«Το σεξαπίλ είναι 50% αυτά που έχεις και 50% αυτά που οι άνδρες νομίζουν πως έχεις». Λόγια που κάποτε βγήκαν από τα ηδυπαθή χείλη μιας εκ των ωραιότερων γυναικών που πρωταγωνίστησαν στη μεγάλη οθόνη, της Σοφίας Λόρεν. Λόγια που θα μπορούσε να πει σήμερα μια ποδοσφαιρική Βασίλισσα, η Ρεάλ Μαδρίτης.
Εξι Τσάμπιονς Λιγκ, έξι νίκες σε έξι τελικούς –οι τρεις εκ των οποίων την τελευταία τετραετία -, οι δύο συνεχόμενοι, επίδοση μοναδική για τη μετεξέλιξη του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Μια δυναστεία του ποδοσφαιρικού Μιλένιουμ που για να συναντήσουμε όμοιά της πρέπει να γυρίσουμε στη δεκαετία του 1950, όταν και πάλι η Ρεάλ σάρωνε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών με πέντε συνεχόμενα τρόπαια.
Στη μακιαβελική διάσταση των λόγων της Σοφίας Λόρεν για το «φαίνεσθαι», λίγοι μπορούν να αντιληφθούν αυτό που πραγματικά είναι η Ρεάλ Μαδρίτης.
Συλλέκτρια τίτλων; Ασφαλώς. Ποδοσφαιρικό αποτύπωμα; Πατημασιά σε φρέσκο χιόνι. Στην πρώτη ζεστή μέρα θα εξαφανιστεί. Oπως η ομάδα του 1950, από την οποία το μόνο που θυμούνται οι παλιοί είναι οι επελάσεις της Ξανθιάς Σαΐτας, του Ντι Στέφανο, οι διεμβολίσεις του Χέντο και το πληθωρικό ταλέντο του Πούσκας.
Οι δυναστείες της Ρεάλ δεν εξέλιξαν το ποδόσφαιρο, δεν άνοιξαν λεωφόρους, δεν έθεσαν ζητήματα ορθότητας του λαοφιλέστερου αθλήματος, όπως έκαναν η Εθνική Ουγγαρίας του ’50, ο Αγιαξ και η Βραζιλία του ’70, η Μίλαν του ’80 και η Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα και του Μέσι του 2000.
Οι Μαδριλένοι κέρδισαν τα έπαθλά τους με όπλα το ατομικό ταλέντο και την απλότητα που κινείται στα σύνορα της απλοϊκότητας.
Στην ανάπαυλα του τελικού του Τσάμπιονς Λιγκ με τη Γιουβέντους κι ενώ το σκορ ήταν 1-1, ο Ζινεντίν Ζιντάν δεν μπήκε στον κόπο να αναλύσει τεχνικά το πρώτο 45λεπτο. Το μόνο που έκανε ήταν να εμψυχώσει τους παίκτες του, λέγοντάς τους πως είναι οι καλύτεροι και πρέπει να βελτιώσουν την απόδοσή τους. Το αποτέλεσμα, νίκη με 4-1.
Η μονοδιάστατη αντίληψη περί ποδοσφαίρου, πασπαλισμένη με την απλότητα των λόγων, νίκησε έναν εκ των κορυφαίων τακτικιστών του σύγχρονου ποδοσφαίρου, τον Ιταλό Μαξ Αλέγκρι.
Ισως γιατί η Ρεάλ δεν χρειάζεται προπονητή, αλλά διαχειριστή. Οπως ήταν ο Βιθέντε ντελ Μπόσκε, όπως είναι ο Κάρλο Αντσελότι. Θα ήμασταν άδικοι αν υποστηρίζαμε πως τα προβλήματα στη Ρεάλ λύνονται με το χαμόγελο του Ζιντάν και την απλότητα που αντιμετωπίζει το κοουτσάρισμα.
Ο Γάλλος έχει εντρυφήσει στο micro-management, τη στοχευμένη προπονητική στους ποδοσφαιριστές του.
Ο Ρονάλντο. Μέχρι την άφιξή του στο Βαλντεμπέμπας τον Ιανουάριο του 2016, κανείς δεν τολμούσε να πει στον Κριστιάνο Ρονάλντο πως δεν μπορεί να παίζει σε όλα τα παιχνίδια. Ο Ζιζού κατάφερε να τον πείσει για το πλεονέκτημα που προσφέρει η ξεκούραση στον αθλητή, όταν μάλιστα αυτός διανύει το 32ο έτος της ηλικίας του.
Ο τρόπος που «πολιτεύεται» ο Ζιντάν τού επέτρεψε να επιβάλει σε μια ομάδα γεμάτη αστέρια τον λιγότερο λαμπερό παίκτη: τον Κασεμίρο.
Ο Γάλλος μπορεί να μην έχει μάστερ στην προπονητική, αλλά την μπάλα την ξέρει. Επέβαλε λοιπόν τον Κασεμίρο, ο οποίος φέτος αναδείχτηκε κορυφαίος στα τάκλιν στο Τσάμπιονς Λιγκ. Στις επιτυχίες του micro-management του Ζιντάν είναι η ανάδειξη του Ασένσιο, η διατήρηση της ηρεμίας στον ταλαιπωρημένο από το σκάνδαλο «Βαλμπουενά» Καρίμ Μπενζεμά, η επαναπροσέγγιση του Ισκο αλλά και η ομαλή έξοδος του Χάμες Ροδρίγες από την ομάδα.
Ο Ζιζού ακολουθεί μια παράφραση της ιστορικής φράσης του Λάο Τσε: για να οδηγήσεις τους ποδοσφαιριστές, ακολούθησέ τους. Το μυστικό φίλτρο του «Ζουζίξ», ο οποίος κατάφερε στις 512 ημέρες που βρίσκεται στο τιμόνι της Ρεάλ να κατακτήσει πέντε τίτλους: δύο Τσάμπιονς Λιγκ, ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων, ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ, ένα πρωτάθλημα. Ενα τρόπαιο κάθε 103 ημέρες!