία που του ανατέθηκε από ένα σχολείο, ο αφηγητής (που είναι ο ίδιος ο συγγραφέας) ξεδιπλώνει στο βιβλίο αυτό μια πολύ ενδιαφέρουσα αφήγηση για τον ζωγράφο Αλέξη Ακριθάκη, με τον οποίο είχαν συνδεθεί φιλικά στο Βερολίνο. Ο Πέτρος Αυλίδης, που άσκησε στο Βερολίνο το επάγγελμα του ψυχιάτρου από το 1980 μέχρι το 1998, περιγράφει με μοναδική γλαφυρότητα τον άνθρωπο αλλά και τον διανοούμενο Ακριθάκη κάνοντας ένα φλασμπάκ στη γνωριμία τους και τη ζωή τους στη Γερμανία.
«Ο Ακριθάκης είναι σαράντα ένα. Δεν ζωγραφίζει, ψάχνει ατελιέ, κάνει διάλειμμα απ’ το χόμπι του και πίνει. Ανταποδοτικά για το διάλειμμα. Κι επειδή η πόλη είναι φουλ στο αλκοόλ – κοντρόλε, ψάχνει σοφέρ, κάποιον στεγνό, νυχτερινό ωράριο κυρίως.
Ταιριάζω στο κοντσέπτ».
Ο Πέτρος Αυλίδης, που έβγαλε το βιβλίο αυτό το 2015, στο μεταξύ κυκλοφόρησε και ένα ακόμη μυθιστόρημα –το τέταρτο -, πάντα από τις εκδ. Γαβριηλίδης. Λέγεται «Τεμπέλης κομπλέ». Στο «Α, ρε Αλέξη, μ’ έμπλεξες», πάντως, η δράση μεταφέρεται συνεχώς από το παρόν στο παρελθόν, από την αγωνία τού τώρα στην ανακούφιση της μνήμης και από την πραγματικότητα στις αναμνήσεις, που γίνονται όμως μια πραγματικότητα ακόμα πιο ισχυρή από την τωρινή. Γραφή που σφύζει από αμεσότητα και ζωή, χωρίς όμως τις ευκολίες που συνήθως πηγαίνουν μαζί τους.