«Δάσκαλε, είπε στον Αριστοτέλη ένας από τους μαθητές του, το ξέρεις πως υπάρχουν πολλοί που σε συκοφαντούν;».
Ο μεγάλος φιλόσοφος χαμογέλασε και είπε στον μαθητή του: «Καθόλου δεν με νοιάζει. Οταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».
Ο Αριστοτέλης δεν φοβόταν τη συκοφαντία, το πιο άγριο από τα ζώα, σύμφωνα με τον Διογένη τον Κυνικό. Την περιφρονούσε όπως πολλοί μεγάλοι άνδρες. Ο Κικέρων θεωρούσε την καθαρή του συνείδηση πιο σημαντική απ’ όσα λένε οι άλλοι γι’ αυτόν.
Φαίνεται πως η επίδειξη αδιαφορίας στη συκοφαντία αποτελεί ίδιον των μεγάλων ανδρών.
Ηταν καλοκαίρι πριν από πολλά χρόνια όταν μία σπουδαία προσωπικότητα της πολιτικής σκηνής της χώρας έγινε στόχος υποβολιμαίου δημοσιεύματος στηριζόμενου σε χαλκευμένα στοιχεία. Ηταν μία πράξη που υπέκρυπτε δόλο και ιδιοτέλεια. Ενας ερεθισμός των χαμηλών ενστίκτων των αντιπάλων του.
Παρά την ακρότατη ανήθικη πράξη, ο πολιτικός δεν αντέδρασε. Ωστόσο η τρύπα από το καρφί έμεινε. Και κάποιοι, όπως ήταν φυσικό, το εκμεταλλεύτηκαν. Τα χρόνια πέρασαν και ένας εξ αυτών συναντήθηκε με τον πολιτικό. Ο διαβολέας τού απολογήθηκε. Προσπάθησε να του εξηγήσει για την πλαστογράφηση της Ιστορίας, κάτι ψέλλισε σαν συγγνώμη, κατέβασε το κεφάλι κι έφυγε.
Ο πολιτικός και πάλι δεν αντέδρασε. Λίγοι έμαθαν για εκείνη τη συνάντηση, αφού βεβαίως δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας. Η τρύπα από το καρφί συνέχιζε να χάσκει.
Ακόμα και σήμερα οι φέροντες αγελαία σκέψη πολιτικοί του αντίπαλοι επικαλούνται εκείνο το δημοσίευμα για να δικαιολογήσουν τη δογματική τους ακαμψία.
Ο πολιτικός δεν αποτελούσε δείγμα νιτσεϊκού υπερανθρώπου. Ετσι ήταν δομημένος ο χαρακτήρας του. Αδιαφορούσε γιατί πίστευε ακράδαντα στο εγερτήριο συνειδήσεων. Εφυγε πλήρης ημερών έχοντας στ’ αφτιά του τον καλπασμό των λαϊκιστών.