Ο λαϊκισμός είναι από τους πλέον πολυχρησιμοποιημένους πολιτικούς όρους του 21ου αιώνα. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει αριστερούς προέδρους στη Λατινική Αμερική, δεξιά κόμματα που αμφισβητούν το ευρωπαϊκό status quo, συντηρητικούς και προοδευτικούς υποψήφιους προέδρους στις ΗΠΑ. Παρότι χρησιμοποιείται ευρύτερα και συχνά ως όρος, το φαινόμενο του λαϊκισμού είναι πολύ πιο περίπλοκο για να εξηγηθεί.
Ο λαϊκισμός αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά στην πολιτική σκηνή της Βρετανίας τα τελευταία χρόνια. Πολιτικοί αναλυτές θεωρούν πως έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απόφαση των Βρετανών υπέρ του Brexit. Ο Νάιτζελ Φάρατζ, επικεφαλής τότε του λαϊκιστικού κόμματος UKIP, λειτούργησε ως ο βασικός ηγέτης υπέρ της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ, καθώς παρουσιάστηκε ως ένας «κοινός» Βρετανός που συμβαδίζει «με τις ιδέες και τα συμφέροντα του λαού». Οι Βρετανοί βρίσκονται τώρα μπροστά σε μια νέα εκλογική αναμέτρηση, όπου οι βασικοί διεκδικητές της εξουσίας αναφέρονται εμφατικά «σε αυτά που θέλει ο λαός».
Ο Κας Μούντε είναι διάσημος ολλανδός μελετητής του φαινομένου, το οποίο μάλιστα μελέτησε στο πρόσφατο βιβλίο του «Λαϊκισμός» που συνέγραψε μαζί με τον πολιτικό επιστήμονα Κριστομπάλ Καλτβάσερ.
Λαϊκισμός: ένα φαινόμενο που δείχνει ότι ισχύει για όλες τις χώρες της Δύσης (και κάποιες της Ανατολής) αυτή τη στιγμή. Μήπως είναι μια ιδέα που ανακυκλώνεται;
Οχι, στην πραγματικότητα, στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, ο λαϊκισμός αποτελεί ένα σχετικά πρόσφατο φαινόμενο, που διαμορφώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Μάλιστα, είναι διαφορετικό από άλλου είδους πολιτικές, π.χ. την πλουραλιστική πολιτική των περισσοτέρων από τα πολιτικά κόμματα στην Ευρώπη.
Γιατί είναι τόσο έντονο ως φαινόμενο στην Ευρώπη; Ακόμα και σε χώρες που έχουν διαφορετικά συστήματα;
Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί λόγοι. Μέσα στη σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ενωση, ο εθνικός δημοκρατικός χώρος έχει περιοριστεί σημαντικά λόγω δεκαετιών νεοφιλελεύθερων μέτρων και της μεταφοράς της εξουσίας σε υπερεθνικό επίπεδο. Ο λαϊκισμός είναι, με πολλούς τρόπους, μια μη φιλελεύθερη δημοκρατική απάντηση στον αντιδημοκρατικό φιλελευθερισμό. Υποστηρίζει ότι όλα πρέπει να γίνονται όπως τα θέλει «ο λαός» (δηλαδή η εθνική πλειοψηφία), ακόμα και εάν οι υπερεθνικοί οργανισμοί ή τα εθνικά δικαστήρια διαφωνούν.
Η βρετανική περίπτωση
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι ο μοναδικός νικητής στις εκλογές της Βρετανίας θα είναι ο λαϊκισμός. Μάλιστα, υπάρχουν αναλυτές που θεωρούν ότι οι επερχόμενες εκλογές θα είναι οι πρώτες στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου και οι δύο ηγέτες των βασικών κομμάτων μιλούν με λαϊκιστικό τρόπο. Τόσο η Τερίζα Μέι όσο και ο Τζέρεμι Κόρμπιν τέθηκαν επικεφαλής των κομμάτων τους σερφάροντας πάνω σε ένα κύμα αντιδράσεων εναντίον του εσωκομματικού πολιτικού κατεστημένου. Η Μέι στη συνδιάσκεψη του κόμματός της πέρυσι ουσιαστικά μετέφερε στη Βρετανία το μήνυμα του Τραμπ στις ΗΠΑ –«η Βρετανία πρώτα». «Εάν πιστεύεις ότι είσαι πολίτης του κόσμου, τότε είσαι πολίτης του πουθενά» είπε η Μέι, χαρακτηρίζοντας «επανάσταση» το Brexit. Οσο για τον Κόρμπιν, ταμπουρώθηκε πίσω από τις παραδοσιακές απόψεις του «κατεστημένου εναντίον του λαού».
Το Brexit αποτελεί παράδειγμα λαϊκιστικών φωνών που ακούστηκαν πολύ περισσότερο απ’ όσο είχαμε φανταστεί;
Το Brexit είναι πολύ περισσότερα από λαϊκισμός. Με όρους κομματικής πολιτικής υποστήριξης, οι περισσότεροι υποστηρικτές του Brexit ήταν από το κόμμα των Τόρις, ένα μικρότερο κομμάτι ήταν UKIP και κάποιοι ήταν Εργατικοί. Υπάρχουν πολλά μη λαϊκιστικά επιχειρήματα υπέρ του Brexit, όπως η ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας ή η ξεκάθαρη ξενοφοβία. Ο λαϊκισμός αναμφίβολα βοήθησε, όμως δεν μπορούμε να εξισώσουμε το Brexit με τον λαϊκισμό.
Μια και η Βρετανία και το μέλλον της ΕΕ είναι ένα από τα βασικά θέματα αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη, πώς νομίζετε ότι θα επηρεάσει την επέκταση του λαϊκισμού;
Μέχρι στιγμής, βλέπουμε αντιδράσεις εναντίον του Brexit σε άλλες χώρες. Σε πολλές χώρες η υποστήριξη προς την ΕΕ έχει αυξηθεί και τόσο οι ελίτ όσο και οι πολίτες ανησυχούν για το Brexit και τις εξελίξεις στη Βρετανία. Βλέπουμε μια βρετανική πολιτική ελίτ που ήθελε να βγάλει τη Βρετανία από την ΕΕ, όμως δεν έχει ιδέα για το τι θα γίνει από εδώ και πέρα. Αυτό κάνει τους ανθρώπους σε άλλες χώρες λιγότερο πρόθυμους να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο.
Εκλογές, εκλογές, εκλογές
Εκλογές στην Ολλανδία και τη Γαλλία. Τι μπορούμε να μάθουμε από αυτές;
Αρκετά πράγματα. Πρώτον, οι υπερβολικές προβλέψεις ότι ο λαϊκισμός θα οδηγούσε στην ανατροπή κυβερνήσεων σε όλη την Ευρώπη ήταν ακριβώς αυτό, υπερβολικές προβλέψεις. Δεν αποτέλεσε ποτέ ρεαλιστικό σενάριο αλλά εφεύρημα του Τύπου. Δεύτερον, η λαϊκιστική ακραία Δεξιά δεν τα πήγε τόσο καλά σε σύγκριση με τα όσα προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις, οι φετινές αλλά και οι περσινές. Τρίτον, εάν οι λαϊκιστές πολιτικοί δεν πραγματοποιούν καλές και δυναμικές προεκλογικές εκστρατείες, χάνουν υποστήριξη.
Πώς μπορεί να ορθωθούν εμπόδια στον λαϊκισμό;
Η μία περίπτωση είναι να παίξεις στο γήπεδο των λαϊκιστών. Ομως αυτό είναι επικίνδυνο. Στην Ολλανδία, που αναφέραμε προηγουμένως, ο Μαρκ Ρούτε το πέτυχε, όμως τώρα προσπαθεί να συγκροτήσει κυβέρνηση με δυσκολίες, διότι δεν θέλει να γυρίσει πίσω στο Κέντρο. Ταυτόχρονα, υπάρχουν η Ανγκελα Μέρκελ στη Γερμανία και ο Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία που διαμορφώνουν ένα γνωστό αφήγημα με πιο εκλεπτυσμένο τρόπο. Ο Μακρόν δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσει, όμως η Μέρκελ έχει σερί πολιτικών νικών και παραμένει εξαιρετικά δημοφιλής έπειτα από τόσα χρόνια στην εξουσία.
Ο αγώνας εναντίον του λαϊκισμού δεν φαίνεται να είναι σπριντ. Μοιάζει περισσότερο με Μαραθώνιο;
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ο λαϊκισμός αποτελεί κομμάτι του πολιτικού συστήματος και αυτό δεν θα αλλάξει τα επόμενα χρόνια ή ακόμα και τις επόμενες δεκαετίες. Στην Αυστρία, τη Γαλλία ή την Ελλάδα λαϊκιστικά κόμματα υπάρχουν εδώ και δεκαετίες. Είναι καθιερωμένα, αρκετά καλά οργανωμένα και οι επιτυχίες τους έρχονται και φεύγουν όπως και στα άλλα κόμματα.
Αριστερά και Δεξιά
Βασικός παράγοντας στην ενεργοποίηση των λαϊκιστικών διαθέσεων είναι το γενικό αίσθημα ότι το πολιτικό σύστημα δεν ανταποκρίνεται στα προβλήματα της κοινωνίας, παρατηρεί ο Κας Μούντε στο βιβλίο του. Ιδιαίτερα μάλιστα, καθώς τα σκάνδαλα διαφθοράς δείχνουν ότι άτομα και ομάδες της ελίτ συμπεριφέρονται με ανέντιμο τρόπο. Αυτό κάνει τους πολίτες να θυμώνουν για την πολιτική κατάσταση και γίνονται επιρρεπείς στο να ερμηνεύουν την πολιτική πραγματικότητα μέσα από τον φακό του λαϊκισμού.
Ο ολλανδός μελετητής φέρνει το παράδειγμα της Ισπανίας και της Ελλάδας. «Εξαιτίας των πιέσεων στις διεθνείς αγορές και την ΕΕ», γράφει, «οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις του Θαπατέρο στην Ισπανία και του Γιώργου Παπανδρέου στην Ελλάδα αποφάσισαν να δράσουν ως “υπεύθυνοι εντολοδόχοι” θεσπίζοντας μεταρρυθμίσεις λιτότητας. Με τον τρόπο αυτόν προκάλεσαν απογοήτευση μεταξύ των πολλών οπαδών τους που αισθάνθηκαν προδομένοι και ότι δεν αντιπροσωπεύονταν πλέον από το κόμμα τους. Αυτό συνέβαλε στην ενεργοποίηση των λαϊκιστικών συναισθημάτων, τα οποία διοχετεύθηκαν αρχικά μέσω κοινωνικών κινημάτων όπως οι Αγανακτισμένοι και έπειτα μέσω αριστερών λαϊκιστικών κομμάτων όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το Podemos».
Λαϊκισμός της Δεξιάς και λαϊκισμός της Αριστεράς. Πρακτικά είναι ίδιοι ή έχουν διαφορές;
Ο λαϊκισμός τους είναι σχεδόν ίδιος –τόσο ο αριστερός όσο και ο δεξιός λαϊκισμός είναι προβληματικοί για τη δημοκρατία -, όμως έχουν διαφορετικές «ιδεολογίες που τον φιλοξενούν» και άρα διαφορετικές πολιτικές. Ο αριστερός λαϊκισμός, γενικά, συνδυάζει τον λαϊκισμό με κάποια μορφή σοσιαλισμού, που οδηγεί συνήθως σε οικονομικές πολιτικές αναδιανομής, αλλά χωρίς ιδιαίτερα εθνικές ή κοινωνικές εξαιρέσεις. Ο δεξιός λαϊκισμός τείνει να τα συνδυάζει με κάποια μορφή εθνικισμού, που οδηγεί σε εξαίρεση εθνικών μειονοτήτων και άλλες φορές ευάλωτων ομάδων.
Η Ευρώπη δημιουργεί αυτή τη στιγμή τον δικό της «Τραμπ»;
Ο Τραμπ είναι Τραμπ. Είναι πολύ διαφορετικός από τους λαϊκιστές στην Ευρώπη. Είναι τηλεοπτικός αστέρας που κατέλαβε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα. Δεν υπάρχει αντίστοιχος με τον Τραμπ στην Ευρώπη. Υπάρχουν όμως αρκετά κόμματα που μοιράζονται ένα κομμάτι της ατζέντας του Τραμπ –για παράδειγμα, την αυταρχικότητα, τον λαϊκισμό και την ιδέα ότι όσοι γεννιούνται μέσα σε μια χώρα είναι πιο σημαντικοί από εκείνους που έρχονται να ζήσουν σε αυτήν. Ωστόσο, αυτά τα έλεγαν πολλά χρόνια πριν ο Τραμπ εισβάλει στην πολιτική.
Βλέπουμε τη διαφθορά στην πολιτική τάξη σε όλες τις χώρες. Ισως, αντί να κατηγορούμε τον λαϊκισμό, θα έπρεπε μήπως να κοιτάξουμε τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκαν τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα;
Φυσικά, δεν πρέπει να κατηγορούμε τον λαϊκισμό για τα λάθη του πολιτικού κατεστημένου. Ομως, η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν ενισχύεται με το εάν απλώς νικήσουμε τον λαϊκισμό. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα, από διαφθορά έως οικονομική κρίση ή ανισότητες, που πρέπει να επιλυθούν, ασχέτως με την πρόκληση την οποία αποτελεί ο λαϊκισμός.
Ποιο θα ήταν το αντίθετο του λαϊκισμού στον σημερινό κόσμο;
Υπάρχουν δύο ξεκάθαρα αντίθετα του λαϊκισμού: ο ελιτισμός και ο πλουραλισμός. Στον ελιτισμό, μια κυβέρνηση βασίζεται στην ιδέα ότι κάποιοι άνθρωποι είναι καλύτεροι από τους υπολοίπους και γι’ αυτό θα πρέπει να κυβερνούν. Συχνά, αποτελεί τη βασική ιδεολογία αυταρχικών καθεστώτων –συνήθως μοναρχίες όπως στα κράτη του Κόλπου. Το άλλο αντίθετο του λαϊκισμού είναι το σύστημα όπου τα κόμματα υποστηρίζουν ότι η κοινωνία αποτελείται από διαφορετικές ομάδες, καθεμία εκ των οποίων έχει νόμιμα συμφέροντα και αξίες. Ετσι η πολιτική γίνεται η τέχνη της εύρεσης συναίνεσης μεταξύ αυτών των ομάδων. Αυτό ήταν και το κυρίαρχο μοντέλο στη δυτικοευρωπαϊκή πολιτική, τουλάχιστον μετά το 1945, και ακόμα κυριαρχεί. Καλύτερα παραδείγματα γι’ αυτό είναι η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ ή ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν.